Relic Review - Κάτι πραγματικά κακό πολιορκεί την Emily Mortimer

Ένα υπερφυσικό θρίλερ διαφορετικό από τα άλλα
29 Ιουλίου 2020 13:18
Relic Review - Κάτι πραγματικά κακό πολιορκεί την Emily Mortimer

Η Natalie Erika James επιχείρησε φέτος να πάρει το βάπτισμα του πυρός ως δημιουργός, παραδίδοντάς μας ως πρώτη της δουλειά το ενδιαφέρον μεταφυσικό θρίλερ Relic, με την Emily Mortimer (Lars and the Real Girl, Mary Poppins Returns) να ηγείται του cast εδώ.

Η υπόθεση επικεντρώνεται σε μία ηλικιωμένη, την ‘Edna’ η οποία εξαφανίζεται αναπάντεχα. Η κόρη της, η ‘Kay’ (Mortimer) και η εγγονή της, η ‘Sam’ ανησυχούν μήπως η συγγενής τους άρχισε να εμφανίζει κάποια μορφή άνοιας αφότου υποπίπτουν στην αντίληψή τους μερικές τέτοιες ενδείξεις, και σπεύδουν να την ψάξουν σε ένα παλιό, εξοχικό σπίτι που τους ανήκει. Η ‘Edna’ επιστρέφει ξανά το ίδιο ξαφνικά χωρίς να είναι σε θέση να περιγράψει τι απέγινε όλο εκείνο το διάστημα της απουσίας της ενώ αγνοούνταν. Το ζήτημα είναι ωστόσο, ότι η στάση της στο εξής μοιάζει να αλλάζει προς το χειρότερο. Η ‘Kay’ και η ‘Sam’ αισθάνονται σαν να πρόκειται για ένα εντελώς διαφορετικό άτομο, και σταδιακά διαπιστώνουν ότι τώρα πια μέσα στην ‘Edna’ κατοικεί ένα αδιόρατο κακό.

Παίζουν επιπλέον οι: Robyn Nevin (Top of the Lake, The Eye of the Storm), Bella Heathcoate (Professor Marston and the Wonder Women, Pieces of Her) και ο Jeremy Sanford (Satisfaction, Worst Year of My Life).

Η ανερχόμενη στον χώρο της σκηνοθεσίας, Natalie Erika James ενορχηστρώνει την δράση ενός ιδιότυπου φιλμ τρόμου-δράματος το οποίο φέρει την αύρα του απόκοσμου και του μακάβριου αλλά ταυτόχρονα το διατρέχει και το στοιχείο του τραγικού. Φαντάζει σαν μία ιδιαίτερη και βραδυφλεφής σε ένταση horror αλληγορία που συνδυάζει το κομμάτι του ανεξήγητου αλλά υιοθετεί επίσης και έναν έντονα δραματικό τόνο, με πολλά από τα όσα εκτυλίσσονται να έχουν μία πιο συμβολική χροιά.

Η ταινία προσεγγίζει το θέμα της εξαφάνισης μίας γηραιάς γυναίκας η οποία έπειτα από αυτό το γεγονός, επανέρχεται το ίδιο απροσδόκητα, με πολλά σημάδια να μαρτυρούν ότι είναι αποπροσανατολισμένη και η μνήμη της έχει επηρεαστεί σε σημαντικό βαθμό. Έτσι, η κόρη και η εγγονή της ‘Edna’ παλεύουν να βρουν έναν τρόπο να διαχειριστούν την τρέχουσα κατάσταση την ώρα που καταλαβαίνουν ότι ο άνθρωπός τους βασανίζεται από κάτι απροσδιόριστα σκοτεινό που μοιάζει με θλιβερό απομεινάρι από τα περασμένα, έχει ποτίσει τους τοίχους της κατοικίας, και σύντομα θα εξαπολύσει την επίθεσή του και εναντίον τους.

Προχωρώντας σε μία πιο βαθιά ανάγνωση του συγκεκριμένου project, δεν είναι δύσκολο να συνειδητοποιήσει κανείς ότι το έργο αυτό έμμεσα διατυπώνει ορισμένα πολύ εύστοχα σχόλια πάνω σε ζητήματα ηθικής φύσεως και καθημερινής πρακτικής ειδικά όσον αφορά την τρίτη ηλικία και την ανάγκη για αξιοπρεπή φροντίδα των συχνά παραμελημένων αυτών ατόμων, αλλά και την ανάδειξη της σημασίας των προβλημάτων της υγείας τους, όπως είναι φερειπείν η διάγνωσή τους με μία βαριά ή μία πιο ήπια ανοϊκή συνδρομή.

Μέσα από διάφορα τεκταινόμενα του όλου εγχειρήματος, ο θεατής μπορεί να διακρίνει σταδιακά ολοένα και πιο καθαρά την πρόθεση της δημιουργού να τον καθοδηγήσει με το δικό της στυλ, στα ανωτέρω θέματα, έχοντας επιλέξει να πλέξει έναν μύθο που ναι μεν θα περιλαμβάνει τον φόβο για το άγνωστο αλλά παράλληλα δεν θα ξεφεύγει τόσο και από την σφαίρα του ανθρώπινου.

Έτσι, η ‘Kay’ και η ‘Sam’ στην πρόκληση που έχουν μπροστά τους, νιώθουν σαν να μην αναγνωρίζουν ένα πρόσωπο τόσο οικείο σε αυτές, και μέρα με τη μέρα πείθονται ολοένα και πιο πολύ ότι η  ‘Edna’ έχει καταληφθεί από κάτι που προκαλεί την πλήρη μεταστροφή της, κατατρύχοντας σιγά σιγά το μέσα της.

Να σημειώσουμε ότι στο μεγαλύτερο μέρος της αφήγησης, ο παράγοντας της ανατροπής δεν είναι τόσο δυνατός όσο είναι προς το τέλος του φιλμ όπου πράγματι ο επίλογος με τον οποίο επισφραγίζεται η ιστορία προξενεί έκπληξη στο κοινό. Γενικά ίσως, σε κάποια συμβάντα να δίνεται μεγαλύτερη έκταση σε σχέση με αυτό που θα περίμενε κανείς, οπότε ο ρυθμός ενίοτε πέφτει κάπως, αλλά οπωσδήποτε υπάρχουν και δυνατές στιγμές που αντισταθμίζουν αυτή την εντύπωση.

Η μουσική του Brian Reitzell και η φωτογραφία του Charlie Sarroff συμβάλλουν αποτελεσματικά στην δόμηση μίας υποβλητικής ατμόσφαιρας όπου η αίσθηση της αβεβαιότητας και της απειλής είναι πάντα εκεί.

Το Relic είναι ένα θέαμα που δεν έχει τόσο ως σκοπό του να σοκάρει τον δέκτη, όσο να τον ταρακουνήσει με αρκετά ασυνήθιστο τρόπο ως προς το ότι η απώλεια των αναμνήσεών κάποιου μπορεί να αλλάξει ριζικά την οπτική και την επαφή του με τον κόσμο, καθώς προσπαθεί με τις λιγοστές εικόνες-ενθύμια του παρελθόντος του να περιορίσει την αμηχανία του μπροστά σε μία πραγματικότητα που πλέον φαντάζει σε αυτόν πιο ξένη και ανοίκεια από ποτέ.

Βρείτε την ταινία στο IMDB