Πέντε αδικίες των Όσκαρ που δεν έχουμε ξεπεράσει!

Όταν το κοινό και η Ακαδημία έχουν διαφορετική γνώμη...
10 Μαρτίου 2024 20:24
Πέντε αδικίες των Όσκαρ που δεν έχουμε ξεπεράσει!

Σε αυτή τη ζωή πάντα νικάει ο καλύτερος και η δικαιοσύνη βασιλεύει στο τέλος. Σωστά; Όχι, βέβαια. Το happy end που μας τάισε με το κουτάλι το Hollywood όλο τον προηγούμενο αιώνα δεν είναι παρά ευσεβής πόθος στην καλύτερη και προπαγάνδα στη χειρότερη. “Μα σε τι θα την εξυπηρετούσε μια τέτοια προπαγάνδα τη βιομηχανία του κινηματογράφου;” θα απορήσεις, και ως καλά προετοιμασμένη συνομωσιολόγος σου απαντώ: Μα φυσικά να απενοχοποιήσει τις δικές της τρομακτικές αδικίες!

Και δεν αναφέρομαι τώρα σ ‘αυτές που λαμβάνουν χώρα παρασκηνιακά αλλά αυτές που είδαμε να συμβαίνουν μπροστά στα έκπληκτα μάτια μας και τις χειροκροτήσαμε κιόλας. Όπως καταλάβατε και από τον τίτλο, λοιπόν, σήμερα πάμε να “δικάσουμε” την ακαδημία των Oscar και να θυμηθούμε πέντε από τα πιο κατάφωρα ατοπήματα που έχει υποπέσει μέσα στα προηγούμενα 95 χρόνια, κατά χρονολογική σειρά:

1942: Η ταινία που, κατά ομόφωνη γνώμη όλων των κριτικών κινηματογράφων του σήμερα, στάθηκε η πιο επιδραστική στην ιστορία του σινεμά κι αυτή που ουσιαστικά εφηύρε την κινηματογραφική γλώσσα, την οποία χρησιμοποιούν οι σκηνοθέτες μέχρι σήμερα, δηλαδή το “Citizen Kane” του Orson Welles χάνει το Oscar καλύτερης ταινίας. Ποιος το κέρδισε; Το δράμα του John Ford “How Green Was My Valley”, που για να βρω ότι μεταφράστηκε στα ελληνικά ως «Η Κατάρα της Κοιλάδας», έπρεπε να το γκουγκλάρω. Βλέπεις, κανείς δεν θυμάται τίποτα γι’ αυτό το φιλμ, πέρα από ότι λήστεψε το βραβείο από τον μόνο αξιόλογο διεκδικητή του.

1990: Σε μια χρονιά καμπής για το Αμερικάνικο σινεμά, όπου ο ανεξάρτητος κινηματογράφος θριαμβεύει με το “Sex, Lies, and Videotape” στις Κάννες, (το οποίο σημειωτέον δεν φτάνει ούτε μέχρι την πεντάδα) η ακαδημία καταλήγει στην άκρως συντηρητική απόφαση να βραβεύσει το “Driving Miss Daisy”, μια ταινία από αυτές που χαζεύαμε μικροί τις Κυριακές το μεσημέρι στο mega και μέχρι τη Δευτέρα τις είχαμε ξεχάσει. Ανάμεσα στους συνυποψηφίους του ήταν τα “Dead Poets Society” και “My Left Foot”. I rest my case.

1995: Οι ταινίες “μεσημεριανής ζώνης” συνεχίζουν να έχουν την τιμητική τους με το “Forrest Gump” να κλέβει το Oscar Καλύτερης Ταινίας από το σαρωτικό κινηματογραφικό φαινόμενο που εξαπέλυσε εκείνη τη χρονιά ο Quentin Tarantino. Η αφίσα του “Pulp Fiction”, βέβαια, στο οποίο αναφερόμαστε, στολίζει ακόμα τα σαλόνια των σινεφίλ. Το “Forrest Gump”, πάλι, έμεινε θαμμένο στο χρονοντούλαπο. Θα μπορούσαμε, τουλάχιστον, να τα ‘χαμε βρει στη μέση εκείνη τη χρονιά και -ιδανικά- να φύγει με το αγαλματίδιο το “The Shawshank Redemption” από το Shrine Auditorium.

1999: Και τώρα πάμε σε μια αδικία που με έχει στοιχειώσει πολύ προσωπικά. Ας καταπιώ ότι εκείνη τη χρονιά τo “Shakespeare in Love”, του σχετικά άπειρου John Madden, κατάφερε να νικήσει δημιουργίες ζωντανών θρύλων του Αμερικάνικου σινεμά, όπως ο Steven Spielberg (“Saving Private Ryan”) και ο ΤerrenceMalick (“Τhe Thin Red Line”). Να δεχτώ και ότι ο Roberto Benigni υπερίσχυσε του υποκριτικού ογκόλιθου, Sir Ian McKellen και του Edward Norton του “American History X”. Το ότι η Gwyneth Paltrow όμως, έφυγε με το Όσκαρ πρώτου γυναικείου ρόλου εκείνη τη βραδιά, για την ερμηνεία της στο “Shakespeare in Love”, αναγκάζοντας την Cate Blanchett του “Elizabeth” να την χειροκροτεί από κάτω χαμογελαστή ως ηττημένη, είναι μια αδικία που δε θα χωνέψω όσα χρόνια κι αν περάσουν.

2003: Την ίδια χρονιά που την κούρσα οδηγούσαν τα “The Pianist”, “Gangs of New York”, “The Hours” και “Lord of the Rings”, το μιουζικαλ “Chicago” κερδίζει το Όσκαρ Καλύτερης Ταινίας. Ομολογουμένως, καλογυρισμένη, διασκεδαστική αλλά πραγματικά, ποιός τη θυμάται σήμερα;

Tags: