Αν σας αρέσουν τα hack ‘n’ slash με RPG στοιχεία, μπολιασμένα με μπόλικη «Ιαπωνίλα» και δεν έχετε ασχοληθεί ακόμη με το NieR: Automata, τότε, σας παρακαλώ, κάντε το. Μετά από αρκετές προσπάθειες που ξεκίνησαν με τη σειρά Drakengard, ο Yoko Taro κατάφερε το 2017 να μας προσφέρει το (προς το παρών τουλάχιστον) Magnum Opus του. Με το Automata να αποδεικνύεται ως ένα από τα αριστουργήματα της γενιά του, ακολούθησε ευτυχώς και η ανάλογη εμπορική επιτυχία που άξιζε, καθώς κατά την ταπεινή μου άποψη αποτελεί ίσως και την πιο Kojima εμπειρία που δεν έφτιαξε ποτέ ο Kojima.
Τι ακριβώς είναι όμως το NieR που προηγήθηκε; Το αρχικό NieR κυκλοφόρησε στην Ιαπωνική αγορά για PS3 ως Nier Replicant και για Xbox 360 ως Nier Gestalt, με τη διαφορά τους να είναι πως ο χαρακτήρας που ελέγχαμε στο Gestalt ήταν μεγαλύτερος σε ηλικία . Στην δύση επιλέχθηκε μόνο η Gestalt έκδοση και για τα δύο συστήματα, κυκλοφορώντας υπό το όνομα NieR (σκέτο!) και γρήγορα απέκτησε cult status από τους λιγοστούς που το έπαιξαν. Ας δούμε, όμως, τι συμβαίνει με την έκδοση 1.22474487139... που μας απασχολεί και προφανώς πηγάζει από τη Replicant εκδοχή.
Ο νεαρός ήρωάς μας ζει σε ένα μικρό χωριό μαζί με τη Yonah, τη μικρή του αδερφή, η οποία πάσχει από μία θανατηφόρα ασθένεια. Εδώ προέκυπτε και η δεύτερη και ουσιαστικά τελευταία διαφοροποίηση των δύο παλαιότερων εκδόσεων, με τον πρωταγωνιστή του Gestalt να είναι ο πατέρας της μικρής. Στην προσπάθειά μας να σώσουμε την Yonah, θα βρούμε σύντομα σύμμαχο ένα μαγικό βιβλίο ονόματι Grimoire Weiss, ενώ παράλληλα για να βγάλουμε τα απαραίτητα προς το ζην αναλαμβάνουμε και διάφορα odd jobs που μας αναθέτουν οι κάτοικοι της κοινότητας και των γύρω περιοχών. Odd jobs για τα οποία θα μιλήσουμε παρακάτω…
Ο λόγος που δεν βλέπουμε ένα από τα συνηθισμένα remaster ή remake να συνοδεύουν τον τίτλο είναι πως ο ίδιος ο Taro, αν και ξεκίνησε με την πρόθεση του remaster, έχοντας κατά νου κυρίως ένα απλό upscale, κατέληξε σε κάτι πολύ πιο πλούσιο, που όμως δε θεώρησε τίμιο να ονομάσει remaster, ειδικά λαμβάνοντας υπόψη τον υπάρχοντα ανταγωνισμό. Βρισκόμενο, λοιπόν, σε αυτήν την ενδιάμεση κατάσταση το παιχνίδι θα πρέπει να εκληφθεί όπως θέλησε ο δημιουργός του, ως δηλαδή το νεότερο version update του Replicant, για αυτό και το χιουμοριστικό μακρινάρι που τo σηματοδοτεί.
Το παλιό NieR κέρδισε το κοινό του με την ιστορία του και τις φοβερές μουσικές του αλλά ταυτόχρονα χαντάκωσε τον εαυτό του, χαρακτηριζόμενο από προβληματικό gameplay, με μάχες αγγαρεία και μέτρια, ακόμα και για την εποχή τους, γραφικά. Προς αποφυγή παρεξηγήσεων, ειδικά από όσους τυχερούς έχουμε καταφέρει την μετάβαση στη νέα γενιά, θα πρέπει να ξεκαθαρίσω πως το νέο αυτό “update” κατασκευάστηκε έχοντας σαν βάση την έκδοση του PS4 και όχι τα πρόσφατα συστήματα. Έχοντας γνώση αυτού μπορώ να πω πως το τεχνικό ρεκτιφιέ που ανέλαβε η Toylogic είναι ικανοποιητικότατο. To framerate τρέχει ακατέβατο στα 60 fps και τα πρότινος μουντά, μη λεπτομερή γραφικά έχουν βελτιωθεί και ομορφύνει επαρκώς, έχοντας αναβαθμιστεί στα επίπεδα του Automata. Βέβαια, ο σχεδιασμός των χαρακτήρων δεν έχει αλλάξει, οπότε αν “cringαρετε” με το design της Kaine σίγουρα δε φταίτε εσείς. Το σύστημα μάχης, παρομοίως, έχει έρθει στα μέτρα του hack ‘n’ shoot διαδόχου του, παρουσιάζοντας μία πιο απλοποιημένη εκδοχή αυτού που συναντήσαμε στο Automata, παραμένοντας όμως διασκεδαστικότατο.
Στα του σεναρίου, ο κεντρικός μας στόχος του να βρούμε θεραπεία για την Yonah καθιστά το γενικότερο κλίμα κατά τι πιο ελπιδοφόρο, έναντι του απόλυτου νιχιλισμού που ξεχείλιζε στο Automata. Από το μέτα-αποκαλυπτικό αστικό τοπίο που διαδραματίστηκε η περιπέτεια της 2B, το Replicant μας μεταφέρει χιλιάδες χρόνια πίσω, στο 3645, με την ανθρωπότητα να βρίσκεται σε στάδιο ανασυγκρότησης σε ένα ως επί το πλείστον μεσαιωνικής χροιάς περιβάλλον. Το main quest έχει εμπλουτιστεί με ένα νέο κομμάτι που είχε κοπεί στο αρχικό και εμπεριέχει μάλλον το πιο φαντασμαγορικό boss fight του παιχνιδιού. Επιπροσθέτως, έχει δημιουργηθεί και ένα ολοκαίνουργιο πέμπτο ending. Αν τυχόν σας κάνει εντύπωση το νούμερο, καλό είναι να γνωρίζετε ότι το «το τερματίζω μια φορά και το αφήνω» δεν υφίσταται για παιχνίδι του Taro. Χονδρικά και θέλοντας να αποφύγω τα spoilers θα πρέπει να ολοκληρώσετε το παιχνίδι με έμφαση στο δεύτερο μισό του περίπου τρεις φορές. Το θετικό είναι πως κάθε νέο playthrough αποκαλύπτει περισσότερες πτυχές της ιστορίας, διατηρώντας το ενδιαφέρον και μόνο κάπου στη μέση ένιωσα την εμπειρία να χωλαίνει για λίγο.
Βασικό προαπαιτούμενο ώστε να δει κάποιος όλα τα endings εκτός από τα διαδοχικά playthroughs είναι να ολοκληρωθούν και κάποια συγκεκριμένα side quests. Τα οποία side quests, στο σύνολο τους, σοκάρουν με το πόσο αναχρονιστική είναι η λογική τους. Ναι μεν υπάρχουν κάποια που ξεχωρίζουν, επιβραβεύοντάς μας με αξιόλογες ανταμοιβές και μερικά ακόμα που “μένουν”, πραγματοποιώντας επίκληση στο συναίσθημα, αλλά κατά πλειοψηφία ερχόμαστε αντιμέτωποι με fetch quests βγαλμένα από τη βαθύτερη κόλαση του farming και του πισωγυρίσματος. Στοιχείο για το οποίο το παιχνίδι έχει πλήρη επίγνωση, με τους πρωταγωνιστές του να αναφέρονται σχετικά ουκ ολίγες φορές. Αυτό που παραδέχτηκα πάραυτα στο Replicant ήταν ότι με ώθησε να θέλω να κάνω τα πάντα, όπως και έπραξα πάρα του τετριμμένου της φύσης τους. Όμως, αναμφισβήτητα, αποτελεί τεράστιο λάθος και διατηρείται αδιόρθωτο το ότι δεν παρέχονται επαρκείς πληροφορίες για το πως να ολοκληρωθούν τα πιο απαιτητικά εξ αυτών.
