Η σειρά Battletoads είναι μία που κουβαλά αρκετή ιστορία στις πλάτες της. Το πρώτο παιχνίδι αποτέλεσε σταθμό για την Rare, ανοίγοντας το δρόμο για τη συνεργασία της με την Nintendo και τη δημιουργία του λατρεμένου χαρακτήρα Donkey Kong. Μάλιστα, αποτέλεσε τέτοια επιτυχία που μετατράπηκε μέχρι και σε τηλεοπτική σειρά. Βέβαια, μπορεί μεν το πρώτο παιχνίδι να αγαπήθηκε και να είναι “ιστορικό”, αλλά αν εξαιρέσουμε ένα sequel που έκανε το ντεμπούτο του στις arcade καμπίνες της εποχής και ήταν τέτοια αποτυχία που δεν ήρθε ποτέ στις κονσόλες, η σειρά έχει μείνει στον πάγο τα τελευταία 26 χρόνια. Δεν είναι καθόλου απίθανο, λοιπόν, να μην γνωρίζετε αυτή την “ιστορία”. Αν την συμπυκνώσουμε σε μερικές λέξεις και φράσεις κλειδιά, η ουσία του Battletoads είναι η μεγάλη ποικιλία από gameplay αποσπάσματα που μπορούν να καταταχθούν σε πολλά διαφορετικά genres, η ακραία δυσκολία, αλλά και το επιπέδου fart jokes χιούμορ.
Κάνοντας fast-forward στο 2020, η σειρά επιστρέφει υπό την επιμέλεια των Xbox Games Studios. Την ανάπτυξη του project έχει αναλάβει η Dlala Studios, με την Rare να επιβλέπει φυσικά την όλη προσπάθεια. Το ‘sequel-reboot’, λοιπόν, που έφτασε στα χέρια μας, μπορώ να πω πως τικάρει όλα τα ίδια κουτάκια που έκαναν το αρχικό παιχνίδι να ξεχωρίζει, αποτίοντας φόρο τιμής στο πρωτογενές υλικό με το δικό του ξεχωριστό τρόπο. Υπάρχει ωστόσο μια βασική διαφορά. Το αρχικό παιχνίδι σίγουρα ήταν επηρεασμένο από τα καρτούν της εποχής, όπως τα Χελωνονιντζάκια, αλλά ήταν αρκετά ‘edgy’ και εικαστικά περισσότερο έμοιαζε με εξώφυλλο μέταλ άλμπουμ εν κινήσει, παρά με καρτούν. Τα πράγματα είναι πολύ διαφορετικά στην προκειμένη περίπτωση. Το νέο Battletoads υιοθετεί ένα εντελώς διαφορετικό εικαστικό στυλ. Είναι ζωγραφισμένο στο χέρι και μοιάζει απίστευτα πολύ με σειρά κινουμένων σχεδίων του Adult Swim, όπως για παράδειγμα το Rick and Morty. Προσωπικά αυτή η αλλαγή δε με ενοχλεί και έχοντας ολοκληρώσει το παιχνίδι μπορώ να πω εν τέλει μου άρεσε κιόλας. Ο τίτλος της Dlala έχει χαρακτήρα, είναι άκρως διασκεδαστικός και κατάφερε να με κερδίσει, παρόλο που είχα τις αμφιβολίες μου.
Όπως συνηθίζω, θα ξεκινήσω με την ιστορία. Πρωταγωνιστές μας είναι φυσικά οι τρεις πολύχρωμες χελώνες. Συγνώμη, όχι χελώνες, Battletoads. Έχουμε τον Rash που έχει μανία με το να γίνει διάσημος, τον Pimple που είναι μεγαλόσωμος, δυνατός και με εκρήξεις θυμού που προσπαθεί να καμουφλάρει, αλλά και τον Zitz, τον δίχως υπερβολή ακατάλληλο αρχηγό που αμφιβάλλει για τα πάντα. Το παιχνίδι ξεκινά όταν ο κόσμος ανακαλύπτει ένα bunker εικονικής πραγματικότητας, όπου τα Battletoads είχαν ξεχαστεί τα τελευταία 26 χρόνια. Αφού γειώνονται στην πραγματικότητα και αντιλαμβάνονται πως δεν είναι ήρωες, αποφασίζουν να πιάσουν δουλειές γραφείου, μέχρι που ο Rash αποζητώντας ξανά δόξα και αποφασίζει να σώσει τον κόσμο. Για να το πετύχει αυτό αποφασίζει πως πρέπει για αρχή να βρει την villain που τους ταλαιπωρούσε στο παρελθόν, την Dark Queen. Κάπως έτσι ξεκινά η χαοτική δράση και ένα ταξίδι που θα περάσει από πολλούς πλανήτες.
Τα cutscenes του τίτλου είναι κινούμενα σχέδια και η όλη αφήγηση βασίζεται εξ’ ολοκλήρου στο χιούμορ, την υπερβολή και το σπάσιμο του τέταρτου τοίχου. Για να είμαι ειλικρινής τα πρώτα λεπτά είχα την εντύπωση πως το όλο σκηνικό θα ήταν πολύ -ας μου επιτραπεί η έκφραση- ‘cringe’. Προς έκπληξη μου, όταν έπεσαν οι τίτλοι τέλους βρήκα τον εαυτό μου να συμπαθεί ιδιαίτερα τους χαρακτήρες και αν και μερικά αστεία ήταν για τα γούστα μου άστοχα, το παιχνίδι κατάφερε να με κάνει να χαμογελάσω ουκ ολίγες φορές με την καλοπροαίρετη και διάχυτη ‘ηλιθιότητά’ του. Σε καμία απολύτως στιγμή ο τίτλος δεν παίρνει στα σοβαρά τον εαυτό του και αυτό είναι που κάνει τη συνταγή να δουλεύει.
Ο χαρακτηρισμός ανάλαφρος δεν μπορεί βέβαια να συνοδεύσει και το gameplay. Όπως επιβάλλει η σειρά, έχουμε να κάνουμε με μια αρκετά απαιτητική εμπειρία. Προσωπικά επέλεξα το μεσαίο επίπεδο δυσκολίας και ομολογώ πως υπήρξαν σημεία που δυσκολεύτηκα. Όπως συμβαίνει όμως με κάθε δύσκολο παιχνίδι, όταν τα καταφέρνεις, ομοίως και η ικανοποίηση είναι αντίστοιχα περισσότερη. Το καλό με τη δυσκολία είναι πως είναι προσεκτικά ζυγισμένη. Κατά τη διάρκεια του βασικούς campaign, το οποίο με κράτησε απασχολημένο για περίπου πέντε ώρες, πέρασε από την οθόνη μου μια παρέλαση διαφορετικών genres.
Το πρώτο Act εστιάσει σε beat-em up επίπεδα στα πρότυπα του Streets of Rage, ενώ αργότερα υπάρχουν μεγάλα 2D platformer τμήματα που σπάνε τη δράση και είναι πιο χαλαρωτικά, χωρίς βέβαια να πρωτοτυπούν ιδιαίτερα. Υπάρχουν μερικά πολύ δύσκολα bullet hell twin-stick shooter επίπεδα, υπάρχουν escape αποστολές τόσο σε στυλ 2D platformer που πρέπει να προλάβεις την πίστα που κατεβαίνει κάθετα ή πηγαίνει δεξιά, αλλά και με racing πίστες που πρέπει να αποφύγετε εμπόδια ενώ πηγαίνετε με ιλιγγιώδη ταχύτητα. Διάσπαρτα μεταξύ όλων αυτών υπάρχουν και ατέλειωτα mini games που μπορεί να διαρκούν από μερικά πατήματα κουμπιών μέχρι και λίγα λεπτά, αλλάζοντας ξανά τη ροή του campaign.
Σε κανένα από αυτά τα διαφορετικά genres το παιχνίδι δε μου φάνηκε άδικο. Απεναντίας, ειδικά στα beat-em up τμήματα, τα οποία είναι τα πιο καλοφτιαγμένα, οι δημιουργοί εκμεταλλεύτηκαν πολύ καλά την μεγάλη ποικιλία ξεχωριστών εχθρών. Αντί να ρίχνουν υπερβολικά πολλά ανθρωπάκια στην οθόνη για τεχνητή δυσκολία, αντιθέτως σε βάζουν αντιμέτωπο με εχθρούς που απαιτούν διαφορετική αντιμετώπιση και καθιστούν απαραίτητη τη χρήση στρατηγικής. Προς τιμήν τους, δηλαδή, τα εν λόγω επίπεδα αποφεύγουν σε μεγάλο βαθμό το άμυαλο button mashing. Μάλιστα, όλες οι επιθέσεις των αντιπάλων έχουν πολύ καλές οπτικές ενδείξεις, οπότε αν διαβάσεις την χαοτική δράση στην οθόνη, έχεις όλα τα στοιχεία για να εκτελέσεις εντυπωσιακά combos.
Βέβαια, το γεγονός πως το παιχνίδι καταπιάνεται με τόσα διαφορετικά genres είναι το μεγαλύτερο πλεονέκτημα και συγχρόνως εκεί που εντοπίζονται μερικά από τα μειονεκτήματά του. Από τη μια, αυτές οι συνεχείς εναλλαγές είχαν ως αποτέλεσμα να μη βαρεθώ ούτε λεπτό. Από την άλλη δε, ισχύει ο κανόνας του ‘δε χωράνε πολλά καρπούζια κάτω από μια μασχάλη’. Εξηγούμαι. Το παιχνίδι κάνει πολλά πράγματα καλά, αλλά δεν κάνει κάτι από αυτά εξαιρετικά. Τα beat-em up τμήματα είναι απλά ‘OK’. Αν τα αποδομήσεις έχεις πρακτικά τις γρήγορες επιθέσεις, αλλά και το dodge που πρέπει να κάνεις συνεχώς.
Υπάρχουν όμως ατέλειες. Μερικά animations δεν είναι τόσο καλοφτιαγμένα, ενώ υπάρχει μια επίθεση που φορτίζεις για να σπάσεις το block των εχθρών, η οποία μοιάζει εκτός τόπου και χρόνο αν αναλογιστείς την ταχύτητα που απαιτεί το combat. Ομοίως, όταν σήκωνα εχθρούς στον αέρα δυσκολευόμουν να συνεχίσω το combo, αφού στιγμιαία έφευγαν εκτός οθόνης. Αν βγάλουμε όμως τα beat-em up επίπεδα από τη μέση, το παιχνίδι είναι κάπως ρηχό και πάσχει και από προβλήματα με το pacing, αφού οι ρυθμοί πέφτουν κάπως στο Act 3, σε σχέση με την εκρηκτική εισαγωγή. Στο σύνολό του, όμως, εξακολουθεί να είναι τρομερά διασκεδαστικό. Είναι από τις περιπτώσεις που παίζεις ξέγνοιαστα και χωρίς πολύ σκέψη, απλά για να περάσεις καλά. Αυτό μάλιστα ενισχύεται ειδικά σε co-op τριών παικτών στον ίδιο καναπέ.
Στα του τεχνικού τομέα, δηλώνω μετά χαράς πως ο τίτλος είναι αψεγάδιαστος. Δε συνάντησα ούτε ένα bug ή glitch. Ο ρυθμός ανανέωσης δεν έχει σκαμπανεβάσματα, η ανάλυση είναι κοφτερή και τα loading όταν χάνεις ή φορτώνεις ξανά κάποιο checkpoint είναι αστραπιαία. Δεν υπήρχαν δικαιολογίες εξάλλου για έναν τίτλο με τέτοιο εικαστικό, ο οποίος δεν είναι απαιτητικός ως προς την επεξεργαστική ισχύ. Για τα πρακτικά να αναφέρω πως η έκδοση που δοκίμασα ήταν αυτή του Xbox One X. Παραδόξως, ο τίτλος δεν υποστηρίζει HDR, αλλά αυτό δεν αποτρέπει την έντονη χρωματική του παλέτα από το να φωτίσει την οθόνη σας.
Υπάρχει, όμως, ένα τεράστιο ‘αγκάθι’ που θα χρεώσω στον τεχνικό τομέα. Το παιχνίδι δεν έχει online co-op. Ναι, καλά διαβάσετε! Ο τίτλος προωθείται για το πόσο διασκεδαστική co-op εμπειρία είναι και δε σας αφήνει να παίξετε εξ αποστάσεως με τους φίλους σας εν έτει 2020. Θεωρώ πως είναι τεράστια παράλειψη από την πλευρά των δημιουργών και ίσως απομακρύνει εντελώς πολλούς παίκτες που ήθελαν να ασχοληθούν κατά τα άλλα. Είναι πραγματικά κρίμα και σας το λέω αυτό έχοντας παίξει το πρώτο Act σε couch co-op, παρέα με έναν φίλο μου. Δίχως υπερβολή ξεκαρδιστήκαμε στα γέλια, φωνάζαμε και κάναμε σε μικρά παιδιά. Ελπίζω η Microsoft και η Dlala να προσθέσουν το χαρακτηριστικό στο μέλλον και να μην το αγνοήσουν.
Στα του ήχου τώρα, η μουσική είναι φανταστική! Πέρα από το ξεσηκωτικό main theme, θα ακούσετε πολλές ταιριαστές metal νότες που τονώνουν τη δράση και ενισχύουν κάθε σκηνή. Το παιχνίδι θα ήταν πραγματικά ‘μισό’ χωρίς τη μουσική του. Η μίξη του ήχου δεν έχει προβλήματα και τα εφέ είναι βροντερά και με αντίκτυπο, όπως πρέπει. Τα voice overs κάνουν επαρκώς τη δουλειά τους, αν και ομολογώ πως τα βρήκα λίγο άνευρα σε ορισμένες σκηνές, ειδικά από την πλευρά της Dark Queen.
Ακολουθήστε το Unboxholics.com στο Google News για να μαθαίνετε πρώτοι τα τελευταία νέα για τεχνολογία, videogames, ταινίες και σειρές. Ακολουθήστε το Unboxholics.com σε Facebook, Twitter, Instagram, Spotify και TikTok.