Τρομακτικές στιγμές σε βιντεοπαιχνίδια που μας έκοψαν τον ύπνο

Αναπολώντας τρομακτικές εμπειρίες
10 Ιανουαρίου 2019 11:03
Τρομακτικές στιγμές σε βιντεοπαιχνίδια που μας έκοψαν τον ύπνο

Προσοχή το παρόν κείμενο ενδέχεται να περιέχει spoilers

Σίγουρα όλοι έχουμε να πούμε ιστορίες τρόμου που βιώσαμε σε βιντεοπαιχνίδια. Βέβαια το τι τρομάζει και θεωρεί ο καθένας τρομακτικό είναι εντελώς υποκειμενικό. Προσωπικά είμαι από αυτούς που δεν τρομάζουν εύκολα κι αυτό συμβαίνει διότι από πολύ νεαρή ηλικία έχω εντρυφήσει στο τρομακτικό πολύ πριν τα βιντεοπαιχνίδια μπουν στη ψυχαγωγική μου δραστηριότητα. Ξεκίνησα (κρυφά αρχικά) με τα ξαδέρφια μου να παρακολουθώ ταινίες τρόμου που μετέδιδε κάθε Παρασκευή η τηλεόραση μετά τις 12. Ξέρεις πως…στα κλασικά διώροφα κρεβάτια, 3-4 άτομα στο κάτω με κουβέρτες στερεωμένες στο πάνω να πέφτουν γύρω μας για ασφάλεια και φυσικά ο απαραίτητος φακός που πάντα τύχαινε να χαλάει κατά τη διάρκεια της προβολής! Και φαντάσου τώρα να βλέπεις την 7η Πύλη της Κολάσεως ή το Πνεύμα του Κακού και να θες να πας τουαλέτα ή για νερό στην κουζίνα…Αργότερα ήρθαν σειρές όπως το Friday the 13th: The Series, The Stand και Twin Peaks, αλλά και ταινίες στη χρυσή εποχή της βιντεοκασέτας όπως  Ο Εφιάλτης στο Δρόμο με τις Λεύκες, το Hellraiser και πολλές ακόμα, για να επικυρώσουν το horror genre ως αγαπημένο. Για να καταλάβεις πιο πολύ απολάμβανα τις ταινίες τρόμου παρά τα καρτούν.

Φυσικά αυτό που λένε ότι οι ανήλικοι δεν πρέπει να βλέπουν τέτοια θεάματα διότι διαστρεβλώνουν τον χαρακτήρα τους δεν υφίσταται, γιατί εκτός από το να τεμαχίζω αθώους teenagers στον ελεύθερο χρόνο μου και να καλώ με πεντάλφες πνεύματα δε θεωρώ ότι επηρεάστηκα! Πέρα από τη πλάκα η υπερπροστασία και η έλλειψη επικοινωνίας θα έπρεπε κανονικά να τρομάζει όλη αυτή την ανήσυχη μάζα, η οποία τις περισσότερες φορές εν άγνοία της ενεργεί έτσι. Στο χέρι σου είναι να τους το γνωστοποιήσεις, αλλά κυρίως να κερδίσεις την εμπιστοσύνη αυτή. Από κει και πέρα τα πράγματα θα είναι εύκολα, τόσο εύκολα όσο να πεις πέντε φορές Bloody Mary στο καθρέπτη σου (έλα σίγουρα το’ χεις κάνει!)

Τα βιντεοπαιχνίδια τρόμου, λοιπόν, ήρθαν στη ζωή μου στη φάση που είχα πάθει πλήρη ανοσία στο τρομακτικό. Δεν αναζωπύρωσαν απλά εκ νέου το ενδιαφέρον μου στο genre αυτό, αλλά με έκαναν να αρχίσω να ασχολούμαι με τα video games. Βέβαια μη νομίζεις… ακόμα ανοσία έχω. Πολύ σπάνια να μη προβλέψω το πώς θα πάει η ιστορία ή τις τεχνικές που ακολουθούνται για να προκαλέσουν τρόμο. Και για να ξηγούμαι τα splatter τα θεωρώ κωμικά και δεν εκτιμώ καθόλου μα καθόλου τα jump scares. Και τα μεν και τα δε είναι ένας πολύ φθηνός τρόπος και τεμπέλικος. Ναι εντάξει στα παιχνίδια το ζεις λίγο έως πολύ παραπάνω εξαιτίας της διαδραστικότητας, αλλά και πάλι παιχνίδια που βασίζονται αποκλειστικά σε αυτό τρώνε "άκυρο" από μένα.