Eιδικά τα πιο εξεζητημένα quests που σχετίζονται με ψάρεμα και κηπουρική δε μπορώ να πιστέψω πως υπάρχει σώφρων άνθρωπος στον πλανήτη που θα τα ολοκληρώσει χωρίς εξωτερική βοήθεια. Σίγουρα ήταν “γενναία” η απόφαση της Toylogic να τα διατηρήσει απείραχτα, ώστε να παραμείνει αναλλοίωτος ο χαρακτήρας του αρχικού, καθότι το grinding είναι από τα σημεία που θα θυμόμαστε από το παιχνίδι. Τουλάχιστον, στην έκδοση του Series X τα loading times δεν διαρκούν ποτέ πάνω από πέντε δευτερόλεπτα. Έτσι, με την απουσία στιγμιαίου fast travel ala Assassin’s Creed και με τον μηχανισμό που επιτρέπει αμεσότερη μετάβαση στον μισό σχεδόν κόσμο του παιχνιδιού να αργεί να ξεκλειδωθεί, δύναται από νωρίς η νέο εισαχθείσα επιλογή να χρησιμοποιούμε έναν αγριόχοιρο για να καλύπτουμε γρηγορότερα τις αποστάσεις που απαιτεί το ανηλεές backtracking, καθιστώντας την κατάσταση σημαντικά πιο βιώσιμη. Συνεπώς, ακόμα και αν δεν σας ενδιαφέρει να τα δείτε όλα, πραγματοποιήστε το σχετικό side quest.
Όσον αφορά τους completionists, φροντίστε να έχετε ολοκληρώσει το 50% των side quests και να έχετε στην κατοχή σας εννέα όπλα πριν πάτε να πάρετε το Vapor Moss, όταν αυτό σας ζητηθεί. Εξίσου σημαντικό, αν και γενικά δεν συνάντησα bugs και glitches στις περίπου 50 ώρες ενασχόλησης: Υπήρξε μία μοναδική περίπτωση όπου ένα διαθέσιμο side quest μεταφέρθηκε ανεξήγητα στην λίστα των uncompletable. Συνεπώς καλό θα ήταν να ελέγχετε την συγκεκριμένη πριν κάνετε overwrite κάποιο save.
Κλείνοντας, η μουσική του studio MoNACA ήταν εξαρχής από τα πολύ δυνατά σημεία του NieR και φυσικά αυτό συνεχίζει να ισχύει, με τα χορωδιακά θέματα να κυριαρχούν, εξυψώνοντας την ατμόσφαιρα, ενώ υπάρχει και η καλοδεχούμενη δυνατότητα εναλλαγής με το OST του Automata που συνεισφέρει στο να σπάσει η επαναληψιμότητα των διαδοχικών playthroughs.
Ευχάριστη έκπληξη ήταν και το Αγγλικό dub, το οποίο πια είναι fully voiced over για όλους τους χαρακτήρες και το επίπεδο είναι εξαιρετικό. Ειδικά ο Liam O’Brien στον ρόλο του Weiss είναι απολαυστικός και ξεχωρίζει έναντι της υπόλοιπης κομπανίας. Είναι από τις λίγες φορές που δεν θα προτείνω ευθύς αμέσως το αυθεντικό Ιαπωνικό σε τίτλο του είδους.
Ακολουθήστε το Unboxholics.com στο Google News για να μαθαίνετε πρώτοι τα τελευταία νέα για τεχνολογία, videogames, ταινίες και σειρές. Ακολουθήστε το Unboxholics.com σε Facebook, Twitter, Instagram, Spotify και TikTok.