“Παγιδευμένοι” στην εποχή του κατακλυσμού

Κάποιες φορές καλό είναι να θυμόμαστε να πηγαίνουμε λίγο πιο αργά
16 Αυγούστου 2023 19:30
“Παγιδευμένοι” στην εποχή του κατακλυσμού

Θα μου επιτρέψετε κάτι λιγάκι πιο προσωπικό αυτή τη φορά, με την ελπίδα ότι αυτές οι σκέψεις αφορούν και κάποιον πέραν από τον εαυτό μου. Η κυκλοφορία του Baldur’s Gate 3, ενός σπουδαίου παιχνιδιού που απλώνεται με άνεση σε 150 και 200+ ώρες, έχει επαναφέρει στο μυαλό μου έναν προβληματισμό που με γυροφέρνει τα τελευταία χρόνια και ιδιαίτερα από τότε που έγινα πατέρας και ο χρόνος μου έγινε πιο περιορισμένος.

Ζούμε σε μια εποχή ψυχαγωγικού κατακλυσμού.

Ταινίες, σειρές, βιντεοπαιχνίδια, επιτραπέζια, βιβλία, comics…μας έρχονται -σχεδόν- στο πιάτο μας, με εξοντωτικά γοργούς ρυθμούς. Οι συνδρομητικές υπηρεσίες και γενικότερα το ίντερνετ έχουν πολλαπλασιάσει τον όγκο της παραγωγής αλλά και τις -ανά πάσα στιγμή- διαθέσιμες επιλογές. Και αυτό δεν σταματάει, δεν κάνει διαλείμματα, μοιάζει με μια χιονοστιβάδα που κατεβαίνει και κατεβαίνει και μεγαλώνει, μεγαλώνει χωρίς να υπάρχει τέλος. Δεν πρόκειται να σταματήσει κάπου. Η αλήθεια είναι ότι πάντοτε (εννοώντας και πριν την εποχή του διαδικτύου) υπήρχαν περισσότερα ενδιαφέροντα έργα απ’ όσα θα μπορούσες να διαβάσεις/δεις/παίξεις σε μια ολόκληρη ζωή. Απλά τώρα, μέσα στους φρενήρεις ρυθμούς των ζωών μας υπάρχει κι ένας ασταμάτητος βομβαρδισμός, όχι μόνο εύκολα προσβάσιμων νέων έργων, αλλά και πληροφορίας.

Η περιήγηση στα social media εύκολα μπορεί να δημιουργήσει ένα -εντελώς πλαστό- συναίσθημα επιτακτικότητας. Κάθε τι που μονοπωλεί την επικαιρότητα μας κατακλύζει από παντού και είναι εύκολο να παρασυρθείς. Ταυτόχρονα, αποτελούν και μια ακατάπαυστη πηγή προτάσεων. Αυτό δεν είναι φυσικά κακό. Έχω γνωρίσει αναρίθμητα αξιόλογα έργα που πιθανότατα δεν θα ανακάλυπτα ποτέ αν δεν διάβαζα κάτι που να μου κινούσε το ενδιαφέρον σε αυτές τις πλατφόρμες. Απλά βάζοντας τα πάντα αθροιστικά, βγαίνεις πανεύκολα με προίκα μια “αδύνατη” λίστα πραγμάτων με τα οποία θα σε ενδιέφερε να ασχοληθείς. Μια λίστα που συνέχεια μεγαλώνει. 

Ως κάποιος που εκφράζει δημόσια την άποψή του για βιντεοπαιχνίδια και ταινίες, διακατέχομαι από ένα μόνιμο άγχος να μένω ενημερωμένος και “διαβασμένος”. Όχι απλά να έχω επαφή με τις τελευταίες κυκλοφορίες, αλλά και να βρίσκω χρόνο να καλύπτω “κενά” από το παρελθόν. Αυτό με τοποθετεί σε μια ψυχολογική κατάσταση στην οποία είμαι συνέχεια με το ένα πόδι στο παρόν και με το άλλο στο μέλλον. Παίζω/βλέπω/διαβάζω κάτι και σκέφτομαι ήδη το επόμενο. Ασυναίσθητα ή μη, βιάζομαι. Πάντα νιώθω ότι βιάζομαι.

