The Bear 3η σεζόν Review: Παραμένει νόστιμο, μήπως όμως παραήταν γκουρμέ;

Παραστοχάζεται και χάνει την ουσία ή είναι πιο σύνθετο πιάτο;
19 Ιουλίου 2024 08:00
The Bear 3η σεζόν Review: Παραμένει νόστιμο, μήπως όμως παραήταν γκουρμέ;

Πέρασε ένας χρόνος από τότε που βρεθήκαμε τελευταία φορά στην κουζίνα του υπερδραστήριου και χαοτικού The Bear, του οικογενειακού εστιατορίου που ο Carmy Berzatto (Jeremy Allen White) ξαναέχτισε από το μηδέν και μετέτρεψε από ένα σαντουϊτσάδικο της γειτονιάς -θα λέγαμε- σε ένα avant garde γκουρμέ εστιατόριο. Η 3η σεζόν του The Bear κυκλοφορεί επίσημα πλέον από το Disney+ στην Ελλάδα -αν και στις ΗΠΑ είχε κάνει πρεμιέρα εδώ και πάνω από ένα μήνα- και ήρθε αυτή η ώρα που γράφω τις σκέψεις μου ξανά για το εξαιρετικά πιο πολύπλοκο -από τις άλλες δύο σεζόν, πιάτο που σερβίρει ο Christopher Storer και η ομάδα του. Πιο πολύπλοκο ισούται και καλύτερο; Όχι θα πείτε εύλογα και θα σας πω ότι συμφωνώ. Πιο γκουρμέ, πιο περίτεχνο άρα και πιο νόστιμο; Πάλι όχι.

Η απάντηση για το πόσο καλή είναι η 3η σεζόν του The Bear συνδέεται άρρητα με την φυσιολογία και τις προθέσεις της, τις οποίες αν τις αποδεχτείτε καλώς. Κουβαλάνε και μια νότα παραλληλισμού με τη ψυχοσύνθεση των χαρακτήρων, επομένως αν τους συμπαθάτε μάλλον θα συμπάσχετε και με τα όσα παρουσίασε ο 3ος σε μεγάλο -όχι και ολοκληρωτικό- βαθμό. Θα ξεκινήσω δια της αφαιρετικής μεθόδου, ξεκοκαλίζοντας τα αρνητικά αυτής της σεζόν τα οποία κάποια εξ αυτών βγαίνουν εκ πρώτης όψης έτσι  λόγω των δημιουργικών αποφάσεων που ελήφθησαν. Πράγματι η 3η σεζόν ξεκινάει στον απόηχο εκείνου του φασαριόζικου, πιεσμένου και εκρηκτικού φινάλε που άφησε τις σχέσεις πολλών εκ των βασικών σε ένα μεταίχμιο, εκεί στο κρύο ψυγείο που έμελλε να καταρρεύσει ο κόσμος του Carmy. Πρώτο και -χειρότερο- λοιπόν πρόβλημα με αυτή τη σεζόν είναι ότι ουσιαστικά τίποτα και κανένας δεν προχώρησε μπροστά.

Ούτε ο Carmy έλυσε τα θέματα εξουσίας και διαχείρισης του Bear με τον ξάδερφό του τον Richie, ούτε είδαμε αν θα ζητήσει συγγνώμη από την έρμη την Claire (αχ ρε Κλερ Μπερ aka Molly Gordon), ούτε ο Richie (Ebon Moss-Bachrach) έλυσε ολοκληρωτικά τα θέματα με την πρώην συζυγό του, ούτε η Sydney (της καταπληκτικής και συμπαθέστατης Ayo Edebiri) έκανε αυτά που ήθελε μέσα στο Bear, ούτε πήρε από αυτόν την αναγνώριση που τόσο αποζητούσε, ούτε και μάθαμε ποια πρόταση θα δεχτεί και θα κρίνει το μέλλον της και να θα είναι εντός ή εκτός της κουζίνας του Carmy.  Πρακτικά τα storylines που θα μπορούσαμε να μάθουμε τη συνέχεια τους από τα πρώτα δύο άντε βαριά τρία επεισόδια, δεν προχωράνε όπως περίμενε ο μέσος -και όχι μόνο- θεατής. Η προσέγγιση εδώ του Storer φαίνεται να είναι μια του στοχασμού (και ειδικά του αναστοχασμού), της ενδόμυχης αναζήτησης για μια απάντηση, την επούλωση των τραυμάτων, την αντιμετώπιση των φόβων και των προκλήσεων. Έχει σκοπό να ψάξει βαθιά στο τραύμα και να το εντοπίσει πριν το αντιμετωπίσει...μετωπικά. 

