Rebel Moon – Part Two The Scargiver Review: Μία ακόμα χαμένη ευκαιρία;

Οι εντυπώσεις μας από το δεύτερο μέρος της νέας ταινίας του Zack Snyder
26 Απριλίου 2024 10:12
Rebel Moon – Part Two The Scargiver Review: Μία ακόμα χαμένη ευκαιρία;

Το ταξίδι του Rebel Moon ξεκίνησε σχεδόν πριν 12 περίπου χρόνια μέχρι τελικά να καταλήξει στην streaming πλατφόρμα του Netflix. Ο Zack Snyder, σκηνοθέτης και συν-σεναριογράφος της ταινίας, λίγο μετά την πώληση της Lucasfilm στην The Walt Disney Company το 2012, είχε προσπαθήσει να προωθήσει την ιδέα του στην εταιρία, παρουσιάζοντας την ως μία πιο ενήλικη προσθήκη στο σύμπαν του Star Wars.

Μετά την απόρριψη από το στούντιο, ο Snyder, πρότεινε η ιστορία του να ειπωθεί μέσω βιντεοπαιχνιδιού ή και ταινίας στην Warner Bros. Pictures, ενώ στην συνέχεια υπήρξαν ακόμη και σκέψεις για μία πρωτότυπη σειρά παραγωγής Netflix. Τα projects δεν προχώρησαν ποτέ. Έτσι, η διαγαλαξιακή του περιπέτεια, έγινε ταινία, χωρισμένη όμως σε δύο μέρη.

Το πρώτο μέρος, Rebel Moon: Part One - A Child of Fire, έκανε πρεμιέρα στις αρχές του Δεκεμβρίου σε περιορισμένο αριθμό κινηματογράφων σε Ηνωμένες Πολιτείες και Ευρώπη, ενώ από τις 22 του ίδιου μήνα έπαιζε στην πλατφόρμα του Netflix. Το sequel του, Rebel Moon: Part Two - The Scargiver, κυκλοφόρησε στις 19 Απριλίου 2024. Το σενάριο, πέρα από τον Snyder, υπογράφουν και οι Kurt Johnstad και Shay Hatten, ενώ στο πρώτο μέρος πρωταγωνιστούν οι: Sofia Boutella, Charlie Hunnam, Djimon Hounsou, Ray Fisher, Cary Elwes, Corey Stoll, Michiel Huisman, Alfonso Herrera, Doona Bae, Jena Malone, Staz Nair, E. Duffy, Charlotte Maggi και Sky Yang.

Στο Rebel Moon – Part Two: The Scargiver, ο Snyder θέλει να μεταφέρει το κοινό σε ακόμα μία διαγαλαξιακή, επική περιπέτεια. Το μεγαλόπνοο σχέδιό του, όμως, σκοντάφτει, χάνει την ισορροπία του και στη συνέχεια πέφτει πάνω στις ίδιες αδυναμίες και αστοχίες του προκατόχου του. Οι πρώτες στιγμές της ταινίας λειτουργούν περισσότερο ως ανακεφαλαίωση των γεγονότων του πρώτου μέρος, αλλά, αντί να βοηθήσουν την αφήγηση, μοιάζει βιαστική και μπερδεμένη, χωρίς να καταφέρνει να πετύχει τον σκοπό της. Ενώ δηλαδή η επιλογή του recap ακούγεται σαν μία καλή ιδέα ώστε να τοποθετήσει αλλά και να υπενθυμίσει τους θεατές τον κόσμο στον οποίον βρίσκονται, τελικά, η χρησιμοποίησή του, εξανεμίζει κάθε ελπίδα για συνεκτική αφήγηση.

Η ταινία πάσχει από σημαντικά ζητήματα, όπως οι κακογραμμένοι διάλογοι, η υπέρχρηση της τεχνικής slow motion, σε βαθμό που χάνει εντελώς την όποια θεαματικότητά του, η αδυναμία της να μας παρουσιάσει κάτι που θα μπορούσε να αποτελεί μία ξεχωριστή προσθήκη από τις υπόλοιπες στο είδος και κυρίως οι αδιάφοροι χαρακτήρες.

Τελικά, παγιδεύεται στα κλισέ που μαστίζουν την επιστημονική φαντασία, εξερευνώντας χιλιοειπωμένες θεματικές όπως αυτή της καταπίεσης μίας φασιστικής αυτοκρατορίας με τους ήρωες να υποφέρουν και να ταλαιπωρούνται από έναν πολεμοχαρή δικτάτορα. Ο εκλεκτός, ο σοφός μέντορας, ο σκοτεινός άρχοντας, μια μυστική προφητεία αλλά και μια ομάδα ηρώων που προσπαθεί να αντιμετωπίσει ως το αουτσάιντερ μία μεγαλύτερη δύναμη από αυτή, είναι στοιχεία που έχουμε δει αρκετές φορές στο παρελθόν.

Ενώ οπτικά ο κόσμος που έχει φτιάξει για εμάς ο σκηνοθέτης είναι όντως ελκυστικός στο μάτι, κάθε φορά που υπάρχει σκηνή σύγκρουσης ή προσπάθεια των σεναριογράφων να προχωρήσουν την πλοκή, αυτός ο κόσμος στερείται συναισθηματικής απήχησης. Όπως και η τάση του Snyder για υπερβολική δράση, είναι τελικά κούφια, χωρίς το αφηγηματικό βάρος για να δικαιολογήσει το θέαμά του.

Ένα εκ των μεγαλύτερων μειονεκτημάτων της ταινίας αποτελεί η ανεπάρκειά της στο να αξιοποιήσει πλήρως τις δυνατότητες που προσφέρει η ιδέα της. Στο φόντο ενός γαλαξιακού πολέμου, το Rebel Moon θα έπρεπε να αναδειχθεί ως ένα μεγαλεπήβολο επικό έργο, γεμάτο από ίντριγκες και δολοπλοκίες. Αντ' αυτού, απεικονίζει τα γεγονότα ως μια αναιμική απομίμηση των κλασικών του είδους, χωρίς να φτάνει το βάθος και την πολυπλοκότητα που καθιστούν αυτές τις ταινίες μοναδικές.

Τελικά, το Rebel Moon – Part Two: The Scargiver είναι ένα αδύναμο sequel που δεν καταφέρνει ποτέ να φτάσει στο επίπεδο των υψηλών φιλοδοξιών που είχε θέσει. Αντί να προσφέρει μια πλούσια και συναρπαστική αφήγηση, αφήνει την αίσθηση απογοήτευσης και χαμένων ευκαιριών. Παρά τις αρετές του, δίνει την εντύπωση ενός έργου που δίνει μεγαλύτερη βαρύτητα στο στυλ παρά στη βαθύτερη και πιο ουσιώδη ανάπτυξη της πλοκής και των χαρακτήρων.