A Quiet Place Movie Review

Η φράση «η σιωπή είναι χρυσός» αποκτάει νόημα σ’ ένα απόκοσμα ήσυχο μέρος
14 Απριλίου 2018 11:22
A Quiet Place Movie Review

Ο πρωταγωνιστής της τηλεοπτικής σειράς του NBC, The Office, John Krasinski απ’ ό,τι φαίνεται πέρα από την έφεσή του στην υποκριτική, θέλησε να δώσει μία ευφάνταστη διέξοδο και στην κλίση του προς την σκηνοθεσία. Προφανώς πρόκειται για ένα στοίχημα το οποίο έμπρακτα τον δικαιώνει αφού δείχνει να το κερδίζει βαθμιαία μέσα από ταινίες όπως το  Brief Interviews with Hideous Men (2009), το The Hollars (2016), πόσο μάλλον μέσα από την τελευταία του δουλειά, το A Quiet Place, όπου συμπρωταγωνίστησε και ο ίδιος μαζί με την σύντροφό του, Emily Blunt (The Girl on the Train, Sicario, The Young Victoria).

Η πρωτοτυπία του μοντέρνου αυτού μεταποκαλυπτικού θρίλερ όσο και η ευρηματικότητα του όλου concept που συνέλαβε ο δημιουργός, δεν έγκεινται σε απότομα εντυπωσιοθηρικά διακροτήματα ή σε κάποιον κλισέ εκκωφαντικό ορυμαγδό. Αντιθέτως, μέσα από μία αλλόκοτη ησυχία που θυμίζει ξεκάθαρα την νηνεμία πριν την καταιγίδα, ο αγνός τρόμος καιροφυλακτεί ακόμη και σε ένα απλό θρόισμα των φύλλων. Πόσο αθόρυβα τελικά μπορούν να αρθρωθούν οι φόβοι σου, και κυρίως εκείνος που είναι άρρηκτα συνδεδεμένος με την επιβίωσή σου;

Ο κεντρικός άξονας της υπόθεσης περιστρέφεται γύρω από την οικογένεια Abbott που διάγει έναν ήρεμο βίο μέσα στην φύση. Το θέμα βέβαια είναι ότι όλοι τους είναι αδήριτη ανάγκη να τηρούν κυριολεκτικά «σιγή ιχθύος» αν θέλουν να συνεχίσουν ομαλά την γνώριμη ρουτίνα τους. Στην πυκνή βλάστηση του δάσους που περιτριγυρίζει την υπαίθρια κατοικία τους, είναι κρυμμένος ένας αόρατος εχθρός που έλκεται από τον παραμικρό ήχο και μπορεί να τους βλάψει ανεπανόρθωτα. Για όσο δεν υφίσταται κανενός είδους θόρυβος, είναι ασφαλείς. Κανείς τους δεν επιτρέπεται να σπάσει αυτόν τον κανόνα. Τα πράγματα όμως θα πάρουν εφιαλτική τροπή, όταν την σιγαλιά της κατοικίας τους θα διακόψει ένα απροσδόκητο γεγονός.

Με ένα project όχι ιδιαίτερα πολυδάπανου προϋπολογισμού ($17 εκατομμύρια) για τα δεδομένα του Hollywood, ο Krasinski ζωντάνεψε επιδέξια με την δική του μανιέρα μία ιδιότυπη φουτουριστικά δυσοίωνη μυθοπλασία η οποία τοποθετείται στην επαύριο της καταστροφής του πλανήτη, και με ένα πολύ ασυνήθιστο τρόπο κατορθώνει να παίξει με τις πιο ευαίσθητες χορδές του ψυχισμού του δέκτη αναζωπυρώνοντας παράλληλα τους υπαρξιακούς του προβληματισμούς! Καθώς αναλογίζεσαι πώς θα ήταν αν εσύ ήσουν στην θέση των δρώντων,  ρίγη ανατριχίλας σκαρφαλώνουν στην ραχοκοκαλιά σου! Το μούδιασμα σου προκαλείται ακριβώς από την συνειδητοποίηση του απευκταίου. Σκέψου λοιπόν, ότι θεωρητικά είσαι και εσύ εν μέσω τέτοιων συνθηκών. Ότι το να εξακολουθείς να ανασαίνεις αποβαίνει σωστός άθλος ειδικά όταν δεν είναι στο χέρι σου να ελέγξεις κάθε τι που ενδέχεται να σπάσει την νεκρική σιγή που πρέπει πάση θυσία να κρατήσεις ως κόρη οφθαλμού. Νομίζω ότι προς στιγμήν σαν να έγινε λιγάκι πιο ασταθής ο σφυγμός σου!