Οι παρακάτω λοιπόν περιπτώσεις είναι μερικές από αυτές που πραγματικά με έκαναν να αγχωθώ, να πανικοβληθώ και να φωνάξω. Είμαι σίγουρος ότι κι εσύ που τις έχεις βιώσει θα συμφωνήσεις. Έλα να τις θυμηθούμε!


Resident Evil

Ναι, το ξέρω ότι οι περισσότεροι έχετε τρομάξει με τη σκηνή στο πρώτο Resident Evil που το σκυλί σπάει το τζάμι και μπαίνει μέσα στο σπίτι, αλλά αυτό που έζησα πρώτη φορά στο Resident Evil 2 το ξεπερνάει. Για όσους δεν ξέρουν το παιχνίδι ξεκινά με τον Leon και την Claire ύστερα από ένα ατύχημα στην κατακλυσμένη από ζόμπι πόλη, να χωρίζουν οι δρόμοι τους κατευθυνόμενοι προς το αστυνομικό τμήμα που υποτίθεται θα ήταν πιο ασφαλές. Φτάνοντας με τα χίλια ζόρια σε αυτό έχεις ελάχιστες σφαίρες στο handgun και η ζωή σου είναι στο caution. Πηγαίνοντας να ανοίξεις μια πόρτα βλέπεις από την έξω μεριά του παραθύρου μια φιγούρα να περπατά και να χάνεται γρήγορα. Σίγουρα κάτι καλό δεν θα’ ναι! Ανοίγεις την πόρτα και φτάνεις σε ένα στενό διάδρομο όπου στη αρχή του κείτεται ένα ακέφαλο πτώμα. Στο τέλος του υπάρχει η πόρτα που πρέπει να βγεις και πριν από αυτή στη μέση του ένα πράσινο φυτό που αναπληρώνει τη ζωή. Πηγαίνοντας να πάρεις το φυτό με τη προσοχή σου καρφωμένη στο πτώμα μη τυχών και ζωντανέψει, ξαφνικά μπαίνει εκείνο το ανατριχιαστικό cut-scene που σου παρουσιάζει πρώτη φορά το licker να περπατά ανάποδα στο ταβάνι. Ένα σχεδόν τυφλό πλάσμα αλλά με εξαιρετική ακοή, δηλητηριώδη μακριά γλώσσα και νύχια ικανά να αποκεφαλίσουν άνθρωπο στη στιγμή. Με το που τελειώνει το cut-scene, το licker σκάει στο πάτωμα με το κεφάλι του στραμμένο σε σένα και μένει ακίνητο.

Οι σφαίρες στο αδύναμο handgun δε φτάνουν ούτε κατά διάνυα για να το σκοτώσεις. Οι σκέψεις που σου περνούν απ’ το μυαλό είναι να κάνεις ησυχία μέχρι να στρέψει το κεφάλι του αλλού για να μπορέσεις να το προσπεράσεις τρέχοντας στην έξοδο και να προλάβεις στη διάρκεια αυτή να πάρεις και το φυτό που έχεις ανάγκη. Πριν προλάβεις να ολοκληρώσεις την σκέψη σου το πλάσμα αρχίζει να κινείται αργά προς το μέρος σου με τα νύχια του να ακούγονται καθώς χτυπούν στο πάτωμα και η ανάσα του να βγαίνει σαν αυτή στο Ju-on. Φτάνοντας σε απόσταση 2 μέτρων από σένα σταματά σηκώνει το κεφάλι του και μυρίζει τον αέρα. Είσαι σίγουρος ότι πλέον έχει αντιληφτεί τη παρουσία σου. Οπότε πριν τα πράγματα γίνουν χειρότερα αποφασίζεις να τρέξεις παίζοντάς τα όλα για όλα.

Με το που κάνεις τον μοχλό μπροστά το licker πετάγεται στον αέρα και σε χτυπά με τα νύχια του κατεβάζοντάς σου τη ζωή στο danger. Στα παλιά Resident Evil αυτό σημαίνει ότι ο χαρακτήρας σου κουτσαίνει και πάει αργά σχεδόν σέρνοντας τα πόδια του. Ε, λοιπόν αλήθεια στο λέω… μέχρι να φτάσω στη πόρτα διαφυγής σερνόμενος με τη ζωή στο danger, χωρίς φυτό για ενέργεια και με το licker να τρέχει ουρλιάζοντας πίσω μου, έζησα τη πρώτη χειρότερη εμπειρία σε βιντεοπαιχνίδι. Η διαδρομή μου φάνηκε αιώνας, ενώ από τα ξεφωνητά μέχρι να ανοίξω τη καταραμένη αυτή πόρτα πρέπει να ακούστηκα σε όλο το τετράγωνο. Και σκέψου αυτή ήταν μόνο η αρχή. Το παιχνίδι ήταν γεμάτο από τέτοια σκηνικά…


