The Irishman Review - Μία ξεχωριστή crime ιστορία!

Ο ‘Ιρλανδός’ του Scorsese σύστησε τον εαυτό του στο κοινό
21 Νοεμβρίου 2019 10:23
The Irishman Review - Μία ξεχωριστή crime ιστορία!

To βιογραφικό-γκανγκστερικό δράμα εποχής The Irishman του Martin Scorsese, εμπνευσμένο από το μυθιστόρημα του I Heard You Paint Houses του Charles Brandt, αποτελεί περίτρανη απόδειξη ότι ο ασυναγώνιστος αυτός σκηνοθέτης είχε για ακόμη μία φορά την τόλμη, την όρεξη και την έμπνευση να ανατρέξει σε γνώριμα λημέρια του κινηματογραφικού οργανωμένου εγκλήματος και με τα βαριά διαπιστευτήρια που έχει στο συγκεκριμένο είδος να μας χαρίσει ίσως το πιο ώριμο, σκοτεινά στοχαστικό και στιβαρό δείγμα δουλειάς του.

Σε σενάριο του Steven Zaillian και πολυδάπανη παραγωγή του Netflix μας αφηγείται μία ιστορία με επίκεντρο τον Frank Sheeran (Robert De Niro), έναν άνδρα βετεράνο του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου, που από οδηγός φορτηγών μετατρέπεται σε επαγγελματία εκτελεστή, αναμειγνυόμενος ενεργά με τις δραστηριότητες του νονού Russell Bufalino (Joe Pesci), ενώ αργότερα γίνεται διακεκριμένο στέλεχος του εργατικού σωματείου “International Brotherhood of Teamsters” με πρόεδρο τον Jimmy Hoffa (Al Pacino), η τύχη του οποίου αγνοείται από το 1975.

Το χρονικό της δράσης του φιλμ εκτείνεται σε βάθος σχεδόν πέντε δεκαετιών και μέσω αυτού πραγματοποιείται μία αναδρομή τόσο στη ζωή του παραπάνω προσώπου όσο και στο κοινωνικοπολεμικό περικείμενο της περιόδου που πραγματεύεται, παραδίδοντάς μας μαθήματα αμερικανικής Ιστορίας, φιλτραρισμένα μέσα από τον φακό του υποκόσμου.

Παρακολουθούμε πόσο ατμοσφαιρικά και ωμά ρεαλιστικά ξετυλίγεται το κουβάρι της πλοκής, με τον ήρωά της να «μας» διηγείται σε εξομολογητικό ύφος, κομβικής σημασίας συμβάντα από το παρελθόν του ως μπαρουτοκαπνισμένο μέλος της πιο σκληροπυρηνικής εκδοχής της παρανομίας. Ανακαλεί στην θύμησή του τις καταστάσεις που το έφεραν ώστε να εμπλακεί σε τέτοιες συναλλαγές, την ανέλιξή του στην ιεραρχία του εν λόγω τοπίου και πώς όλο αυτό επηρέασε τις σχέσεις του με την οικογένειά του. Όπως προαναφέρθηκε, στο όλο σκηνικό προστίθεται επίσης η γνωριμία και η συνεργασία του με τον μεγαλοσυνδικαλιστή Jimmy Hoffa (Al Pacino) που μετέπειτα «εξαφανίστηκε» αναπάντεχα.

Με σχεδόν φωτογραφική ακρίβεια και καλλιτεχνική μαεστρία αποτυπώνεται το γίγνεσθαι της μεταπολεμικής Αμερικής, καθώς μέσα από τα μάτια του Frank βλέπουμε πολλές φορές έκπληκτοι τις εξελίξεις που έλαβαν χώρα στον μικρόκοσμό του ο οποίος είχε την δύναμη να ανεβοκατεβάζει ακόμη και παρασκηνιακά διάφορα άτομα στην εξουσία.

Μάλιστα, αυτό που προσέχει κανείς είναι ο σαρκασμός και η συνωμοσιολογική χροιά που καλύπτει με εμφατικό τρόπο ανά σημεία κάποια πολιτικά γεγονότα σήμα-κατατεθέν του ‘60 και του ’70, όπως φερειπείν την εκλογή και την δολοφονία του τότε Προέδρου Kennedy, την αστάθεια στις σχέσεις Η.Π.Α. και Κούβας λόγω της κρίσης των πυραύλων. Ο δημιουργός μέσα από την ξεχωριστή του μανιέρα εκθέτει πολύ εύστοχα τα ζητήματα που διακυβεύονταν τότε ανάμεσα σε συγκεκριμένες ομάδες συμφερόντων με επιρροή και τις σημαντικές προεκτάσεις του δημόσιου βήματος που είχαν σε πολλά επίπεδα.

Ο Scorsese στο παρόν εγχείρημα επιστρατεύει τρία ιερά τέρατα της υποκριτικής, τους Οσκαρικούς Robert De Niro, Al Pacino και Joe Pesci και μας παραδίδει ένα στιβαρό project που αποτίνει ιδιαίτερο φόρο τιμής στην νοσταλγία για άλλες ταινίες-ορόσημα στην καριέρα του.

Από τη μία έχουμε τον De Niro να δίνει ρεσιτάλ ερμηνείας ως μία προσωπικότητα που υπακούει στον άγραφο κώδικα τιμής της μαφίας, εκπληρώνοντας στην πλειονότητα των περιπτώσεων απαρέγκλιτα το καθήκον που του αναθέτουν κάθε φορά, αποκόβοντας συνήθως τον εαυτό του από συναισθηματισμούς, ενοχές και έλεγχο συνειδήσεως με ελάχιστες εξαιρέσεις τον επίλογο και κάποια περιστατικά με την οικογένειά του. Ο Sheeran συναναστράφηκε και μυήθηκε στους κόλπους μίας σκληρής και χωρίς ενδοιασμούς κοινότητας που ουδέποτε συγχωρούσε λάθη και σπανίως έδινε δεύτερες ευκαιρίες. Αποκτώντας εμπειρία και φήμη στην “πιάτσα”, κατάφερε να δικτυωθεί, ενισχύοντας τις συναναστροφές του με διαβόητους παράγοντές της και γενόμενος το δεξί χέρι του ενός από αυτούς.

Ο Pesci από την άλλη, μετά από δέκα έτη απουσίας από το σινεμά, μόνο παροπλισμένος δεν είναι, αφού επανέρχεται δριμύτερος στον ρόλο ενός φλεγματικού «Αφεντικού», μίας εκ πρώτης όψεως ήρεμης δύναμης που όμως βάσει των δικών του προσταγμάτων κινούνται αγόγγυστα από τρίτους τα γρανάζια του δικού τους και άλλων συστημάτων.

Με την σειρά του έρχεται ο Al Pacino, υποδυόμενος με νεύρο έναν χαρακτήρα με πολλές εκρήξεις, ξεσπάσματα και παρορμητικότητα, αμετανόητα υπερόπτη και προκλητικό σε βαθμό που να μην αποδέχεται την ήττα του όταν αυτή κοντοζυγώνει, νιώθοντας ότι είναι στο απυρόβλητο και ότι μπορεί να πράττει όπως νομίζει χωρίς να είναι υπόλογος απέναντι σε κανέναν και για τίποτε.

Το cast συμπληρώνουν υποδειγματικά και οι: Ray Romano, Bobby Cannavale, Anna Paquin, Stephen Graham, Stephanie Kurtzuba, Jesse Plemons και ο Harvey Keitel, ενώ δεν μπορείς παρά να επαινέσεις την φωτογραφία του Rodrigo Prieto και τις μελωδίες του Robbie Robertson.

Αυτό που προσωπικά με ξένισε κάπως είναι η διάρκεια των 3,5 ωρών, κάτι που ενδεχομένως και να μπορούσε να μετριαστεί χωρίς αυτό να συνεπάγεται ότι θα χάσει κάτι ποιοτικά. Το σίγουρο είναι ότι η  μυθοπλασία αυτή δεν χάνει τον προσανατολισμό και τον σοβαρό της τόνο. Τα ειδικά εφέ που χρησιμοποιήθηκαν στα flash backs, με την τεχνολογία de-aging να γυρίζει τους βασικούς δρώντες στο άνθος της νιότης τους, με δίχασαν λιγάκι.

Ο Scorsese εν προκειμένω υιοθετεί μία πιο ενδοσκοπική προσέγγιση απλά λίγο πιο βραδυφλεγή σε ένταση και κλιμάκωση, με πιο συγκρατημένο τέμπο και μία αδιόρατη μελαγχολική διάθεση σε σύγκριση με άλλα εμβληματικά έργα της φιλμογραφίας του, όπως το Casino, το Goodfellas, το Raging Bull και το Taxi Driver. Ωστόσο, ακόμη και αυτήν η άποψη που υιοθετεί εδώ διαθέτει πάλι όλα τα αναγκαία εκείνα συστατικά για την ορθή σκιαγράφηση, την εμβάθυνση στα πρόσωπα και την διαμόρφωση ενός ζοφερά υπνωτιστικού κλίματος που σε τραβάει μέσα του αβίαστα.

Ο Ιρλανδός του Scorsese σου γνέφει να κάτσεις σε μια γωνιά δίπλα του, καθώς στη δύση του πια αναπολεί τα περασμένα. Άλλοτε φειδωλά θα ξεπηδήσουν από το μυαλό του μερικές φωτεινές αναλαμπές από το χθες, αλλά κυρίως θα μείνει σε όσα φέρουν ακόμα ανάγλυφο το αποτύπωμα της βίας στον ψυχισμό του. Τώρα, παραδομένος στην μοναξιά του και ελπίζοντας στα κρυφά να του δοθεί άφεση αμαρτιών, κάνει την αυτοκριτική και τον απολογισμό της ύπαρξής του, και ανοίγει τα χαρτιά του μπροστά σου.

Βρείτε την ταινία στο IMDB