Homefront: The Revolution - Preview

Από την πρώτη, στην τελευταία γραμμή
22 Φεβρουαρίου 2016 06:00
Homefront: The Revolution - Preview

Συνήθως, η κυκλοφορία μίας beta έκδοσης ενός τίτλου στο κοινό πραγματοποιείται για τη δοκιμή του και έχει ως στόχο την παροχή βοήθειας στους developers μέσω της άποψης της gaming κοινότητας για τη συνολική ποιότητά του στο στάδιο που βρίσκεται. Φυσικά, αυτό είναι ένα προτέρημα που έφερε η σύγχρονη εποχή του gaming με την εξέλιξη του διαδικτύου και θα τη χαρακτήριζα ως μία βοηθητική λειτουργία, που αν μία εταιρία την χρησιμοποιήσει σωστά, τότε τα αποτελέσματά της θα είναι εξαιρετικά. Το Homefront: The Revolution, όμως, είναι μία ειδική περίπτωση καθώς η ανάπτυξή του πέρασε από "σαράντα κύματα" με την χρεωκοπία της THQ πίσω στο 2012 και τις τεράστιες αλλαγές στο προσωπικό της ομάδας ανάπτυξης, η οποία άλλαξε κιόλας δύο φορές ονόματα. Αυτό σε καμία περίπτωση δεν είναι σε θέση να αποβάλλει κάποιο βάρος από τους "ώμους" της εταιρίας ανάπτυξης, αλλά είναι σημαντικό να αναφερθεί.

Πλέον, γνωστή ως Dambuster Studios καλείται να προσφέρει ένα αρκετά πιο ολοκληρωμένο παιχνίδι συνολικά από τον προκάτοχό του και όπως κάθε καλό sequel, να δώσει απλόχερα νέους λόγους στο κοινό να ασχοληθεί με το Homefront franchise. Ο πρώτος τίτλος της σειράς δέχτηκε ιδιαίτερα ανάμεικτες κριτικές από κριτές και κοινό με τους περισσότερους να κρίνουν αρνητικά, τόσο τη μικρή διάρκεια του single-player campaign, όσο και για την έλλειψη ελκυστικών gameplay μηχανισμών. Είτε πρόκειται για παιχνίδι, είτε για έναν άνθρωπο, η πρώτη εντύπωση που έχουμε για κάτι πάντα θα δημιουργεί μία συνολική εικόνα για την ποιότητα του, ακόμα και ας μην είναι ολοκληρωμένη. Όπως είναι λογικό, το Homefront ως franchise δεν κατάφερε ποτέ να αγγίξει το κοινό και για αυτό το λόγο, το έργο της Dambuster Studios είναι διπλά δύσκολο διότι θα πρέπει να παρουσιάσει κάτι εξαιρετικά σαγηνευτικό στα μάτια των gamers.

Για όσους δε γνωρίζουν, το Homefront: The Revolution συνεχίζει στην κατηγορία των παιχνιδιών πρώτου προσώπου, χωρίς οι αλλαγές κατά τη διάρκεια της ανάπτυξής του να έφεραν κάποια αλλαγή πλεύσης στο κομμάτι της “ταυτότητας”. Τα γεγονότα λαμβάνουν χώρα τέσσερα χρόνια μετά το πρώτο Homefront και οι παίκτες παίρνουν το ρόλο του Ethan Brady, ο οποίος είναι ηγέτης ενός αντιστασιακού κινήματος απέναντι στον στρατό της Κορέας που επιτίθεται στην πόλη της Φιλαδέλφεια. Δυστυχώς, η beta της Deep Silver δεν έδινε πρόσβαση στο single-player κομμάτι του παιχνιδιού αλλά στο multiplayer και συγκεκριμένα στο συνεργατικό παιχνίδι μέσω του Resistance Mode, όπου μπορούσαν να παίξουν έως και τέσσερα άτομα co-op μαζί ενάντια στην AI. Από την πρώτη στιγμή, το παιχνίδι μού ζήτησε να τροποποιήσω τα ρούχα και το πρόσωπο του χαρακτήρα μου μέσω του character creator, παρόλο που πρόκειται για ένα First Person Shooter. Φυσικά, αυτό χρησιμεύει για το πως σε βλέπουν οι υπόλοιποι παίκτες μέσα στο παιχνίδι αλλά το βρήκα αδιάφορο. Η επιλογή έτοιμων χαρακτήρων που είχαν κάποιο υποτυπώδες βιογραφικό το οποίο χαρακτήριζε τον τρόπο εμφάνισής τους, ίσως να είχε λειτουργήσει καλύτερα.