Clock Tower

Δίπλα στο σχολείο υπήρχε ένα μαγαζί που πουλούσε video games. Αυτός λοιπόν ήταν ο ξακουστός Περούκας. Έρχεται λοιπόν ένας φίλος τότε και μου λέει: «Αν θέλεις καλό παιχνίδι θρίλερ θα πας στον Περούκα ξέρει αυτός…».  Πάω λοιπόν εκεί, χτυπάω το κουδούνι, έρχεται ένας τύπος γύρω στα 45 και λέω χαμηλόφωνα κοιτώντας καχύποπτα γύρω μου: «Καλησπέρα, ο Κύριος Περούκας;» «Όχι» μου λέει και μένω κάγκελο! Γυρίζω τον κοιτάζω και βλέπω ότι στο κεφάλι του φόραγε περούκα! Που να φανταστώ εγώ ότι το Περούκας ήταν παρατσούκλι; Άλλωστε στο σχολείο είχα συμμαθήτρια που την έλεγαν 'Τσιμπούκη', το Περούκας θα μου φαινόταν περίεργο; Μετά την στιγμή αυτή ντροπής και για να μη τα πολυλογώ μου πρότεινε το Clock Tower. Το παιχνίδι αυτό ήταν point n’ click και καταπιανόταν με μια ρεπόρτερ που αναλάμβανε την υπόθεση ενός serial killer με μια τεράστια ψαλίδα. Στην αρχή του παιχνιδιού η ρεπόρτερ πηγαίνει σε ένα κολέγιο προκειμένου να πάρει συνέντευξη από μια φοιτήτρια που είχε επιβιώσει από την επίθεσή του. Φτάνοντας βράδυ εκεί κι ενώ μιλούσε με το φύλακα, ο μανιακός εμφανίζεται και τον αποκεφαλίζει μπροστά της με μια κίνηση. Περιττό να αναφέρω ότι ο παίκτης δεν έχει τίποτα να αμυνθεί.

Το μόνο που μπορεί να κάνει είναι να κρυφτεί και να βάλει παγίδες καθυστερώντας τον μέχρι να καταφέρει να βρει τρόπο να δραπετεύσει. Πηγαίνεις λοιπόν σε κάποια φάση στην αίθουσα πληροφορικής, η οποία είναι μια μικρή αίθουσα με έναν στενό διάδρομο στη μέση και υπολογιστές στη δεξιά κι αριστερή μεριά. Την απόλυτη ησυχία ύστερα από το κυνηγητό που έφαγες πριν λίγο, διακόπτει ο ήχος από ένα φωτοτυπικό μηχάνημα. Πας κοντά και μπαίνει cut-scene συνοδευόμενο από μια ανατριχιαστική μουσική που δείχνει σε ένα κομμάτι χαρτί το μήνυμα «έρχομαι για σένα». Και την ώρα λοιπόν που κάνεις να φύγεις μπαίνει μέσα αυτός ανοιγοκλείνοντας την ψαλίδα του και καθώς προχωρά προς το μέρος σου ανοίγουν οι οθόνες των υπολογιστών με το μήνυμα KILL, KILL, KILL να εμφανίζεται διαδοχικά. Ήταν από εκείνες τις στιγμές που παγώνεις και νιώθεις τον πανικό να σε κατακλύζει σιγά σιγά σαν να ανοίγεις λογαριασμό της ΔΕΗ! Το μόνο που μπορείς να κάνεις είναι να τρέξεις σχεδόν δίπλα του ελπίζοντας να μη σε κάνει σουβλάκι!

