Οι καλύτερες εναρκτήριες σεκάνς του σινεμά

Σσσς! Αρχίζει…
06 Μαΐου 2016 08:46
Οι καλύτερες εναρκτήριες σεκάνς του σινεμά

Να είστε σίγουροι για ένα πράγμα. Αν ένας σκηνοθέτης δαπανά μπόλικη φαιά ουσία για κάθε πτυχή της ταινίας του, το κάνει λίγο παραπάνω για την εναρκτήρια σκηνή του. Κανείς, μα κανείς δεν ξεκίνησε “τυχαία” ή “επιπόλαια” την ταινία του. Μιλάμε για την πρώτη εντύπωση, για τις εικόνες που θα εισάγουν τον θεατή στον κόσμο του και, οπωσδήποτε, ο καθένας θέλει το καλύτερο δυνατό αποτέλεσμα. Ωστόσο, οι εναρκτήριες σκηνές που έχουν εντυπωθεί στο μυαλό μας δεν είναι απλά μια εντυπωσιακή εισαγωγή για να οξύνει τις αισθήσεις και να κεντρίσει το ενδιαφέρον αλλά κάτι σαφώς “πλουσιότερο”. Όχι ότι υπάρχει κάτι κακό στο πρώτο. Όλα τα James Bond, όπως και οι περισσότερες ταινίες δράσης, τελετουργικά ξεκινάνε με μια σκηνή δράσης για το “καλωσόρισμα”. Λειτουργεί, το ξέρουμε, το περιμένουμε, μας αρέσει. Αλλά ο απλός εντυπωσιασμός δεν αρκεί για να μπεις στη λίστα μας. Θέλουμε κάτι παραπάνω. Οι παρακάτω σκηνές έχουν ένα σημαντικό κοινό χαρακτηριστικό. Πάνω απ’ όλα, οριοθετούν με έναν μοναδικό τρόπο ολόκληρη την ταινία που θα ακολουθήσει, μας συστήνουν δηλαδή στο ύφος της και μας δίνουν μια πρώτη αλλά σημαντική γεύση των προθέσεών της. Ουσιαστικά, μας παίρνουν από το χεράκι, μας ανοίγουν την πόρτα του κόσμου τους, μας διεγείρουν, μας “ψιθυρίζουν” τους κανόνες του παιχνιδιού και αν όλα πάνε καλά, κλείνουμε από μόνοι μας την πόρτα “πίσω μας”. Σκεφτείτε την εισαγωγή του Hateful 8, για να χρησιμοποιήσω ένα πρόσφατο παράδειγμα. Αργός ρυθμός (ύφος – ατμόσφαιρα), εισαγωγή στο σκηνικό - επιβλητική και αφιλόξενη φύση-, ένα score που δίνει μια αίσθηση υποβόσκουσας, ακαθόριστης απειλής (ύφος - ατμόσφαιρα) και φυσικά, αυτή η εικόνα του Ιησού να “πνίγεται” μέσα στο χιόνι (θεματική).

Ο Tarantino φυσικά έχει μάθει από τους καλύτερους αλλά όσο σπουδαίος “μαθητής” έχει αποδειχθεί στην πορεία, οι “δάσκαλοί” του παραμένουν αξεπέραστοι. Ας περάσουμε λοιπόν σε αυτούς.

Το θεωρώ αυτονόητο, αλλά ας το διευκρινίσω για παν ενδεχόμενο. Η παρακάτω λίστα δεν είναι σε καμία περίπτωση μια αντικειμενική αναφορά των καλύτερων εισαγωγών σε ταινίες στην ιστορία του κινηματογράφου. Αν μπορούσε να υπάρξει ποτέ τέτοιο πράγμα (που δεν μπορεί), αυτό το άρθρο σίγουρα δεν είχε ποτέ την φιλοδοξία να το επιχειρήσει. Υπάρχουν πολλές εισαγωγές που δεν αναφέρουμε και είναι συγκλονιστικές. Μέσα σε λίγα λεπτά, θυμήθηκα την αιματοβαμμένη και αξεπέραστη μέχρι σήμερα, απόβαση στις ακτές της Νορμανδίας στο “Saving Private Ryan”, το δεκαετίες μπροστά από την εποχή του τεράστιο μονοκόμματο πλάνο του Welles στο “Touch of Evil”, τα μελαγχολικά synths του Παπαθανασίου στην εισαγωγή μας στον υγρό και σκοτεινό κόσμο  του Blade Runner, το πρώτο πεντάλεπτο του Wall-e, ένα υπόδειγμα καθαρά κινηματογραφικής αφήγησης, την περιπλάνηση του Harry Dean Stanton στις ερημιές υπό τους ήχους του Ry Cooder στην αρχή του “Paris, Texas”. Η λίστα είναι πραγματικά ατελείωτη. Οι ακόλουθες λοιπόν, είναι απλά οι δικές μας αγαπημένες και τίποτα παραπάνω.