Όσο χαμηλώνουν τα ντεσιμπέλ τόσο αυξάνεται ενδόμυχά στον θεατή η ένταση. Δεν πρόκειται για ένα άνευρο, άτονο προϊόν αφήγησης. Ίσα-ίσα η καινοτομία του εξασφαλίζεται από την πολύ εύστοχη υπενθύμιση της δύναμης του ήχου, πόσο μάλλον της επιρροής του ως προς την ατμοσφαιρικότητα μίας τέτοιας κατηγορίας φιλμ. Η σημασία της ακοής επανανοηματοδοτείται με νέο συμβολικό φορτίο. Η σιγαλιά γίνεται απόκοσμη. Η αδιόρατη απειλή που καραδοκεί μαγνητίζεται από ένα υποτυπώδες ηχητικό ερέθισμα και βάλλεται να πλήξει θανάσιμα την πηγή απ’ όπου αυτό προέρχεται. Ο κίνδυνος νυχοπατεί, και οι ισορροπίες αποβαίνουν ιδιαίτερα εύθραυστες. Η άκρα σιωπή σημαίνει σωτηρία, ενώ ο,τιδήποτε άλλο ξεστρατίζει έστω και φευγαλέα από αυτήν σκορπάει τον πανικό και επιφέρει τον επικείμενο αφανισμό.

Τα περιορισμένα μέσα επιβίωσης μπορεί να δυσκολεύουν την κατάσταση, όμως την ίδια ώρα λειτουργούν ενθαρρυντικά ως προς την εφευρετικότητα και την προσαρμοστικότητα των οικείων φιγούρων που μας συστήνονται εδώ. Η ανάγκη συνιστά το εφαλτήριο για να περάσει ο αμυνόμενος σε στάση επίθεσης, μιας που η υπεροχή ενός άλλου είδους εκτοπίζει για τα καλά τον άνθρωπο από την κορυφή της τροφικής αλυσίδας. Η εύρεση της «αχίλλειου πτέρνας» του αντιπάλου με τα υπερευαίσθητα ώτα, μεταμορφώνεται σε ισχυρό κίνητρο για τα υποψήφια θύματά του. Η εμβάθυνση των χαρακτήρων επιτυγχάνεται μέσα από τον στιβαρό σεναριακό μίτο που αριστοτεχνικά ύφαναν οι Bryan Woods και Scott Beck, με το στοιχείο της ανατροπής και του σασπένς να είναι διάχυτο σε κατάλληλες δόσεις σε όλο το φιλμικό περιεχόμενο. Δεν μπορείς παρά να συναισθανθείς την αγωνία των προσώπων που σκιαγραφούνται εν προκειμένω και να ενωθεί το χτυποκάρδι σου με το δικό τους.

Οι ερμηνείες τόσο των δύο καταξιωμένων ονομάτων του cast όσο και των ανήλικων συμμετοχών του, δηλαδή του Noah Jupe (Suburbicon) και της κωφής ηθοποιού Millicent Simmonds (Wonderstruck) είναι άξιες θαυμασμού. Επιπλέον χωρίς συγκινησιακές εξάρσεις προσφέρουν μία άλλη οπτική περί οικογενειακών δεσμών και των συνακόλουθων ρόλων που αναπτύσσονται στην «φωλιά» ενός σπιτικού. Το πατρικό και μητρικό φίλτρο έχουν οπωσδήποτε την τιμητική τους, όχι τόσο με την έννοια του υπερπροστατευτισμού όσο με εκείνη του ανεπιτήδευτου και πηγαίου ενδιαφέροντος για την καλύτερη δυνατή φροντίδα των πιο ευάλωτων μελών.

Οι ταιριαστές μελωδίες του Marco Beltrami που συνέθεσε και το soundtrack του Logan, σε συνδυασμό και με την επιμέλεια φωτογραφίας από την Δανή κινηματογραφίστρια, Charlotte Bruus Christensen οπωσδήποτε προσδίδουν στην υποβλητικότητα αυτής της σχεδόν βουβής αλλά απίστευτα εκφραστικής αλληγορίας τρόμου της μεγάλης οθόνης.  Το A Quiet Place εκπέμπει στην διαπασών κύματα φρίκης την στιγμή που οι ήρωες του σφραγίζουν με το δείκτη του χεριού τα χείλη τους και σε παροτρύνουν να μην βγάλεις άχνα, αν θες τουλάχιστον να ζήσεις!

Βρείτε την ταινία στο IMDB