Μετά από μια αδιάφορη συνέχεια ήρθε το 2003 το Clock Tower 3 για να δώσει νέα πνοή στη σειρά. Αυτή τη φορά μεταπήδησε από το point n’ click στο εντελώς action παραμένοντας ωστόσο πιστό στον χαρακτήρα του. Όπως δηλαδή ότι πάλι όπλα δεν υπήρχαν και έτρεχες να κρυφτείς, αλλά αυτή τη φορά αντί για παγίδες είχες κάτι σαν αγιασμό που έκαιγε προσωρινά τους θηρευτές σου μέχρι να καταφέρεις να ξεφύγεις. Βέβαια τα πράγματα έγιναν ακόμα χειρότερα με το panic meter που προστέθηκε. Μια μπάρα η οποία κάθε φορά που ο δολοφόνος σε πλησίαζε ή σε αιφνιδίαζε αυτή γέμιζε. Όταν τερμάτιζε, η οθόνη θόλωνε και η πρωταγωνίστρια πάνω στο πανικό της έχανε τα βήματα κι έπεφτε κάτω. Η ιστορία ξεκινά με τη δεκατετράχρονη Alyssa, η οποία δέχεται στο σχολείο που φοιτά ένα γράμμα από την μητέρα της που γράφει να κρυφτεί μέχρι τα 15α γενέθλιά της. Εκείνη βέβαια πηγαίνει στο πατρικό της για να δει τι συμβαίνει και τότε ξεκινούν όλα. Ναι, το σενάριο ξεκινά καλά, βέβαια όσο περνάει η ώρα αρχίζεις να αντιλαμβάνεσαι ότι είναι αυτό που λέμε «ότι να’ ναι».

Η Alyssa ξαφνικά μεταφέρεται στο χρόνο για να διαλευκάνει ιστορίες δολοφονίας, από τις οποίες τα θύματα έχουν κολλήσει στον υλικό κόσμο γιατί είναι δεμένα με κάποιο αντικείμενο, το οποίο η Alyssa πρέπει να βρει και να εξαγνίσει, γιατί όλα αυτά έχουν να κάνουν με την κληρονομιά της, της  οποίας το σόι ήταν κάτι σαν spiritual αμαζόνες που πολεμούσαν την κακή οικογένεια των Burroughs, απ’ την οποία καταγόταν και ο ψαλίδας από το Clock Tower 1. Κατάλαβες τίποτα; Ε, ούτε αυτοί που το γράψανε κατάλαβαν, αλλά δεν έχει σημασία! Αυτό που έχει ήταν το gameplay. Κάθε φορά που έσκαγε κάποιος δολοφόνος και σε κυνηγούσε έμπαινε μια αγχωτική μουσική, όπου παρέα με το panic meter ήταν από τις πιο έντονες εμπειρίες κυνηγητού και πανικού που είχα βιώσει μέχρι τότε! Δε θα ξεχάσω ποτέ αυτό το «Alyssa, where are you?» του δολοφόνου και τα βρισίδια που έριχνα στη πρωταγωνίστρια κάθε φορά που αυτή σκόνταφτε πάνω στο κυνηγητό!  Πρέπει να είχαν ξεπεράσει αυτά προς τη Lara Croft μετά από ένα αποτυχημένο άλμα που κατέληγε με σπασμένο λαιμό!


Silent Hill

Και πάνω που νόμιζες ότι τα είχες δει όλα, κυκλοφορεί το 1999 το Silent Hill ανατρέποντας ότι είχαμε βιώσει, ακλουθώντας ψυχολογική προσέγγιση σε σχέση με την B Movie «καλτίλα» των Resident Evil, επαναπροσδιορίζοντας το είδος των survival horror παιχνιδιών. Ο Harry Mason πηγαίνει οδικός μαζί με την υιοθετημένη κόρη του Cheryl στην πόλη Silent Hill, όπου μετά από ένα ατύχημα διαπιστώνει ξυπνώντας ότι η κόρη του να αγνοείται. Είναι μέσα καλοκαιριού, δεν υπάρχει ψυχή κι ομίχλη έχει περικυκλώσει τη πόλη, η οποία μοιάζει να είναι αποκομμένη, αφού όλοι οι δρόμοι (οι οποίοι έχουν ονόματα από γνωστούς συγγραφείς τρόμου) έχουν καταρρεύσει. Όπως βλέπεις με το καλημέρα η Team Silent παραδίδει μαθήματα χτισίματος ατμόσφαιρας. Ψάχνοντας να τη βρει μπαίνει σε ένα στενό δρομάκι και βλέπει στο έδαφος υπολείμματα από ένα απροσδιόριστο πτώμα. Υπόψιν στο inventory σου έχεις μόνο έναν αναπτήρα! Συνεχίζοντας το δρομάκι αυτό ξαφνικά ακούγονται σειρήνες και η μέρα γίνεται μονομιάς νύχτα χωρίς κανένα φως γύρω! Βγάζεις τον αναπτήρα σου με τον οποίο βλέπεις λίγο πιο πέρα απ’ τη μύτη σου και προχωρώντας ακούς έναν ήχο τριξίματος. Πλησιάζεις και βλέπεις ένα αναπηρικό καροτσάκι ανάποδα με τη ρόδα του –απ’ την οποία προέρχεται το τρίξιμο- να γυρίζει ακόμα.