Γιώργος Πρίτσκας

Apocalypse Now! (1979) του "Νονού" Francis Ford Coppola

Υπάρχει κάτι το μαγικό όταν συνδυάζεται σωστά ο ήχος και η εικόνα. Κάτι συμβαίνει στο μυαλό μας, μια "έκρηξη”. Τα πρώτα λεπτά του αριστουργήματος του Coppola είναι μια τρανταχτή απόδειξη αυτού. Μέσα στους μελαγχολικούς και ψυχεδελικούς ήχους του “The End” των Doors  -που μοιάζει λες και γράφτηκε για να χρησιμοποιηθεί στην ταινία- και των ελικοπτέρων, μέσα στις εικόνες της φύσης που “βιάζεται” βάναυσα από τον άνθρωπο και στον τραυματισμένο ψυχικά Willard που δεν μπορεί να βρει την ισορροπία του έξω από το πεδίο της μάχης, περικλείεται με έναν υπέροχο τρόπο η ξεχωριστή ταυτότητα της μεγαλειώδους αυτής ταινίας. Μετά απ΄ αυτό ξέρεις ότι δεν πρόκειται να παρακολουθήσεις μια ακόμα ταινία για τον πόλεμο του Βιετνάμ. Όσες φορές και να την δω, πάντα με πιάνει απροετοίμαστο.

Once Upon a Time in the West (1968) του "Θεού" Sergio Leone

Μιλώντας για δασκάλους του Tarantino. Κανείς, μα κανείς, δεν “χτίζει” την ένταση με τέτοια ακρίβεια. Όπως επίσης κανείς, μα κανείς δεν επηρέασε περισσότερο σκηνοθετικά τον αγαπημένο μας Quentin. Τα πρώτα δέκα λεπτά του Once Upon a Time in The West είναι μια επίδειξη δεξιοτεχνίας από έναν σκηνοθέτη στην κορυφή της τέχνης του. Οι λήψεις τόσο σε τοποθέτηση της κάμερας όσο και σε διάρκεια, η χρήση του ήχου, η φωτογραφία, αναβλύζουν την κάψα του τοπίου αλλά και την αίσθηση μιας μεγάλης αναμονής. Που καταλήγει όλο αυτό; Στην πιο “cool” εισαγωγή χαρακτήρα στην ιστορία του Σινεμά.

  • Well… Looks like we’re shy one horse.
  • You brought two too many.

Δείτε τη συνέχεια.

Σάκης Καρπάς

A Clockwork Orange (1971) του "Αψεγάδιαστου" Stanley Kubrick

Υπάρχει κάτι το διεστραμμένο τόσο στον χαρακτήρα του Alex, τον πρωταγωνιστή της ταινίας, όσο και στην κοινωνία στην οποία ζει. Μια διαστροφή, που βρίσκεται συχνά στο επίκεντρο του “A Clockwork Orange”. Χρησιμοποιώντας την “παραμορφωμένη” ηλεκτρονική ψυχεδέλεια της μουσικής του/της Walter/Wendy Carlos, ο Kubrick συνθέτει έναν ζωντανό πίνακα με σημείο αφετηρίας το σαρδόνιο χαμόγελο του Malcolm Mcdowell. Όσο ανοίγει σιγά σιγά το πλάνο, ένας “αρρωστημένος” υπερ-σεξουαλικός κόσμος μας αποκαλύπτεται ως το φυσικό περιβάλλον του Alex και της παρέας του. Και τότε μπαίνει το voice over και η χροιά της φωνής του σε κάνει να νιώσεις ακόμα πιο “άβολα”. Καλώς ήρθες στον απάνθρωπο κόσμο του Alex DeLarge. Εκεί που ακόμα και το “Singing in the rain” είναι… εφιαλτικό.

