Εκατό χρόνια συμπληρώνονται φέτος από την ανακωχή της 11-11-1918, γνωστής και ως Armistice Day, η οποία σηματοδότησε το τέλους του πρώτου παγκοσμίου πολέμου. Μία επέτειος που δεν θα μπορούσε να μείνει ανεκμετάλλευτη από τον Yoan Farnice, τον Γάλλο δημιουργό το ενδιαφέρον του οποίου για τον 1ο Π.Π. μας πρωτόαπασχόλησε με το πολύ καλό Valiant Hearts του 2014.
Ο Καναδός Harry (Elijah Wood) είναι ένας νεαρός επίδοξος φωτογράφος που κατατάσσεται αποχωρώντας για το μέτωπο με την ελπίδα να κερδίσει την προσοχή και την καρδιά της αγαπημένης του. Ο φαινομενικά αντίπαλός του και γηραιότερος Γερμανός Kurt (Sebastian Koch) προσφέρει αρχικά τις υπηρεσίες του στην “μηχανή του πολέμου” ως εργαζόμενος σε εργοστάσιο παραγωγής Zeppelin, εγκαταλείπει όμως την ασφάλεια της άμαχης ιδιότητάς του, όταν μαθαίνει πως ο γιος του αγνοείται. Στην πορεία του παιχνιδιού οι δύο πρωταγωνιστές θα συναντηθούν, πλέκοντας μία ιστορία με έντονα αντιπολεμικά διδάγματα και γνώμονα την ματαιότητα του πολέμου, ιδίως για τους απλούς ανθρώπους.
Η σεναριακή δομή και ανάπτυξη του τίτλου θυμίζει περισσότερο μία τρίωρη επική ταινία του είδους, παρά ένα blockbuster του Σαββατόβραδου, καθώς φτάνοντας στην πρώτη και αρκετά προβλέψιμη κορύφωση που θα περίμενε κανείς πως θα οδηγήσει άμεσα στο φινάλε, συνειδητοποιούμε πως βρισκόμαστε μόνο στο μέσο της διαδρομής. Εντύπωση προκαλούν τα συναισθήματα των χαρακτήρων ενώ βαδίζουν προς την επικείμενη σύγκρουση, όπου η εκατέρωθεν σιγουριά για τη νίκη και μία ανησυχητική αίσθηση δικαίου και αφθαρσίας έναντι της αντίπαλης πλευράς προσδίδουν μία παιδική αντίληψη περί τα του πολέμου. Αυτή η αθώα αντιμετώπιση συμβαδίζει με τα αγαθά εφαλτήρια των πρωταγωνιστών, τον αγνό έρωτα και την γονική αγάπη, αλλά και απεικονίζει ρεαλιστικά τις σκέψεις των πραγματικών συμμετεχόντων του 1ου Π.Π. αφού κανείς δεν μπορούσε να διανοηθεί τις δίχως προηγούμενο, σε κλίμακα έστω, φρικαλεότητες που θα βίωναν. Άγουρες και ανώριμες σκέψεις που δυστυχώς παρατηρούνται μέχρι και σήμερα. Η ρομαντική απεικόνιση, όχι αντίληψη, που επικρατεί λειτουργεί προς όφελος του παιχνιδιού, όταν αυτό θέλει να αποκαλύψει το πραγματικό ανηλεές πρόσωπο του πολέμου, με το παραμυθένιο πέπλο να διαλύεται αμέσως σε στιγμές που πραγματικά κατάφεραν να μου “παγώσουν το αίμα”.
Προχωρώντας στον “παικτικό” τομέα, το 11-11 αγγίζει επικίνδυνα τα όρια της interactive εμπειρίας αντί ενός videogame. Τον walking simulator κορμό του προσπαθούν να εμπλουτίσουν με gameplay κάποια διάσπαρτα mini games και stealth κομμάτια, τα οποία όμως είναι πολύ εύκολα και σύντομα. Το μοναδικό στοιχείο που παρουσιάζει κάποια ελάχιστη πρόκληση και λόγω αυτής θυμίζει κανονικό παιχνίδι είναι η συλλογή collectibles που ξεκλειδώνουν επιπρόσθετα μέρη της ιστορίας. Αυτό όμως το μοναδικό χαρακτηριστικό που δημιουργεί την ψευδαίσθηση παιχνιδιού προκαλεί και τα δύο μεγαλύτερα αρνητικά του, αφού πρώτον η συμπλήρωση του κάθε σετ που ξεκλειδώνει το εκάστοτε κομμάτι δεν είναι ιδιαίτερα εύκολη και πολλές φορές θα προχωρήσετε σε επόμενο επίπεδο εν αγνοία σας πριν καταφέρετε να βρείτε όλα τα αντικείμενα που απαιτούνται και δεύτερο και σημαντικότερο η διαδικασία της εξερεύνησης καταστρέφει κάθε έννοια δραματικής ατμόσφαιρας στις πιο έντονες στιγμές του, όταν για παράδειγμα βρίσκεστε σε ένα πεδίο μάχης και πρωταρχική σας έγνοια είναι η εύρεση αντικειμένων και όχι η επιβίωση.
Παρά τις σημαντικές του αδυναμίες, το 11-11 καταφέρνει να μας αποζημιώσει και να μας κρατήσει μέσω του απίστευτου εικαστικού του. Η μηχανή γραφικών που δημιούργησε το στούντιο Aardman (Wallace & Gromit) προσφέρει κάτι πρωτόγνωρο, με όλο το παιχνίδι να είναι ουσιαστικά ένας ζωντανός κινούμενος πίνακας ζωγραφικής εξπρεσιονιστικής τάσης. Το τελικό αποτέλεσμα είναι τόσο επιτυχημένο που σοκάρει ευχάριστα στην πρώτη επαφή και αυτή η πρώτη αίσθηση εντυπωσιασμού αργεί να σβήσει. Δεν πιστεύω πως δύναται κάποιος να ασχοληθεί με τον τίτλο, χωρίς να χαραχθεί στην μνήμη του.
Το οπτικοακουστικό συμπληρώνεται επάξια από το ηχητικό κομμάτι όπου ξεχωρίζει η υπέροχη μουσική επένδυση του συνθέτη Olivier Deriviere με ένα από τα καλύτερα soundtrack της χρονιάς. Στα voice overs ο Elijah Wood δικαιολογεί την φήμη του και ο όχι και τόσο γνωστός Sebastian Koch στον ρόλο του Kurt παρουσιάζει μία εξίσου υψηλού επιπέδου ερμηνεία, με τους δύο ηθοποιούς να προκαλούν αμφότεροι το ενδιαφέρον μας για την τύχη των πρωταγωνιστών.
Ακολουθήστε το Unboxholics.com στο Google News για να μαθαίνετε πρώτοι τα τελευταία νέα για τεχνολογία, videogames, ταινίες και σειρές. Ακολουθήστε το Unboxholics.com σε Facebook, Twitter, Instagram, Spotify και TikTok.