Εκεί ξεκινά και μπαίνει η πιο απόκοσμη μουσική (Akira Yamaoka) που είχα ακούσει ποτέ σε παιχνίδι, η οποία κορυφώνεται σε κάθε βήμα του πρωταγωνιστή. Τα πάντα γύρω μοιάζουν σκουριασμένα και σάπια. Το δρομάκι γίνεται ολοένα και πιο στενό. Πιο κάτω υπάρχει ένα φορείο νοσοκομείου με ένα πτώμα σκεπασμένο. Αναρωτώμενος πως βρέθηκε αυτό εκεί το προσπερνάς και φτάνεις σε ένα σιδερένιο φράχτη όπου πάνω υπάρχει ένα ανθρωπόμορφο ξεκοιλιασμένο πτώμα. Ε, και την ώρα λοιπόν που γυρνάς πίσω να φύγεις, βλέπεις 4-5 σαν δαιμονικές παιδικές φιγούρες με μαχαίρια να σε περικυκλώνουν και να σε καρφώνουν με αυτά χωρίς να μπορείς να ξεφύγεις! Εκεί λες πάει game over! Αφήνεις το controller κάτω και δείχνει βίντεο με τον χαρακτήρα να ξυπνά σε ένα εστιατόριο με μια μυστηριώδη αστυνομικό με την οποία όπως όλα δείχνουν είστε οι μόνοι ζωντανοί στη πόλη.

Τόσα χρόνια μετά όλα αυτά μπορεί να σου φαίνονται γνωστά και να είσαι εξοικειωμένος με αυτή τη σαπίλα και την παράνοια του Silent Hill, όμως τότε αυτά ήταν πρωτόγνωρα για τα δεδομένα των βιντεοπαιχνιδιών. Ήταν και ακόμα φυσικά είναι υλικά ικανά να κάνουν κάθε fan του horror genre να κυλήσει δάκρυα ευτυχίας! Μυστήριο, ατμόσφαιρα, σενάριο και τρόμος δομημένα έτσι ώστε να προκαλούν εφιάλτες! Το Silent Hill δεν ήταν απλά ένα ακόμα παιχνίδι τρόμου, ήταν η επιτομή και το ξεκίνημα μιας νέας εποχής στα παιχνίδια του είδους. Ήταν κάτι που ποτέ δεν είχαμε ξαναδεί. Κι’ αυτό συνεχίστηκε στο Silent Hill 2 σε ακόμα μεγαλύτερο βαθμό. Ο James λαμβάνει ένα γράμμα απ’ τη γυναίκα του που λέει ότι τον περιμένει στο αγαπημένο τους μέρος όπου της είχε υποσχεθεί ότι θα την πήγαινε. Μόνο που αυτό είχε γίνει 3 χρόνια πριν όταν εκείνη ήταν ακόμα ζωντανή! Φτάνοντας εκεί βρίσκει τη Maria ή οποία είναι ίδια η γυναίκα του αλλά του λέει πως δεν είναι αυτή. Η Maria είναι ο πιο αινιγματικός χαρακτήρας που έχω συναντήσει ποτέ μέχρι και σήμερα σε video game.

Η Team Silent έπαιζε πολύ ύπουλα με τη ψυχολογία σου. Οι χαρακτήρες του ήταν εντελώς απρόβλεπτοι, δεν μπορούσες να είσαι σίγουρος ποιοι είναι φίλοι σου και ποιοι όχι. Τι είναι και τι δεν είναι πραγματικό. Το σενάριο, τα περιβάλλοντα που άλλαζαν συνεχώς, οι εχθροί, τίποτα δεν ήταν προβλεπόμενο κι’ αυτό για μένα είναι το Α και το Ω για το καλό horror. Δε θα ξεχάσω ποτέ τον πανικό του πρώτου εχθρού, τον οποίο είχα πυροβολήσει και νόμιζα νεκρό, να τρέχει στο πάτωμα σαν κατσαρίδα. Τον τρόμο σε κάθε άκουσμα της λεπίδας του Pyramid Head να σέρνεται στο πάτωμα, ο οποίος μάλιστα μπορεί να εμφανιζόταν μπορεί και όχι και την Maria με το αλλόκοτο βλέμμα της να μου λέει αγγίζοντάς με στο πρόσωπο ότι «Δεν έχει σημασία τι πραγματικά είναι αληθινό, αρκεί να το νιώθεις».


Dead Space

Μετά από μια τεράστια λειψυδρία από παιχνίδια τρόμου κι εκεί που δεν το περίμενε κανείς, κάνει το 2008 την εμφάνισή του το Dead Space μέσα από ένα πολύ όμορφα αρρωστημένο τρέιλερ υπό τον ήχο του γνωστού νανουρίσματος «Twinkle Twinkle Little Star» και το πιασάρικο υπότιτλο ότι «κανείς δε μπορεί να ακούσει τα ουρλιαχτά σου στο διάστημα». Οι φίλοι των sci-fi μετά τα τόσα αποτυχημένα παιχνίδια με Aliens, η αλήθεια είναι ότι διψούσαμε να δούμε κάτι αξιόλογο με αυτή τη θεματολογία. Βέβαια για να τα λέμε τα πράγματα ως έχουν, κανένας αρχικά δε πίστεψε ότι ένα σχετικά άγνωστο στούντιο της ΕΑ θα έβγαζε τέτοιο παιχνίδι. Κι ευτυχώς για καλή μας τύχη όχι μόνο μας εξέπληξε, αλλά το studio έγινε γνωστό μέσω του παιχνιδιού και μετονομάστηκε σε Visceral Games.

Η ΕΑ ωστόσο εκτίμησε τόσο πολύ την αξία του που τους έδωσε να κάνουν το Battlefield Hardline, το Dead Space 3 co-op με microtransactions και μετά να το κλείσει! Ας πάμε όμως στο παιχνίδι γιατί θα ανοίξουμε κουβέντα που δεν είναι του παρόντος! Το αστρόπλοιο Ishimura που έχει σταλεί σε ένα πλανήτη για εξόρυξη μετάλλων, στέλνει σήμα κίνδυνου διακόπτοντας τις επικοινωνίες του. Η εταιρία με τη σειρά της στέλνει ένα συνεργείο μηχανικών πιστεύοντας πως πρόκειται για απλή μηχανική βλάβη. Βέβαια (κλασικά) και το δικό τους σκάφος παθαίνει ζημιά και προσγειώνεται άτσαλα πάνω στο σταθμό. Ο Isaac και η ομάδα του διαπιστώνει ότι δεν υπάρχει ψυχή εκεί κι από τα αίματα παντού, πως κάτι πολύ κακό έχει συμβεί, το οποίο δεν αργούν να ανακαλύψουν.

Ξαφνικά ο σταθμός μπαίνει σε καραντίνα, τα φώτα σβήνουν και ο συναγερμός ενεργοποιείται. Απ’ τους αεραγωγούς μπαίνουν μέσα πλάσματα που μοιάζουν σα την Ζωζώ Σαπουντζάκη με νύχια και κατακρεουργούν το μεγαλύτερο μέρος της ομάδας. Τα Necromorphs όπως λέγονται είναι παρασιτικά πλάσματα που εισβάλουν στα πτώματα και τα μετατρέπουν σε δολοφονικές μηχανές. Τα άκρα τους μετατρέπονται σε λεπίδες και τρέχουν σαν τους fans του Fortnite όταν βλέπουν καινούργιο skin. Γενικά δεν έχω πρόβλημα με τέρατα που είναι αργά όπως επί παραδείγματι τα ζόμπι. Αγχώνομαι όμως πολύ όταν αυτά τρέχουν! Και το πρώτο πράγμα με το καλημέρα που σε βάζει το παιχνίδι να κάνεις, εφόσον δεν έχεις αρχικά κάτι να αμυνθείς, είναι να τρέξεις πανικόβλητος.

Έχεις βάλει λοιπόν τα πόδια στη πλάτη με το Necromorph να σ’ έχει πάρει στο κατόπι και μπαίνεις σε ένα ασανσέρ που κλείνει λίγο πριν προλάβει να μπει κι αυτό μέσα και σου εξηγήσει τι έκανε εκεί ο Βαλάντης. Και πάνω που έχω χαλαρώσει και λέω οκ γλίτωσα, χώνει τα νύχια του κι’ ανοίγει την πόρτα… Ήταν η πρώτη και μοναδική φορά (αν αναλογιστείς κιόλας ότι ήταν το πρώτο παιχνίδι που βίωνα σε home theatre) που απ’ το σοκ μου έφυγε το χειριστήριο απ’ τα χέρια! Δεν έχω –να το πω κομψά- τρομάξει έτσι ξανά σε παιχνίδι! Βέβαια όλα αυτά μέχρι να μάθω τον τρόπο που αντιμετωπίζονται, ότι δηλαδή πρέπει να σημαδεύεις στα άκρα και το κεφάλι. Οπότε λίγο πολύ μετά έγινε ρουτίνα, όμως ακόμα κι έτσι το Dead Space είναι μέχρι και σήμερα από τις πιο ατμοσφαιρικές, καθαρά τρομακτικές κι αγχωτικές εμπειρίες που έχω παίξει ποτέ και θεωρώ πως είναι must για κάθε λάτρη των horror games.