Βασίλης Τυμπανίδης

Ali (2001) του "Άνισου" Michael Mann

Η πρώτη εναρκτήρια σκηνή που μου ήρθε στο μυαλό μόλις άκουσα το θέμα του κειμένου ήταν αυτή του Ali του Michael Mann. Σε μία ταινία που γενικά χαρακτηρίστηκε ως «μισοτελειωμένη», «τσαπατσούλικη» και πάνω από όλα με σοβαρά προβλήματα στο μοντάζ, ο μαέστρος  Michael Mann καθώς και ο editor της συγκεκριμένης σκηνής, το όνομα του οποίου δεν το γνωρίζω, δημιούργησαν μία κλασσική σκηνή ανθολογίας. Με τους ρυθμικούς αυτοσχεδιασμούς του Sam Cooke να λειτουργούν ως συνδετικός ιστός, ο Michael Mann καταφέρνει να μας παρουσιάσει τους βασικούς πρωταγωνιστές της ιστορίας, να κάνει μία εισαγωγή στη θεματολογία του και να «ντύσει» ιδεολογικά την ταινία. Παράλληλα, δημιουργεί και μία προσμονή και επιθυμία στον θεατή να δει την συνέχεια της ταινίας. Στην πορεία βέβαια κάπου μας τα χαλάει αλλά η εναρκτήρια σκηνή αξίζει όσο μία ταινία ολόκληρη.

Mean Streets (1973) του "Αυθεντικού" Martin Scorsese

Η δεύτερη εναρκτήρια σκηνή που μου ήρθε στο μυαλό ήταν αυτή του Mean Streets του Martin Scorsese. Σε μία ταινία που αποτελεί ίσως την καλύτερη ανεξάρτητη παραγωγή  του Αμερικάνικου κινηματογράφου και ταυτόχρονα ένα κλασσικό αριστούργημα, ο Scorsese καταφέρνει σε 1 μόλις λεπτό να εισάγει τον θεατή σε έναν από τους πιο ενδιαφέροντες κόσμους του παγκόσμιου κινηματογράφου μέσω του καταπληκτικού Harvey Keitel , στον κόσμο των σκορτσεζικών κινηματογραφικών ιταλοαμερικάνων, και ταυτόχρονα να βάλει τα θεμέλια για τη δημιουργία της σκορτσεζικής «Παρέας». Με την κάμερα στο χέρι, με φυσικό φωτισμό και ήχο, με διάθεση για ενδοσκόπηση και με το ανατριχιαστικό: «You don’t make up for your sins in church. You do it in the streets. You do it at home. The rest is bullshit and you know it» να αντηχεί σαν κανονιοβολισμός μέσα σε μεταλλικό κλουβί και να δίνει το στίγμα της ταινίας, ο Scorsese δημιουργεί μία σκηνή κινηματογραφικής ανθολογίας που κατά τη γνώμη μου δεν θα γεράσει ποτέ. (Μετά την εναρκτήρια σκηνή του δωματίου ακολουθούν τα opening credits τα οποία δεν θα συμπεριλάβω στην εναρκτήρια σκηνή αλλά από μόνα τους αποτελούν αφορμή για ολόκληρο κείμενο)