Για αυτό και κάνει ένα βήμα πίσω και από το πρώτο επεισόδιο παίρνει μια βαθιά ανάσα για να υπενθυμίσει τα όσα έγιναν και να αποκαλύψει πτυχές των χαρακτήρων και του πώς βρέθηκαν να είναι εδώ που είναι, με τα βιώματα που είχαν και αυτά που τους διακατέχουν στο τώρα. Το βλέπουμε σε αυτό το εξαιρετικά πειραματικό πρώτο επεισόδιο του 3ου κύκλου, το οποίο είναι οριακά βουβό αφού λιγοστοί διάλογοι ακούγονται καθόλη τη διάρκειά του και ένα εξαιρετικό κομμάτι soundtrack από τους Atticus Ross kαι Trent Reznor το ντύνει ολοκληρωτικά, με αποτέλεσμα να εμφανίζεται επιτηδευμένα γκουρμεδιάρικο, αλλά στον τελικό απολογισμό κάθε άλλο παρά filler ήταν.

Και εντάξει να δεχτούμε ότι πρόκειται για glorified fillers στην ουσία πέραν τριών -άντε τεσσάρων επεισοδίων από τα 10 στο σύνολο- αλλά δένουν με το σκεπτικό ότι όλη η 3η σεζόν είναι μια στάση πριν σκάσουν και προχωρήσουν όλα με την ορμή που τα παρακολουθήσαμε στο φινάλε της 2ης σεζόν. Μπορεί κανείς να το πει και σαν 3η σεζόν Μέρος Α’ και θα έπεφτε ολόσωστα μέσα. Αυτό δε σημαίνει ότι έχασε την ουσία, την ομορφιά, την καλαισθησία, την ευαισθησία, τον ψυχισμό, τα νεύρα και το ατελείωτο χάος (αν και ήταν εμφανέστατα πολύ λιγότερο από το συνηθισμένο). Όμως έπρεπε θαρρώ να πάρουν αυτή την ανάσα όλα τελικά κι ας μην ήταν το πιάτο που περίμενα να μου σερβίρει το The Bear στην 3η του σεζόν και πραγματικά με αιφνιδίασε με τη δομή του.

Είχε πάλι τις χαοτικές στιγμές του όπως εκείνο το μονόπλανο που όλο έφτιαχναν τα φώτα και ποτέ δε φτιάχτηκαν (οι Φακ μου θυμίζουν μια εξαιρετική μοντέρνα απόδοση πολλών ανεκδότων και αυτό τους κάνει αξιολάτρευτους). Είχε τα φοβερά, ασύλληπτης συνοχής από κάθε οπτική πλευρά μοντάζ, την καταπληκτική φωτογραφία που μπορεί και κάνει θαύματα σε αυτούς τους κλειστούς χώρους ενός εστιατορίου στο ταλαιπωρημένο γαστρονομικά  -και όχι μόνο- Σικάγο. Ούτε της έλειψαν οι μοναδικές συναισθηματικά στιγμές που χτίζει με κάθε μα κάθε μουσική του επιλογή.

Τι να πει και να γράψει παραπάνω κανείς για το επεισόδιο που η Donna της Jamie Lee Curtis αφιερώνει στην κόρη της Natalie (Abby Elliot) το "Baby, I Love You” των The Ronnettes, μια στιγμή που θα λύγιζε και τους πιο αλύγιστους θεατές. Σε αυτό το σημείο σκάσω αν δε γράψω πόσο με τρελαίνει το παίξιμο της Curtis αλλά και πόσο τα σούπερ κοντινά πλάνα πάνω στο πανέμορφα "σπασμένο" της πρόσωπο ζεζουμίσουν την ερμηνειάρα της.