Η Dambuster Studios χαρακτηρίζει το Homefront: The Revolution ως ένα open world first-person shooter αλλά τουλάχιστον στο online κομμάτι, δεν κατάλαβα ποτέ το λόγο για να είναι ανοιχτός ο κόσμος του. Δεν υπήρχε κανένα έναυσμα για να εξερευνήσει κάποιος το κόσμο του παιχνιδιού, ενώ δε βοηθούσε και ο ρηχός σχεδιασμός των επιπέδων. Πέρα από μία μοτοσικλέτα που είχα τη δυνατότητα να οδηγήσω σε ένα σημείο, δε βρήκα άλλο λόγο για το παιχνίδι να είναι open world, αποδεικνύοντας για ακόμα μία φορά πως ο όρος αυτός χρησιμοποιείται αρκετά στη βιομηχανία με στόχο να προσελκύσει τους gamers, ακόμα και ας μην έχει κάτι να προσφέρει. Οι στόχοι κάθε αποστολής ήταν εξαιρετικά γενικευμένοι και αόριστοι, κάνοντας την εμπειρία βαρετή και κουραστική. Αυτό το επιβάρυνε σε απερίγραπτο βαθμό, η κακή AI του παιχνιδιού, η οποία πέρα από τα αρκετά bugs από τα οποία ταλανιζόταν, δεν παρουσίαζε ποτέ καμία αντίδραση όταν ένας παίκτης έφτανε δίπλα σε αυτή, ούτε κάποια προσπάθεια αποφυγής.

Σε ό,τι αφορά στο gameplay, το Homefront: The Revolution δεν παρουσιάζει σχεδόν καμία αισθητή αλλαγή πέρα από την τροποποίηση όπλων σε πραγματικό χρόνο μέσα από το “γρήγορο” μενού του παιχνιδιού. Η αίσθηση των όπλων είναι πάντα ο πρώτος τομέας που θα παρατηρήσει κανείς σε ένα παιχνίδι της κατηγορίας των first person shooters και ακόμα και εδώ, το Homefront: The Revolution απογοητεύει οικτρά. Κάθε όπλο έχει μία βαριά αίσθηση και σε αυτό ευθύνεται η αργή κίνηση του χαρακτήρα αρκετά καθώς δημιουργεί πολλές φορές αυτήν την "βαριά" ψευδαίσθηση στους παίκτες. Ανεξαρτήτως το όπλο που κράταγα στα χέρια μου, πάντα ένιωθα πως πυροβολούσα με κάποιο bazooka και όχι ένα assault rifle για παράδειγμα. Εκτός από το γεγονός πως ο ήχος των όπλων δεν αντιπροσωπεύει, έστω και κατά προσέγγιση, την πραγματική εκδοχή τους, το gunplay είναι χωρίς λόγο βαρύ και φαντάζει σαν μία πολύ κακή εκδοχή του Call of Duty. Σαν να μην έφτανε αυτό, το animation της κίνησης των χαρακτήρων είναι αρκετά "ατσούμπαλο" και πάντα νιώθεις πως ο ήρωας που χειρίζεσαι είναι “δύσκαμπτος” στις κινήσεις του.

Ο βασικός λόγος που βρήκα το Homefront: The Revolution ένα πραγματικά άψυχο και αδιάφορο παιχνίδι είναι πως δεν προσπαθεί πουθενά να προσφέρει κάτι διαφορετικό. Φυσικά αυτό δεν αποτελεί το μυστικό της επιτυχίας ενός παιχνιδιού, αλλά έχουμε να κάνουμε με ένα τόσο ρηχό παρουσιαστικό σε όλους τους τομείς που η ανάγκη για το κάτι διαφορετικό είναι ακόμα μεγαλύτερη. Γνωρίζοντας ακόμα και πως το τελικό προϊόν θα περιέχει ένα single-player κομμάτι, μία καλή ιστορία δεν πρόκειται να αλλάξει κάτι διότι οι gameplay μηχανισμοί και τα γραφικά βρίσκονται ήδη πολύ χαμηλά ποιοτικά. Και όχι, δεν πιστεύω πως θα αλλάξει κάτι μέχρι την κυκλοφορία του παιχνιδιού και ας προσπαθούσε η εταιρία να υποστηρίξει πως πρόκειται για ένα παλιό build μέσα από τον Twitter λογαριασμό της. Όσοι είχαν την ευκαιρία να συμμετάσχουν στην beta καταλαβαίνουν απόλυτα την ανασφάλεια που νιώθω ως gamer όταν η εμπειρία μου με την beta ήταν σε τεράστιο βαθμό άσχημη.

 

Περίμενα πως το Homefront: The Revolution δε θα ήταν τόσο απογοητευτικό συνολικά. Ποτέ δεν έδινα βαρύτητα στα γραφικά ενός παιχνιδιού, αν αυτό ήταν σε θέση να μου αποφέρει μία καλή gameplay εμπειρία. Από την πρώτη στιγμή που αντίκρυσα τον κόσμο του παιχνιδιού, προσπαθούσα να πιστέψω ότι αυτό το παιχνίδι έχει δημιουργηθεί με την CryEngine. Είναι άξιο απορίας το πως μπορεί κάποιος να έχει στα χέρια του μια τόσο δυνατή μηχανή γραφικών, κάτι που έχει αποδειχθεί με τίτλους όπως το Crysis, και το οπτικό αποτέλεσμα να φτάνει στο σημείο να είναι τόσο φτωχό. Όσο υπερβολικός και αν φανώ σε κάποιους, ένιωσα πως γύρισε ο χρόνος δέκα ολόκληρα χρόνια πίσω. Τόσο οι υφές, όσο και η ποιότητα των 3D μοντέλων, όχι μόνο δεν αντικατοπτρίζουν στο ελάχιστο τη σκληρή δουλειά της Crytek για την δημιουργία αυτής της μηχανής γραφικών αλλά το μόνο με το οποίο μπορεί να παρομοιαστεί ο τεχνικός τομέας του νέου Homefront είναι ένας launch τίτλος του Xbox 360 ή του PlayStation 3. Αυτό όμως που με ενόχλησε τρομερά ήταν το γεγονός πως το παιχνίδι δεν κατάφερε ποτέ να μείνει σταθερό στα 30 καρέ το δευτερόλεπτο.

Το Homefront: The Revolution μου υπενθύμισε πόσο σημαντικό είναι το beta στάδιο ενός παιχνιδιού. Μπορεί να χρησιμοποιείται περισσότερο για λόγους προώθησης τα τελευταία χρόνια αλλά τίτλοι όπως αυτός της Dambuster Studios αυξάνουν την ανάγκη για τη συλλογή της γνώμης του κοινού μέσα από δοκιμαστικές περιόδους. Είναι ευρέως γνωστό πως η beta ενός παιχνιδιού σημαίνει πως αυτό που βλέπουμε στις οθόνες μας θα υποστεί αλλαγές όταν κυκλοφορήσει ως ένα τελικό προϊόν. Όμως η πικρή γεύση που μου άφησε στο στόμα το Homefront: The Revolution δεν μου δίνει μία τέτοια εντύπωση, τόσο σε εμένα όσο και σε όσους gamers ασχολήθηκαν. Υποθετικά μιλώντας, ακόμα και να υπήρξαν πολλές τεχνικές διορθώσεις, το πρόβλημα του παιχνιδιού είναι αρκετά πιο βαθύ και απλά τα τεχνικά προβλήματα επιβαρύνουν σε σημαντικό βαθμό την εικόνα του. Όσο και αν η ύπαρξη μίας beta αφορά ξεκάθαρα την συλλογή feedback από τους developers και την περαιτέρω βελτίωση του παιχνιδιού όταν αυτή τελειώσει, ταυτόχρονα είναι και ένας τρόπος για να προσελκύσεις κόσμο να αγοράσει το παιχνίδι σου όταν με το καλό κυκλοφορήσει. Το Homefront: The Revolution σίγουρα δεν κατάφερε να το κάνει αυτό.

Δημήτρης Τσορβάς