Μέσα από τα σκοτάδια άρχισε να ξεπροβάλει η σιλουέτα της. Περπατάει αργά και με δυσκολία. Δείχνει να πονάει, είναι καταβεβλημένη. Πλησιάζει προς το μέρος μου. Μια σκοτεινή αύρα την περικλείει όσο περπατάει. Αρχίζω και διακρίνω το πρόσωπό της. Δε σηκώνει το βλέμμα της. Αποφεύγει να με κοιτάξει στα μάτια, γιατί ξέρει πως τα μάτια της δε μπορούν να πουν ψέματα. Δε θέλει με τίποτα να φανερώσει αυτά που είδε πίσω από το τοίχος. Δε θέλει ούτε να διανοηθεί να περιγράψει αυτά που βίωσε και αυτά που φοβάται ότι θα δούμε όλοι. Είδε το πραγματικό σκοτάδι, είδε τον αληθινό δαίμονα. Αλλά για την ώρα όλα αυτά τα κρατάει μέσα της, ελπίζοντας πως θα η πρώτη μας επαφή θα καθυστερήσει…
Αν υπάρχει ένα case study που πρέπει να διδάσκεται σε σχολές, αυτό είναι το φιάσκο της CD Projekt RED και του Cyberpunk 2077. Οι Πολωνοί, όντας οι καλύτεροι στο είδος τους, πέρασαν για κάποιον αδιευκρίνιστο τρόπο, στην απέναντι πλευρά, εκεί που ποτέ δε θέλαμε να τους δούμε. Οι άνθρωποι που θεωρούσαμε «δίπλα μας» μέσα στο σκοτεινό δωμάτιο με το τέρας, έγιναν τελικά οι ίδιοι τους το τέρας. Όλο αυτό το πλήρωσαν και μάλιστα ακριβά. Θίχτηκε η αξιοπιστία του στούντιο, η αξιοπρέπεια και αμφισβητήθηκε η αυθεντικότητά του ως «δημιουργός».
Πίσω, όμως, από τα οικονομικά και marketing τμήματα, τους χαρτογιακάδες, τους επενδυτές και τους διευθυντές, υπάρχει μια ομάδα developers που και εμείς και αυτοί και όλος ο κόσμος ξέρει τι μπορούν να παραδώσουν. Οι Πολωνοί ήταν, είναι και θα είναι ένα διαμάντι στο μέσο, το οποίο όσο και να λερώθηκε μετά το τραγικό launch του Cyberpunk 2077, παραμένει διαμάντι και το απέδειξε με την επιμονή, το πείσμα και το πάθος που διέπει το Phantom Liberty. Πρόκειται για το καλύτερο DLC, το εκπληκτικότερο come back story που έχουμε δει τα τελευταία χρόνια. Είναι ο Φοίνικας που αναγεννιέται από τις στάχτες του…
Ας τα πιάσω από την αρχή και εν συντομία να ανακεφαλαιώσω τα όσα έχουν συμβεί. Το Cyberpunk 2077 ήταν χαλασμένο στις εκδόσεις του για τις κονσόλες και σχεδόν unplayable. Στο PC είχε μία σαφέστατα καλύτερη, πιο ολοκληρωμένη και πιο καλοστημένη έκδοση. Σαν παιχνίδι είχε τρομερή γραφή, όμορφη και ενδιαφέρουσα πλοκή και εικαστικό που «ζάλιζε» από φαντασία και αισθητική. Ο τίτλος ήταν αρκετά άψυχος στο open world κομμάτι, η Night City ήταν νωχελική, υπήρχαν αρκετά αδιάφορα side-quests και πολλοί εκ των gameplay μηχανισμών αντιμετώπιζαν προβλήματα ή ήταν ημιτελείς.
Η εταιρία, μετά το χάος των πρώτων μηνών ξεκίνησε να το βελτιώνει παντού με updates. Σιγά-σιγά το έφτασε σε ένα βαθμό που πλέον μπορούσαν να το παίξουν όλοι, σε κάθε έκδοση, αλλά ακόμη το παιχνίδι «αιμορραγούσε». Το ολοκληρωτικό healing φάρμακο ήλπιζαν ότι θα το δώσουν με το Update 2.0, το οποίο μάλιστα θα συνοδευτεί και από ένα expansion pack ονόματι “Phantom Libery”. Μετά από περίπου 30 ώρες με το «νέο υλικό», μπορώ με βεβαιότητα να πω πως δε μιλάμε απλά για φάρμακο, αλλά για ανάσταση, για ένα θαύμα που το βλέπουμε να εξελίσσεται μπροστά στα μάτια μας.