Για ακόμη μια σεζόν μας έδωσε ένα καρασπέσιαλ, για σεμινάριο γραφής, 6ο επεισόδιο, το οποίο έφερε εις πέρας η Ayo Edebiri στο σκηνοθετικό ντεμπούτο της, το οποίο παραδόξως μας πήγε πίσω στο παρελθόν της Tina (της ήρεμης δύναμης που λέγεται Lisa Colon-Zayas). Παραδόξως γιατί δεν περίμενα να μας πάει σε εκείνο το σημείο του timeline, αλλά καθόλου παράξενο με βάσει των μεγαλύτερων αφηγηματικών τόξων και συναισθημάτων που θέλει να περάσει η 3η σεζόν του The Bear.

Για την σκληροπυρηνικό fan του The Bear που συνήθισε στη φασαρία, το χάος, την πίεση, τα μπινελίκια και την τοξικότητα της εστίασης, η 3η σεζόν έχει παρά μόνο μερικές μετρημένες στιγμές που του μιλάει. Για τους υπόλοιπους που πιάνουν τη συχνότητα που εκπέμπει η ψυχοσύνθεση των χαρακτήρων και θέλουν να βυθιστούν σε αυτό το στοχαστικό ταξίδι που ήταν η 3η σεζόν, αναμφίβολα θα το απολαύσουν. Ακόμη και εγώ που θα αυτοπροσδιοριστώ στην δεύτερη κατηγορία δεν μπορώ να πω ότι ήταν ένα ταξίδι χωρίς θέματα κι ας το απόλαυσα περισσότερο από τον προορισμό, ο οποίος ήταν ένα, ακόμη κοφτερό και έτοιμο να μας τσιτώσει ξανά, cliffhanger.

Θαρρώ ότι παραχάθηκε στην γκουρμεδιάρικια διάθεσή του και ειδικά στο να μας παρουσιάσει τα προβλήματα των σεφ, των σου σεφ, της κουζίνας και γενικότερα του πώς τρέχουν αυτού του είδους τα εστιατόρια που αφορούν ένα 2% του πληθυσμού. Παραέγινε niche ακόμη και για τα γούστα μου να το πω κι αλλιώς, όπως για παράδειγμα όταν τα cameos σπουδαίων σεφ που γνωρίζει ένα πολύ niche κοινό που ασχολείται με το θέμα, μου περνούσαν ως κάτι αδιάφορο από το ραντάρ μου. Ειδικά στο άνευρο 10ο επεισόδιο που είχε δυο καλές αγνές Bear στιγμές (συνάντηση Berzatto με πρώην χειριστικό αφεντικό και μόνιμο εφιάλτη του και τα τελευταία αγχωτικά λεπτά).

Σίγουρα δεν είναι η πιο σπουδαία σεζόν του The Bear για τους περισσότερους και το κατανοώ πλήρως όμως για εμένα ήταν τελικά μια απαραίτητη και όσο καλά δοσμένη δόσης The Bear γινόταν, με βάση το όραμα του δημιουργού. Και σχεδόν πάντα είμαι υπέρ του δημιουργού σε τέτοιες περιπτώσεις γιατί τόλμησε να κάνει κάτι το απρόσμενο και να μην το κάνει βιαστικά ή επιτηδευμένα σε ανούσιο βαθμό. Απαραίτητη, λοιπόν, για το γενικότερο πλαίσιο των πραγματικών η 3η σεζόν γιατί τώρα είδαμε το «γιατί έγιναν όπως έγιναν» οι βασικοί της ομάδας του Bear και μπορούμε να προχωρήσουμε στην λύση και ίσως την λύτρωσή τους στην 4η σεζόν (άντε πείτε την 3η σεζόν Part 2), η οποία ελπίζω να μη μας αργήσει.