Αντίο Astraea...

"Ήμουν ένας προδότης, ένας απαρνητής. Ήμουν ένας τρελός"
07 Απριλίου 2015 13:36
Αντίο Astraea...

Σημαντικό! Πατήστε play στον παρακάτω player και έπειτα ξεκινήστε την ανάγνωση του κειμένου.

Είχα περάσει αρκετές ώρες εκεί μέσα. Η μούχλα είχε αρχίσει να γίνεται κομμάτι μου. Σκοτάδια, υγρασία, δυσωδία. Ο βηματισμός μου ασταθής. Σάπια σανίδια ίσα που με κρατούσαν, αλλά ήταν το μοναδικό μου μονοπάτι. Καπνός και μούχλα τρυπούσαν τα ρουθούνια μου. Ήμουν ένα ακόμη θύμα της σκοτεινής Κοιλάδας που η μόλυνση, η βρωμιά, η σαπίλα, η παρακμή ήταν οι πρωταγωνιστές. Ήμουν ένας ακόμη εγκλωβισμένος στο βασίλειο της παρακμής και της πτώσης.

Μερικοί αναμμένοι πυρσοί μου έδειχναν το δρόμο. Με καθοδηγούσαν. Με πήγαιναν κάπου. Δεν είχα ιδέα για το που με έστελναν και γιατί ήθελα τόσο πολύ να φτάσω στον άγνωστο προορισμό μου. Πήγαινα όμως.

Το μονοπάτι οδηγούσε κάπου προς τα κάτω, στα κάτω πατώματα του Valley of Defilement. Ένιωθα πως κάτι με τραβάει εκεί. Κάποιος ή κάτι με θέλει εκεί κάτω. Συνέχισα. Στο βάθος, παρά την υγρασία και τα σκοτάδια, άρχισε να αχνοφαίνεται η λευκή ομίχλη. Πρώτη φορά ήθελα να τη διαβώ τόσο πολύ και τόσο γρήγορα. Έφτασα κοντά της. Άλλες φορές θα προετοίμαζα το ξίφος μου, τα αντικείμενα που θα χρειαστώ στη μάχη. Γιατί συνήθως οι λευκές πύλες προμήνυαν μάχες. Μεγάλες, αιματηρές, τρομερές μάχες. Με δράκους, με τέρατα, με δαιμόνια.

Πέρασα την πύλη. Είχα ήδη υψώσει την ασπίδα μου, έτοιμος να δεχτώ το πρώτο χτύπημα από αυτό που με περίμενε εκεί μέσα. Τα μάτια μου και τα αφτιά μου ορθάνοιχτα, τα χέρια μου ετοιμοπόλεμα. Πέρασαν τα πρώτα κρίσιμα δευτερόλεπτα. Άρχισα να συνειδητοποιώ πως κάτι παράξενο συμβαίνει εδώ. Τίποτα μέχρι στιγμής δε μου επιτέθηκε, τίποτα δεν στράφηκε εναντίον μου.

Η μουσική, αντί των τεράστιων, απότομων νοτών, πήρε μία παράξενη τροπή. Άκουγα ένα εκκλησιαστικό όργανο. Οι νότες πατούσαν σε ένα πεντάγραμμο που φώναζε λύτρωση, φώναζε μετάνοια. Άρχισα να νιώθω για κάποιο λόγο ένοχος, αλλά δεν ήξερα γιατί.

Προχώρησα στο κατηφορικό μονοπάτι στα αριστερά. Και ξαφνικά έμεινα έκπληκτος. Μία γυναικεία φωνή, με μία γαλήνια χροιά άρχισε να μου μιλάει. Μου έλεγε λόγια σκληρά, λόγια που ξεγύμνωναν τη ψυχή μου. Λέξεις που ξέπλυναν την κρούστα του “ήρωα” από πάνω μου και φανέρωναν τη δειλία μου.

Γύρισα την κάμερα και πάγωσα. Στην άκρη του δωματίου, με σκυμμένο το κεφάλι και με μία άγια αύρα να την περιβάλλει καθόταν η Maiden Astraea. Αυτή μου μιλούσε τόση ώρα. Την έβλεπα για πρώτη φορά, αλλά τα λόγια της με έκαναν να νιώθω ότι την ξέρω καλά. Βρισκόταν εδώ για να σώσει τους απεγνωσμένους αυτής της γης, αυτής της κοιλάδας της παρακμής. Βρισκόταν εδώ για να βγάλει από το σκοτάδι αυτό το μέρος.

Δίπλα της στεκόταν σαν βράχος ο σωματοφύλακάς της, ο Garl Vinland. Είναι από εκείνες οι φιγούρες που νιώθεις δέος μόνο βλέποντάς τους. Αυτοί είναι οι ήρωες εδώ κάτω. Ένας πιστός, ταπεινός και πάντα έτοιμος για να δώσει τη ζωή του ακόλουθος.

Η σκηνή που αντίκρισα με σόκαρε. Ένιωθα άσχημα, ένιωθα ένοχος. Μέχρι τώρα πίστευα πως ο ήρωας, πως ο καλός στην ιστορία είμαι εγώ. Στην πραγματικότητα ήμουν ένα βάρβαρος, ένας φοβισμένος, ένας δειλός. Ήρθα εδώ για να σκοτώσω ποια; Αυτήν που πολεμάει γι' αυτό που πολεμάω κι εγώ; Αυτή που θέλει να ρίξει φως στα κατάμαυρα σκοτάδια του κόσμου; Αυτήν που θα με λυτρώσει;

Τα συναισθήματα άρχισαν να μεταμορφώνονται μέσα μου. Άρχισαν να παίρνουν μία άσχημη μορφή. Έγιναν τέρατα. Με κατασπάραζαν. Όλη η κοσμοθεωρία μου γκρεμίστηκε σαν ένας χάρτινος πύργος. Είχα αδειάσει από σκέψεις. Δε μπορούσα να αποφασίσω. Δεν ήξερα τι να αποφασίσω. Δεν υπάρχει γυρισμός όμως. Έπρεπε να κατέβω εκείνο το μονοπάτι και να αντιμετωπίσω την αλήθεια μου.

Έκανα τα πρώτα απελπιστικά βήματα. Οι τύψεις και οι ενοχές έκαναν το ξίφος μου βαρύ, την ασπίδα μου ασήκωτη. Τα μάτια μου κοιτούσαν, αλλά ντρεπόντουσαν. Έπρεπε, όμως, να κατέβω εκεί κάτω. “Είμαι ένας τρελός!” φώναξα μέσα μου. “Δεν είναι δυνατόν να θέλω να σβήσω την τελευταία φωτεινή φλόγα αυτού του κόσμου” είπα. “Δεν είναι δυνατόν να θέλω να βυθιστώ σε ακόμη μεγαλύτερα σκοτάδια” ούρλιαξα στον εαυτό μου.

Κι όμως κατέβηκα. Ο γερασμένος αλλά γεμάτο πίστη Vinland άρχισε να με πλησιάζει. Κοίταξε την Astraea και της είπε πως αυτό είναι το τέλος. Έτριξε τα δόντια του, σήκωσε το γιγαντιαίο του όπλο του και έτρεξε προς εμένα.

Παρόλο που μπορούσε να με ακολουθήσει και να με πετσοκόψει πριν προλάβω να αντιδράσω έμεινε κοντά στην Astraea. Δεν την άφησε μόνη της ούτε στιγμή. Μέχρι τώρα, στην ύστατη στιγμή, ο Vinland έμενε πιστός στον όρκο του. Μου έδωσε την ευκαιρία να κάνω τα πρώτα μου χτυπήματα. Κάθε χτύπημα με έκανε ακόμη πιο τιποτένιο, ακόμη πιο άπληστο, ακόμη πιο τρελό. Έριξα και το τελευταίο μου χτύπημα στο κορμί του. Ο Garl Vinland κειτόταν νεκρός, μπροστά σε εμένα και στην Astraea.

Έμεινα για λίγο ακίνητος, αμίλητος, παγωμένος και συγκλονισμένος. Το φως στα χέρια της Astraea έλαμπε, σχεδόν με τύφλωνε. Η ίδια δεν με κοιτούσε στα μάτια. Ήξερε τι πρόκειται να της συμβεί. Ήξερε πως ήμουν ένας προδότης, ένας απαρνητής, ένας τρελός. Τα πιο βασανιστικά βήματα των τελευταίων ωρών άρχισαν να πραγματοποιούνται από την πλευρά μου. Έκλεισα τα μάτια μου, σήκωσα το ξίφος μου και έκοψα το λαιμό της Astraea. Η κραυγή της ακούστηκε σε όλο το μήκος και το πλάτος της κοιλάδας. Το φως της έσβησε εδώ κάτω και εγώ, πνιγμένος από τύψεις και ενοχές, συνέχισα. Ήμουν επίσημα ένας τέρας. Ήμουν ξεκάθαρα ένας από τους κακούς, ένας από τους τρελούς. Ούτε κατά διάνοια ήρωας, ούτε κατά διάνοια θύμα. Ήμουν ένας άπληστος μπάσταρδος.

Αντίο Astraea...

Tags: