The King of Staten Island Review - Η τέχνη της ενηλικίωσης του Pete Davidson

Judd Apatow και Pete Davidson δίνουν τα χέρια σε μία γλυκόπικρη coming-of-age κωμωδία
16 Σεπτεμβρίου 2020 15:05
The King of Staten Island Review - Η τέχνη της ενηλικίωσης του Pete Davidson

Στο The King of Staten Island, την πιο πρόσφατη σκηνοθετική του δουλειά ο Judd Apatow μας παραδίδει με το δικό του σαρκαστικό ύφος μία ιδιότυπη ιστορία ενηλικίωσης, με πρωταγωνιστή ένα από τα πιο ταλαντούχα μέλη του SNL, τον Pete Davidson συνυπογράφοντας μαζί του το σενάριο του φιλμ σε συνεργασία και με τον Dave Sirus.

Πρόκειται για μία ιδιαίτερη κωμωδία-δράμα που επιστρατεύει το μαύρο χιούμορ και την αφοπλιστική ειλικρίνεια για να πετύχει την ρεαλιστική απόδοση πολλών καταστάσεων βγαλμένων από το σύγχρονο γίγνεσθαι. Συνδυάζει με έναν ισορροπημένο τρόπο τη συγκίνηση και το γέλιο, το ανέμελο αλλά και το λιγότερο ανάλαφρο, καταφέρνοντας να «σπάει κόκκαλα» την ίδια ώρα που σε κάνει να χαμογελάς.

Η πλοκή εστιάζει στον ‘Scott’ (Davidson) έναν 25χρονο που στην ηλικία των επτά ετών έχασε τον πατέρα του ο οποίος δούλευε ως πυροσβέστης. Η μικρότερη αδερφή (Maude Apatow) του νεαρού πηγαίνει στο πανεπιστήμιο, και εκείνος κοντεύοντας να φτάσει στο κατώφλι των τριάντα, καταλαβαίνει ότι υπάρχει μία στασιμότητα στη ζωή του μέχρι τώρα. Περνάει χρόνο με την παρέα του και διαπιστώνει ότι θέλει πολύ να γίνει tattoo artist αλλά κάτι τέτοιο φαντάζει με άπιαστο όνειρο. Όταν η νοσηλεύτρια μητέρα (Marisa Tomei) του αρχίζει να βγαίνει με έναν άλλον άνδρα (Bill Burr), το γεγονός αυτό θα δώσει το έναυσμα για ένα ντόμινο εξελίξεων που θα υποχρεώσουν τον ‘Scott’ να αντιμετωπίσει πιο αποτελεσματικά την θλίψη για την απώλεια του γονιού του και να επιχειρήσει να προχωρήσει επιτέλους μπροστά.

Παίζουν επιπλέον οι: Steve Buscemi, Bel Powley, Maude Apatow, Pamela Adlon, Jimmy Tatro, Ricky Velez, Moises Arias, Lou Wilson, και ο Kevin Corrigan.

Η εν λόγω κινηματογραφική μυθοπλασία φαντάζει με μία σκληρή και συνάμα βαθιά ανθρώπινη αυτοβιογραφική ταινία αφού εμφανίζει έναν αλλιώτικο εξομολογητικό τόνο ενώ ταυτόχρονα συνυπάρχουν αρμονικά ο κυνισμός και η ευαισθησία. Τα βιτριολικά αστεία που διατυπώνονται ως προς τις υπαρξιακές ανησυχίες που απαντιούνται εν προκειμένω, λειτουργούν ως βαλβίδες αποσυμπίεσης για όσες φορές ο βασικός δρώντας διαπιστώνει ότι οδηγείται σε αδιέξοδο.

Ο Apatow παραμένει πιστός στην πρόθεσή του να αφηγηθεί έναν μύθο με επίκεντρο έναν ήρωα που φοβάται να μεγαλώσει, να ξεμακρύνει από την δική του «Χώρα του Ποτέ», και την βολή των συναισθηματικών τειχών που επί χρόνια συνέχιζε να χτίζει γύρω του έπειτα τον χαμό του γονιού του. Και όλα αυτά μέχρι τελικά να επέλθει για εκείνον μία ναι μεν ύστερη αφύπνιση αλλά αναγκαία για να ταρακουνηθεί, να ωριμάσει και να επαναδραστηριοποιηθεί ώστε να μπορέσει να βγει από την ασφάλεια μίας ρουτίνας που θυμίζει κάτι μεταξύ φθοράς και αφθαρσίας.

Μεταξύ άλλων, η ταινία προσεγγίζει με ενσυναίσθηση το θέμα της κατάθλιψης, των αυτοκαταστροφικών τάσεων, της μεταιχμιακής διαταραχής της προσωπικότητας, των ευκαιριακών λύσεων απόδρασής από την πραγματικότητα μέσω της χρήσης ουσιών, ενώ παράλληλα υπογραμμίζονται τα άγχη της γενιάς των millennials και των αλλεπάλληλων απογοητεύσεων που βιώνουν οι νέοι εν μέσω της κρίσης ώστε τελικά να μαθαίνουν να ζουν με αυτό σε βαθμό εξωφρενικής εξοικείωσης.

Ο ‘Scott’ φιλτράρει την καθημερινότητα μέσα από τις προσλαμβάνουσες του, αναμετρούμενος κάπως απρόθυμα με αυτήν, επιζητώντας να αποφύγει όσο το δυνατόν περισσότερο την έκθεσή του σε κάθε ψυχοφθόρο ερέθισμα.

Είναι σαν να συντηρεί ευλαβικά με την στάση και την νοοτροπία του, την λεγόμενη αρχή της ευχαρίστησης, εφόσον στην προσπάθειά του να νιώσει καλά, αναβάλλει κάθε τι που πρόκειται να του στερήσει κάτι τέτοιο, επιδιώκοντας κατ΄επέκτασιν να μονώσει τον πόνο. Επιστρατεύει την αντιδραστικότητα και την καυστικότητα ως αμυντικούς του μηχανισμούς απέναντι στο τραύμα, το πένθος, την αδυναμία έκφρασης συναισθημάτων, στην απόπειρά του να απαλύνει την οδύνη του και το αίσθημα της ανεπάρκειας που νιώθει καθώς παλεύει με το εκτόπισμα των όσων άφησε πίσω του ο πατέρας του και ως εκ τούτου την ιδανική του ανάμνηση.

Η συνειδητοποίηση ότι είναι μπροστά του η ζωή έρχεται με μία σχετική καθυστέρηση, επιβεβαιώνοντας το γεγονός ότι μερικές φορές κατά διαστήματα “καίμε” στο ρελαντί, λόγω συμβάντων που μας προκαλούν άρνηση ή μας αποσυντονίζουν κάπως μέχρι να ξαναβρούμε τα πατήματα μας, έως ότου δηλαδή έρθει το σωστό timing και η αιτία-κίνητρο που θα μας ενεργοποιήσει πάλι.

Το The King of Staten Island έχει δυνατές στιγμές και αποδεικνύει ότι διαθέτει μία θαυμαστή αυθεντικότητα ως προς την απεικόνιση του πραγματικού, ειδικά αν σταθεί κανείς στην άνεση με την οποία απομυθοποιεί τον εαυτό του παρ’ όλο που κάνει λόγο για σοβαρά ζητήματα που αφήνουν ανεξίτηλο το σημάδι τους όπως το μελάνι ενός τατουάζ.

Βρείτε την ταινία στο IMDB