Πριν μιλήσω για το Phantom Liberty, οφείλω να αναφερθώ στο Update 2.0 που αλλάζει ριζικά το βασικό παιχνίδι. Ριζικά σημαίνει ότι το update «πειράζει» και βελτιώνει σχεδόν όλους τους τομείς του τίτλου. Από νέα οχήματα, όπλα, αντικείμενα, ρουχισμό και τοποθεσίες, μέχρι πλήρως αλλαγμένο skill tree, βελτιωμένο σύστημα μάχης, καλύτερη Α.Ι. και μικροαλλαγές σε διαλόγους, quests και endings.
Πρακτικά, το παιχνίδι μετά από αυτήν την αναβάθμιση αποκτά την αυτοπεποίθηση που του έλειπε ακόμη και μετά τα πολλά και διάφορα updates που έχει πάρει από την ημέρα του launch μέχρι σήμερα, είναι αισθητά πιο στιβαρό, πολύ πιο απολαυστικό στο gameplay τομέα του και γενικά μιλάμε για κάτι πολύ πιο ολοκληρωμένο. Όχι, η Night City, δεν είναι άλλη πόλη. Η ιδιοσυγκρασία της, οι ελλείψεις της, τα «βουβά» σημεία της, συνεχίζουν να υφίστανται, όπως επίσης και η δομή του open world στοιχείου της.
Περνάω στον πραγματικό “star” αυτού του επεισοδίου του Cyberpunk 2077, το Phantom Liberty. Πρόκειται για ένα νέο, μακροσκελές storyline που μπορείτε να ξεκινήσετε, είτε από την αρχή μέσα από το κεντρικό μενού του παιχνιδιού, είτε να το «βρείτε ως quest» στο ήδη υπάρχον save του βασικού main campaign. Αυτό που προτείνω εγώ είναι να τελειώσετε το βασικό παιχνίδι και να κάνετε “new game” στο Phantom Liberty. Μόνο έτσι θα νιώσετε αυτά που πρέπει να νιώσετε στο φινάλε το Phantom Liberty, μιας και έχει μια ψευδαίσθηση ολοκλήρωσης και γενικά κάπου καταλήγει. Η διάρκεια του DLC κυμαίνεται από τις 16-17 ώρες για το βασικό plot, ενώ έχει υλικό που άνετα αγγίζει τις 25-30 ώρες. Αν τα προσθέσετε όλα αυτά στο βασικό παιχνίδι, τότε αντιλαμβάνεστε πως η Night City έχει πολλές ιστορίες να σας διηγηθεί.
Η ιστορία λέει ότι εμείς ως “V” καλούμαστε να σώσουμε την πρόεδρο των «Νέων Ηνωμένων Πολιτειών Αμερικής» ύστερα από πτώση του ιδιωτικού της Jet στην καρδιά της Dogtown, της χειρότερης και πιο βρώμικης περιοχής της Night City, που προφανώς δεν «έπεσε» τυχαία εκεί. Παίζονται συμφέροντα και εμπλέκονται πολλοί και διάφοροι που έχουν να κερδίσουν από αυτήν την εξέλιξη. Κάπως έτσι ξεκινάει μια απίθανη ιστορία, γεμάτη προδοσίες, ανατροπές, δράση και μυστήριο που σπάει κόκαλα! Η πένα της CD Projekt RED δίνει ρέστα για ακόμη μια φορά και παραδίδει μια τρομερά ενδιαφέρουσα πλοκή που καλύπτεται μοναδικά από έναν spy/ espionage μανδύα που τόσο λατρεύουν εν τέλει οι Πολωνοί.
Παρόλο που τα set pieces και τα σημεία με ακατάπαυστη δράση δεν είναι λίγα, το Phantom Liberty κατά βάση είναι ένα spy thriller, μια μεγάλη undercover παράγραφος στο σύμπαν του Cyberpunk 2077. Αυτήν την υπόσταση δεν την αντλεί μόνο από τους κλασικούς hacking, scanning και stealth μηχανισμούς, αλλά εμβαθύνει και με άλλους μοναδικούς τρόπους, τους οποίους δε θα ήθελα να σας τους φανερώσω σε αυτό το κείμενο. Αυτό που μπορώ να σας πω με βεβαιότητα είναι ότι θα συναντήσετε σημεία που θα σας κοπεί η ανάσα, θα πρέπει να χειριστείτε λεπτά τους διαλόγους και να βιαστείτε για τις επιλογές σας, οι οποίες έχουν σοβαρές συνέπειες. Θα δείτε λίγο Hitman, θα δείτε λίγο Deux Ex, λίγο Blade Runner και πολλά ακόμη στοιχεία από δημοφιλή sci-fi thrillers. Όλα παντρεμένα και δεμένα υπέροχα με τη γνωστή γραφή της CD Projekt RED.
Ο τρόπος που οι Πολωνοί έχουν γράψει τους χαρακτήρες του Phantom Liberty, είναι για σεμινάρια. Από το σημαντικότερο, μέχρι και τον πιο τελευταίο των τελευταίων, υπάρχει μια στιβαρή πένα που προσδίδει κύρος και σοβαρότητα. Στο DLC απέκτησα πραγματικό ενδιαφέρον για τον V, ενώ λάτρεψα όσο μπορεί κάποιος να λατρέψει έναν videogame χαρακτήρα, την Songbird, το διαμάντι αυτού του κεφαλαίου, της οποίας τη φωνή χαρίζει η Minji Chang. Η ιστορία της Songbird είναι και η ιστορία της CD Projekt RED με το Cyberpunk και τη σύνδεση θα την κάνετε αφότου ολοκληρώσετε το DLC.
Πέραν φυσικά του Keanu Reeves ως Jonnhy Silverhand, ο οποίος και αυτός «ανοίγεται» πολύ περισσότερο, απολαυστικός είναι και ο πασίγνωστος Idris Elba (Thor: Ragnarok, Mandela: Long Walk to Freedom, Beasts of No Nation), που ενσαρκώνει τον Solomon Reed. Γενικότερα, έχουμε μία παρέλαση αστέρων και ταλέντων στο Phantom Liberty που δίνουν φανταστικές ερμηνείες και απογειώνουν το ήδη υπέροχο σενάριο του expansion. Στο τέλος, εκεί που όλα κορυφώνονται και δρόμοι όλων συναντιούνται, θα δείτε όλα αυτά τα αστέρια να αποδεικνύουν γιατί είναι αστέρια και το αφήνω εδώ…
Ιδιαίτερη μνεία πρέπει να γίνει στο σχεδιασμό των επιπέδων και δει, της Dogtown. Αυτή η «άσχημη» πλευρά της πόλης, αποτελεί το καταφύγιο για τον υπόκοσμο της Night City, είναι βουτηγμένη στη σαπίλα, στη σκουριά και στη λάσπη. Όλα υπολειτουργούν, το έγκλημα βασιλεύει και εμείς καλούμαστε να επιβιώσουμε μέσα σε αυτόν τον κυκεώνα του θανάτου. Σε αντίθεση με την υπόλοιπη Night City, η Dogtown είναι σαφέστατα πιο περιποιημένη από την CD Projekt, είναι πιο γεμάτη, πιο «ζωντανή». Και δεν είναι καθόλου μικρή, πράγμα που της δίνει το ελεύθερο να έχει τη δική της ποικιλία, από υπονόμους πνιγμένους από αστέγους και καταυλισμούς, μέχρι China Towns, συνοικίες, παράνομα clubs, οίκους ανοχής και ό,τι άλλο «προσελκύει» τον υπόκοσμο.
Όπως προείπα, το gameplay πλέον έχει μεταμορφωθεί. Τώρα πια το Cyberpunk 2077 είναι ένα πραγματικά καλό και απολαυστικό shooter, τα όπλα έχουν τρομερή αίσθηση, ενώ δουλειά έχει πέσει και στις melee μάχες. Η οδήγηση συνεχίζει να είναι λιγάκι συγχυσμένη, αλλά όχι κάτι που διαλύει την εμπειρία. Το νέο skill tree και οι RPG μηχανισμοί είναι τόσο ανανεωμένα που σχεδόν τίποτα δε θυμίζει το βασικό παιχνίδι, οπότε πρακτικά θα δείτε κάτι εντελώς ανανεωμένο.
Μετά και το τελευταίο Update 2.0 και τα απίστευτα πράγματα που έφεραν τα DLSS 3.5 και Path Tracing, το Cyberpunk 2077 -στο PC- είναι το ομορφότερο και πιο εξελιγμένο τεχνολογικά παιχνίδι αυτή τη στιγμή στο μέσο. Αυτά που θα δει ο παίκτης -που έχει και το ιδανικό hardware για να το τρέξει ωστόσο- δεν τα έχει και δεν τα βλέπει κανένας, σε κανένα άλλο παιχνίδι του σήμερα. Από τους φωτισμούς, τις αντανακλάσεις, τα μοντέλα των χαρακτήρων, μέχρι τα textures και τα animations, η RED Engine παραδίδει ένα φαντασμαγορικό show. Όσον αφορά στο soundtrack, νομίζω πως έχουμε να κάνουμε με ένα από τα καλύτερα για φέτος. Μια ακρόαση θα σας πείσει για αυτό που έχουν κάνει. Και όταν ακούσετε αυτή τη μουσική να συνοδεύει τη δράση, θα καταλάβετε ακριβώς τι εννοώ.
Ακολουθήστε το Unboxholics.com στο Google News για να μαθαίνετε πρώτοι τα τελευταία νέα για τεχνολογία, videogames, ταινίες και σειρές. Ακολουθήστε το Unboxholics.com σε Facebook, Twitter, Instagram, Spotify και TikTok.