Να τελειώσω αυτό για να πιάσω εκείνο. Να μην χασομερήσω γιατί σε λίγο βγαίνει κι αυτό και δεν θα έχω χρόνο. Με το που ολοκληρώνω κάτι, κάποιες φορές ακόμα και την ίδια μέρα, ξεκινάω κάτι καινούργιο. Είναι, φυσικά, αναγκαίο να έρχομαι σε επαφή με πολλά έργα και να διευρύνω την οπτική μου, αλλά, νιώθω ότι υπάρχει κάπου μια γραμμή που δεν πρέπει να ξεπεραστεί. Και τα τελευταία 5-7 χρόνια αισθάνομαι ότι κινούμαι οριακά κατά μήκος της. Και αισθάνομαι επίσης ότι δεν είμαι ο μόνος. Η τόσο απότομη αύξηση των επιλογών μας, αυτός ο μόνιμος τεράστιος όγκος νέων έργων, πιστεύω ότι έχει -ή τέλος πάντων μπορεί- να επηρεάσει τον τρόπο που τα προσλαμβάνουμε και τα επεξεργαζόμαστε.

Όταν τα έργα μετατρέπονται σε “περιεχόμενο”  

Η απέχθεια του Scorsese για τον όρο “περιεχόμενο” σε αυτό το συγκινητικό δοκίμιο για τον Fellini και την σταδιακή υπονόμευση της τέχνης του σινεμά, έδωσε επιτέλους μορφή και στους δικούς μου ακατέργαστους προβληματισμούς. Νομίζω, η χειρότερη συνέπεια αυτής της ακατάπαυστης ροής ψυχαγωγίας που σαν χείμαρρος μας παρασέρνει καθημερινά, είναι ότι δεν αφήνει συχνά τα έργα να αναπνεύσουν μέσα μας, να αποκτήσουν ζωή. Όταν πέσεις στην παγίδα αυτής της ασταμάτητης αλυσιδωτής ακολουθίας μπορεί να μετατρέψει όλη την ουσία της εμπειρίας σε κατανάλωση. Ρηχή, υπνωτική, εμμονική κατανάλωση. Να μετατρέψει τα καλλιτεχνικά έργα σε “περιεχόμενο”.

Προϊόντα που διεκδικούν μανιωδώς τον χρόνο μας βάσει αλγορίθμων και εξαντλούνται στη στιγμή. Όχι επειδή απαραίτητα δεν έχουν κάτι παραπάνω να προσφέρουν αλλά και επειδή έχουμε ήδη προχωρήσει στο επόμενο. Και ουσιαστικά καταλήγουμε να βλέπουμε/παίζουμε/διαβάζουμε για να πούμε ότι είδαμε/παίξαμε/διαβάσαμε και όχι πραγματικά για εμάς. Υπηρετούμε σχεδόν ψυχαναγκαστικά μια εξωτερική κατάσταση. Είναι απολύτως εύλογο λοιπόν να καταλήγουμε συχνά με επιφανειακές αναγνώσεις, να υπερτιμούμε τις πιο φανταχτερές αρετές και να οδηγούμαστε τακτικά σε επιπόλαια συμπεράσματα. Όταν τρέχεις δεν είναι πολύ εύκολο να θαυμάσεις έναν εκλεπτυσμένο πίνακα, έτσι δεν είναι; Μπορείς εύκολα να εντυπωσιαστείς από μια έντονη πινακίδα όμως.