Θεόφιλος Παπαδόπουλος

Jaws (1975) του "Αρχιμάστορα" Steven Spielberg

Η εισαγωγή του Jaws είχε όλα τα συστατικά που έχουμε μάθει να αγαπάμε στο είδος των horror/thrillers: Νέοι σε αναζήτηση διασκέδασης, κακές αποφάσεις, σεξουαλικές καταστάσεις “ποτισμένες” με αλκοόλ, νυχτερινό σκηνικό, μια ιδέα γυμνού, ένας αφανής δολοφόνος και φυσικά, μια ξανθιά που είναι εκεί για να ουρλιάξει. Η μεταφορά του μυθιστορήματος του Peter Benchley από τον Steven Spielberg γραπώνει την προσοχή μας από  τις πρώτες του στιγμές και μας “σέρνει” στα έγκατα του φόβου. Μια τέτοια εισαγωγή είναι απολύτως απαραίτητη γι’ αυτού του είδους την ταινία. Οι λάτρεις των Horror/thriller ταινιών πηγαίνουν στην αίθουσα αναζητώντας “άβολες” στιγμές και μια αίσθηση “τρόμου”. Αν ο σκηνοθέτης δεν καταφέρει να θέσει τον τόνο της ιστορίας του από την αρχή, κινδυνεύει να χάσει το ενδιαφέρον του κοινού και μαζί με αυτό, κάτι ακόμα πιο πολύτιμο: την αναστολή της δυσπιστίας μας (suspension of disbelief).

Η αναστολή της δυσπιστίας είναι η ικανότητα του θεατή να “σταματήσει” την λογική του σκέψη και να “αφεθεί” στην ταινία για τις επόμενες δύο ώρες. Αν δεν μπορούσαμε να συντηρήσουμε αυτή τη φαντασιακή πτυχή της εμπειρίας τότε κανείς δεν θα πίστευε πως ο Bruce Willis θα μπορούσε να πολεμήσει ορδές τρομοκρατών στο Nakatomi Plaza χωρίς όπλα ή παπούτσια. (Die Hard – 1988) Αν δεν αφήναμε τους εαυτούς μας να χαθούν μέσα στον κόσμο της ταινίας θα πιστεύαμε ότι ο Keanu Reeves και η Sandra Bullock καταφέρνουν να κρατάνε ένα λεωφορείο στις λεωφόρους του L.A. με πάνω από 50 mph; (Speed 1994) Αν ο σκηνοθέτης δεν μπορεί να σε “πείσει” να απενεργοποιήσεις την κοινή λογική σου, τότε όλες οι συγκινήσεις που έχει προγραμματίσει δεν θα σε επηρεάσουν ιδιαίτερα.

Ο Spielberg έπρεπε να δώσει στο κοινό κάτι να φοβάται από τα πρώτα λεπτά. Το κατάφερε στρεβλώνοντας μια καθημερινή εμπειρία. Μια παραλία το καλοκαίρι είναι μια ιδανική τοποθεσία για όλους  παγκοσμίως. Μια φωτιά, μουσική και καλή παρέα φαντάζει ο ιδανικός τρόπος να περάσεις τον χρόνο σου. Γιατί να μην κάνεις και ένα νυχτερινό μπάνιο; Το σκηνικό ήταν τέλειο για να τραβήξει το κοινό. Όταν η Chrissie έχει ξεντυθεί και μπαίνει στο νερό, όλοι στην αίθουσα φαντάζονται πόσο θα πολύ θα ήθελαν να βρίσκονται στην παραλία. Τότε η μουσική αλλάζει. Υποτονικοί ήχοι και σκοτεινές υποθαλάσσιες σκηνές που προηγουμένως φάνταζαν τόσο όμορφες, μοιάζουν ξαφνικά δυσοίωνες. Το κοινό έχει αισθανθεί τον κίνδυνο πολύ πριν το ανυποψίαστο θύμα αντιληφθεί την μοίρα του.

Ξέρω ότι δεν πρόκειται ποτέ να πάω να κολυμπήσω μέσα στην νύχτα… ούτε καν, παρέα με μια γυμνή ξανθιά.