Outlast

Το Outlast ήταν από τις περιπτώσεις που δεν μου είχε γεμίσει το μάτι. Πίστευα πως ήταν από εκείνα τα παιχνίδια που βασίζονται στο jump scare. Όμως ευτυχώς διαψεύστηκα διότι το παιχνίδι είναι ένα 1st person αυθεντικό, καθαρόαιμο, ατμοσφαιρικό survival horror. Η ιστορία καταπιάνεται με έναν ελεύθερο δημοσιογράφο, ο οποίος λαμβάνει ένα ανώνυμο email, το οποίο αναφέρει ότι σε ένα απομακρυσμένο ψυχιατρικό άσυλο (κοινώς τρελάδικο) λαμβάνουν μέρος απάνθρωπα πειράματα. Αυτός για αδιευκρίνιστο λόγο, λες και δεν έχει δει ποτέ θρίλερ στη ζωή του που τα πάντα ξεκινούν σε ένα νοσοκομείο, νεκροταφείο ή ψυχιατρείο, επιλέγει να πάει εκεί… νύχτα.

Στη κατοχή του έχει μόνο μια βιντεοκάμερα. Λοιπόν εδώ το studio έκανε την πιο έξυπνη ίσως επιλογή που έχω δει σε βιντεοπαιχνίδι του είδους. Τι είναι αυτό που προκαλεί τρόμο στο μεγαλύτερο ποσοστό του κόσμου; Ένα κλειστό μέρος γεμάτο μανιακούς που σε κυνηγούν. Και πως αυτό θα το έκαναν ακόμα πιο τρομακτικό; Με το να σε κυνηγούν όλοι αυτοί στο σκοτάδι! Το να μην έχεις κάτι να αμυνθείς το έχουμε δει πολλάκις σε παλαιότερα παιχνίδια, όπως επίσης και το να παίζεις στο σκοτάδι, έχοντας στην κατοχή σου ένα φακό ή κερί ή αναπτήρα. Το να έχεις όμως μια κάμερα με night vision που περιορίζει ακόμα περισσότερο την ορατότητα ήταν κάτι νέο και μου θύμισε στιγμές ανατριχίλας απ’ τη Σιωπή των Αμνών, όταν ο ψυχοπαθής παρακολουθούσε την Clarise.

Η πρώτη σκηνή που κατεβαίνεις στο μικρό υπόγειο και προσπαθείς να κρυφτείς στις ντουλάπες ή κάτω από κρεβάτια από έναν τρελαμένο, ήταν μια αγχωτική εμπειρία που είχα χρόνια να νιώσω σε παιχνίδι. Η Red Barrels εφάρμοσε πολύ ενδιαφέροντες μηχανισμούς, ικανούς να κάνουν ακόμα και τους πιο ψύχραιμους να τα χάσουν και να πανικοβληθούν. Η μπαταρία στη κάμερα τελείωνε αρκετά γρήγορα και ο παίκτης εκτός ότι έψαχνε να βρει συνεχώς να την αναπληρώσει, έπρεπε να κάνει και οικονομία. Αυτό συνεπαγόταν στο ότι πολλές φορές έπρεπε να παίζει στο απόλυτο σκοτάδι, ανοιγοκλείνοντας την κάμερα αστραπιαία για να δει που στο περίπου πηγαίνει. Φαντάσου τώρα σε όλο αυτό το σκηνικό να σε κυνηγάνε ανελέητα, να είναι η μπαταρία σου στο κόκκινο, να μην βλέπεις τίποτα και να μη ξέρεις που να πας να κρυφτείς! Τέτοιο πανικό ούτε όταν πήγες παραλία χωρίς τα Versace 19.69!

Γενικά το παιχνίδι ήταν γεμάτο από τέτοιες στιγμές και σε είχε συνεχώς στην άκρη του καθίσματος. Βέβαια στο 2 και μετά τις βαρύγδουπες δηλώσεις ότι θα χρειαστούμε πάνες για να το παίξουμε, το studio το έχασε λίγο το παιχνίδι. Αρχικά μόνο και μόνο από το setting που μεταφέρθηκε στον ανοιχτό χώρο ενός χωριού, έχασε ένα πολύ σημαντικό στοιχείο του πρώτου, την κλειστοφοβία. Προσωπικά ήταν η πρώτη ίσως φορά που βαρέθηκα σε παιχνίδι τρόμου. Όπως και να’ χει το πρώτο Outlast για μένα, είναι πιο τρομακτικό, πιο αγχωτικό και πιο σαδιστικό όχι μόνο από τον διάδοχό του, αλλά ακόμα κι’ απ’ την δημιουργία του «πατέρα» του genre The Evil Within που ακολούθησε 1 χρόνο μετά. Άνθρωποι καρδιακοί και με αγχωτικές διαταραχές πρέπει πάση θυσία να το αποφύγουν!  


Alan Wake

Εννοείται ότι δε θα μπορούσε να λείπει το Alan Wake. Αν και περισσότερο ήταν ψυχολογικό θρίλερ παρά τρόμου, θεωρώ πως είναι μοναδικό στο είδος του και 'mind fuck' στα ίδια επίπεδα, ίσως και λίγο παραπάνω ακόμα κι’ απ’ το Silent Hill. Το σενάριο μου θύμισε αρκετά μια απ’ τις αγαπημένες μου horror ταινίες, το «In the Mouth of Madness». Ένας συγγραφέας τρόμου δηλαδή που το βιβλίο του γίνεται πραγματικότητα. Μια πραγματικότητα που αμφισβητεί την έννοια του πραγματικού, φτάνοντας τον παίκτη στα όρια της παράνοιας. Μπορεί να μην αγχώθηκα όσο αγχώθηκα στα παραπάνω, όμως αν με ρωτήσεις ποιο παιχνίδι τρόμου/θρίλερ προτιμάς, μετά το Silent Hill χωρίς δεύτερη σκέψη, αυτό είναι το Alan Wake. Θυμάμαι την πρώτη σκηνή που ο Alan πηγαίνει να πάρει το κλειδί για την καμπίνα που θα μείνει μαζί με τη γυναίκα του.

Φτάνει στο εστιατόριο για να βρει τον ιδιοκτήτη κι εκεί συναντά μια γυναίκα που κρατά αγκαλιά μια τεράστια λάμπα (σαφή επιρροή από την Log Lady του Twin Peaks) να στέκεται στην άκρη ενός σκοτεινού διαδρόμου προειδοποιώντας τον να μην πάει εκεί γιατί το σκοτάδι θα τον βλάψει. Παρακούοντάς της μπαίνει χτυπά την πόρτα και τότε εμφανίζεται μια μαύρη φιγούρα χήρας σαν τη Γυναίκα με τα μαύρα, η οποία του δίνει το κλειδί λέγοντάς του ότι ο ιδιοκτήτης δεν είναι διαθέσιμος κι ότι η ίδια θα έρθει μετά να τους επισκεφτεί και να γνωρίσει τη γυναίκα του. Μπαίνει στο αυτοκίνητό του, φεύγει και τότε βγαίνει ο ιδιοκτήτης απ’ το εστιατόριο φωνάζοντάς τους ότι ξέχασαν το κλειδί…

Με αυτό τον τρόπο αγαπητοί σεναριογράφοι χτίζει κάποιος την εισαγωγή για ένα υποσχόμενο σενάριο που θα κερδίσει απ’ την πρώτη στιγμή τον παίκτη, θα τον καθηλώσει και θα τον «κολλήσει» στο παιχνίδι σου. Ούτε αίματα, ούτε εκρήξεις, ούτε χιλιοειπωμένα πράγματα. Όπως έχουν πει διάσημοι πατέρες του τρόμου, περισσότερο δε σε τρομάζει αυτό που βλέπεις αλλά αυτό που φαντάζεσαι. Δε σε τρομάζει μια εικόνα ενός κομμένου χεριού, αλλά ενός παιδιού που το περιεργάζεται. Ο πραγματικός τρόμος είναι μια εικόνα που αντανακλά τη μεγαλύτερή σου φοβία, η οποία θα σε στοιχειώσει όπου και να σαι. Ακόμα και στο κρεβάτι σου, η εικόνα αυτή θα είναι μαζί σου στις σκοτεινές γωνιές του δωματίου σου και του μυαλού σου.


Ποιες είναι οι πιο τρομακτικές και αγχωτικές στιγμές που έχετε βιώσει εσείς σε βιντεοπαιχνίδι; Περιμένουμε με ενδιαφέρον τα σχόλιά σας!