Πιστεύω ακράδαντα πλέον πως είναι προτιμότερο να παίξεις/δεις/διαβάσεις λιγότερα, αλλά να τους δώσεις την ευκαιρία να ανθήσουν μέσα σου. Να είσαι “εκεί” όταν τα βιώνεις, να τους αφιερώσεις την προσοχή, την σκέψη που τους αξίζει, να τα επεξεργαστείς σε βάθος χρόνου χωρίς πίεση. Και σε ένα προσωπικό επίπεδο, νομίζω ως -επιτρέψτε μου τον όρο για ευκολία, παρότι δεν είμαι στην πραγματικότητα- “κριτικός” με ωφελεί περισσότερο, με κάνει καλύτερο στη “δουλειά” μου, να μην υποκύπτω σε αυτόν τον ακατάπαυστο ρυθμό κατανάλωσης. Να βρίσκω μια ισορροπία ανάμεσα στην ποσότητα και την ποιότητα της ενασχόλησης.

Έχω πολύ περισσότερα να πάρω όταν στέκομαι και εμβαθύνω με ανοιχτό μυαλό και χωρίς βιασύνη, ακόμα και σε εμπειρίες που φαινομενικά δεν το αξίζουν. Για να κάνω και μια τραβηγμένη παρομοίωση: είναι προτιμότερο να διαβάσεις προσεκτικά ένα βιβλίο παρά να ξεφυλλίσεις δέκα. Ακόμα και αν αυτό το ένα είναι ενδεχομένως λιγότερο αξιόλογο από 3 από τα άλλα δέκα. Είναι αυτό που λέμε “αυτός που θέλει τα πολλά, χάνει και τα λίγα”.

Πρέπει να αποδεχτούμε ότι είναι αδύνατον να τα κάνουμε όλα σε αυτή τη ζωή. Όσο στενάχωρο και αν ακούγεται, είναι η αλήθεια. Αφού λοιπόν χωνέψουμε αυτήν την αλήθεια, ίσως καταφέρουμε να απαλλαγούμε και από αυτό το παντελώς αχρείαστο άγχος που πιστεύω ότι μας έχει επιβληθεί από το ασφυκτικό διαφημιστικό περιβάλλον στο οποίο ζούμε. Για να επανέλθω στο Baldur’s Gate 3, έπιασα λοιπόν τον εαυτό μου σχεδόν να πανικοβάλλεται να το “χωρέσει” στη ζωή του. Δεν γίνεται να μην το παίξω, είναι ίσως το καλύτερο παιχνίδι της χρονιάς, έλεγα από μέσα μου. Από την άλλη όμως, τι αξία έχει να “τρέξεις” ένα τέτοιο παιχνίδι;

Υπάρχουν οπότε δύο διαστάσεις σε αυτό που προσπαθώ να πω. Η πρώτη που είναι πιο προσωπική και αφορά περισσότερο τους επαγγελματίες του χώρου, τους κριτικούς, τον τύπο γενικότερα και η δεύτερη που αφορά τον απλό θεατή/παίκτη/ αναγνώστη. Για τους πρώτους είναι μια υπενθύμιση ότι είναι αδιαμφισβήτητα ευεργετικό να βιώνουμε πολλές εμπειρίες και να πασχίζουμε γι’ αυτό αλλά μέχρι ένα σημείο. Η εμμονική, αδιάλειπτη “κατανάλωση” νομίζω μπορεί να φθείρει την σχέση μας με τα έργα, να την υποβαθμίσει σε ένα πρόχειρο, επιφανειακό επίπεδο. Για τους δεύτερους, το απλό κοινό, είναι ίσως ένα καμπανάκι από κάποιον που έχει ήδη “καεί” πολλές φορές: απολαύστε ό,τι σας ευχαριστεί στον δικό σας ρυθμό. Μην διστάζετε να αφήστε εντελώς το πόδι από το γκάζι, αγνοήστε το πάντα θορυβώδες περιβάλλον και αφιερωθείτε στο εκάστοτε έργο. Δεν είναι αγώνας, δεν είναι ανταγωνισμός. Είναι ξεκούραση, διασκέδαση και επικοινωνία που μοναδικό σκοπό έχει να κάνει την ζωή μας καλύτερη.

Tags: