The Conjuring 3 Review - Ένας τελευταίος εξορκισμός για τους Warrens;

Πόσο ασυγχώρητα κλισέ μπορεί να είναι ένα sequel;
12 Ιουνίου 2021 13:18
The Conjuring 3 Review - Ένας τελευταίος εξορκισμός για τους Warrens;

Το 3ο horror sequel από Το Κάλεσμα, κυκλοφόρησε και μάλιστα με τίτλο The Conjuring: The Devil Made Me Do It, δίνοντας συνέχεια στο διάσημο κινηματογραφικό σύμπαν υπερφυσικού τρόμου που δημιούργησε ο James Wan το 2013, αλλά το ζήτημα είναι ότι το νέο φιλμ προκάλεσε εύλογα την απορία γιατί διευρύνεται συνεχώς με κοινότοπα κεφάλαια η αρχική ιστορία;

Πόσο αμετανόητα συνηθισμένη μπορεί να αποδειχτεί ακόμη μία περιπέτεια των ‘Warrens’; Ο Michael Chaves επιμελήθηκε εν προκειμένω τη σκηνοθεσία σε σενάριο των James Wan και David Leslie Johnson-McGoldrick, ενώ η Vera Farmiga και ο Patrick Wilson επιστρέφουν στους γνώριμους ρόλους τους, δηλαδή ως το ζευγάρι ερευνητών του παραφυσικού ‘Lorraine’ και ‘Ed Warren’ αντίστοιχα. Το cast συμπληρώνουν επίσης οι: Ruairi O'Connor, Sarah Catherine Hook, Julian Hilliard, John Noble, Eugenie Bondurant, Shannon Kook και ο Ronnie Gene Blevins.

Το έργο αυτό αφορμάται από ένα πραγματικό γεγονός, τη δίκη του Arne Cheyenne Johnson για έναν φρικτό φόνο που έγινε στο Connecticut το 1981, αλλά αντλεί υλικό και από το βιβλίο The Devil in Connecticut του Gerald Brittle που αφορά στην εκδίκαση της υπόθεσης. Με φόντο αυτό το συμβάν, ο βασικός άξονας της ταινίας περιστρέφεται γύρω από τους ‘Warrens’ οι οποίοι επιχειρούν να εξιχνιάσουν μία από τις πιο σύνθετες περιπτώσεις στη μέχρι τώρα πορεία τους ως δαιμονολόγοι.

Θα θελήσουν λοιπόν, να λύσουν το μυστήριο που περιβάλλει το παραπάνω ειδεχθές έγκλημα έχοντας κάποιες πολύ μακάβριες υποψίες για πως συνέβη το φονικό.  Υποπτεύονται ότι ίσως έχουν να κάνουν με μία πολύ περίπλοκη περίπτωση κατάληψης του δράστη από σατανικό πνεύμα, κάτι που για πρώτη φορά στα χρονικά των Η.Π.Α. θα επικαλούνταν ένας κατηγορούμενος ως λόγο υπεράσπισής του στο δικαστήριο.

Το παρόν project ξεκινάει με έναν πρόλογο που ναι μεν βάζει το κοινό γρήγορα στο κλίμα, αλλά δυστυχώς δεν γίνεται να μην παρατηρήσει κανείς ότι ακολούθως η όλη ιδέα ως προς την απόδοσή της συχνά καταφεύγει σε σεναριακές ευκολίες και ατοπήματα που αποδυναμώνουν το σασπένς το οποίο συνόδευε την αρχή.

Σε ορισμένες σκηνές δεν λείπουν οι διακειμενικές αναφορές σε horror διαμαντάκια όπως αυτό του Εξορκιστή (1973), όμως κάτι τέτοιο θυμίζει μία σχεδόν στεγνή από έμπνευση απόπειρα να ανατρέξει κανείς σε οικεία μοτίβα ώστε να καταλήγει να καλύπτει όπως όπως τα κενά στην πλοκή μόνο και μόνο για να διασκεδάσει στιγμιαία τον θεατή με αυτό το τέχνασμα-περισπασμό.

Ο παράγοντας της ανατροπής είναι μάλλον αισθητά απόντας από εδώ, επειδή είναι πολύ ξεκάθαρο ότι το κουβάρι της αφήγησης ξετυλίγεται χωρίς ιδιαίτερες εκπλήξεις ή τρανταχτά αιφνίδιες τροπές, με αποτέλεσμα να καθίστανται πολλά σημεία του μύθου προβλέψιμα. Επιπλέον, κάποια τεκταινόμενα ροκανίζουν άσκοπα χρόνο λειτουργώντας περισσότερο ως fillers που στην πραγματικότητα δεν εξυπηρετούν και πολύ στην εξέλιξη της δράσης, στο χτίσιμο της αγωνίας και του φόβου για το άγνωστο, το απόκοσμο.

Ο σκηνοθέτης ουκ ολίγες φορές προτιμά να καταφύγει σε jump scares τα οποία δεν είναι και ιδιαίτερα δύσκολο να διαβλέψει κανείς ότι θα σημειωθούν. Συνεπώς, δικαιολογημένα απογοητεύεται ο δέκτης κάθε φορά που διαπιστώνει την επανάληψη, την προσκόλληση στο αναμάσημα μίας τέτοιας γραμμής.

Το The Conjuring: The Devil Made Me Do It προφανώς έχει ξεμακρύνει σημαντικά από τα ποιοτικά συστατικά ενός καθαρόαιμου μεταφυσικού horror που προκαλεί ρίγη. Στην ουσία, το κινηματογραφικό αυτό εγχείρημα δεν έρχεται να καθηλώσει όποιον το παρακολουθεί, ούτε θα κάνει κάποιον να παραλύσει από τρόμο και πανικό αφού η σκοτεινή δύναμη στη σφαίρα του ανεξήγητου εδώ έτσι όπως σκιαγραφείται, μοιάζει μάλλον με έναν πολύ λιγότερο αξιόμαχο εχθρό και εν τέλει αποδεικνύεται μία απειλή-φιάσκο.