Μπάμπης Ματσαμάκης

Robocop (1987) του "Cult" Paul Verhoeven

Αυτή η ταινία έχει μαζεμένες αρκετές αρετές. Τι να πρωτοθυμηθεί κανείς. Την παρουσία του θρυλικού Phil Tippett (ενός μαέστρου του stop motion animation); Τον ίδιο τον Paul Verhoeven ως σκηνοθέτη; Την παρουσίαση του Robocop ή της ‘Νέμεσις’ του, του Ed-209; Μία από τις βιαιότερες εκτελέσεις στον κινηματογράφο; Ένα επικό νέο όπλο και αυτοκίνητο; Ας μείνουμε στα πρώτα λεπτά της ταινίας. Ο Verhoeven ‘χτίζει’ και ‘αποδομεί’ ταυτόχρονα μέσα σε λιγότερο από 3 λεπτά, το Detroit του μέλλοντος. Με μια κάμερα σε συνεχή κίνηση ακολουθεί έναν κόντρα στα στερεότυπα μαύρο διοικητή αστυνομικού τμήματος. Τα πρώτα αυτά λεπτά της ταινίας δείχνουν και το ύφος της. Υπάρχει μια ανάμικτη ατμόσφαιρα κωμικού και σοβαρού, με τον ίδιο τον διοικητή να έχει κάτι το ‘καρτουνίστικο’ στην έκφραση του όμως συγχρόνως να δείχνει και έξω φρενών. Στο πλάνο κάνει την εμφάνιση του ο πρωταγωνιστής Peter Weller, και ο σκηνοθέτης φροντίζει να μας κρατήσει μερικά δευτερόλεπτα στο καθαρό πρόσωπο και τα διάπλατα γαλανά μάτια του. Αυτά εξάλλου θα είναι και τα μόνα χαρακτηριστικά του ηθοποιού στην υπόλοιπη ταινία, ως Robocop. Ο Weller φροντίζει να βγάζει προς τα έξω την προσωπικότητα του, χωρίς ουσιαστικά να έχει ατάκες σε αυτά τα λεπτά. Η κάμερα συνεχίζει και ακολουθεί τους χαρακτήρες μέσα στο τμήμα, καθώς γίνεται σαφές πως υπάρχει μεγάλη αναταραχή και ανασφάλεια στην πόλη.

Αυτό ο σκηνοθέτης καταφέρνει να το μεταφέρει έχοντας σε πρώτο πλάνο γυμνούς άντρες και γυναίκες μαζί, χωρίς να αφήνει το παραμικρό σεξουαλικό υπονοούμενο. Ο κόσμος πάει κατά διαόλου, εδώ δεν χωράνε έρωτες και σεξ. Ο Verhoeven μεταφέρει έτσι στον θεατή την ‘ρουτίνα’ του αστικού πολέμου. Ο διοικητής μπαίνει στα αποδυτήρια και προσπαθώντας να κρατήσει το τμήμα του ενωμένο και εναντίον μιας απεργίας, κατεβάζει από ένα ντουλάπι το όνομα κάποιου συναδέλφου, δείχνοντας μας παραστατικά πως ο θάνατος ενός αστυνομικού είναι κάτι που συμβαίνει συχνά, όπως επίσης και η αντικατάσταση του από έναν νέο συνάδελφο (Peter Weller). Η σκηνή κλείνει με τον μελλοντικό Robocop να δείχνει πως είναι αποφασισμένος να ‘πολεμήσει’, παρουσιάζοντας μας παράλληλα την εξοικείωση του με το αγαπημένο του όπλο..  Το Robocop του Verhoeven είναι πολύ ιδιαίτερη ταινία. Έχει ίσες δόσεις ανάλαφρου σινεμά και έντασης. Προβληματισμού και αερολογίας. Είναι μία από τις πρώτες Action ταινίες που εγείρει τόσο ‘διαφορετικά’, κάποια κοινωνικά ζητήματα.

8 ½  (1963) του "Θαυματοποιού" Federico Fellini

Από τις πλέον χαρακτηριστικές εναρκτήριες σκηνές του κινηματογράφου. Ο Φελίνι ακροβατεί μεταξύ πραγματικότητας και ονείρου καθώς μας παρουσιάζει συνοπτικά την πίεση στο μυαλό ενός ανθρώπου. Ο τρόπος με τον οποίο μεταφέρει το πώς ο πρωταγωνιστής ασφυκτιά είναι σουρεαλιστικός. Ολόκληρος ο κόσμος μοιάζει ακίνητος στα μάτια του αβοήθητου ήρωα που μεταμορφώνεται σε ‘μπαλόνι’ ώσπου κάποιος να τον επαναφέρει με τη βία, τραβώντας τον από τον ουρανό. Τα έργα του Φελίνι θεωρούνται κλασικά γιατί είναι γεμάτα από συμβολισμούς, όπως και η συγκεκριμένη σκηνή.

Tags: