Το Parallel Mothers είναι ένα συγκινητικό γράμμα από τον Almodóvar και την Penélope Cruz | Review

Μια ωδή στο μητρικό φίλτρο και τη γυναίκα 
02 Νοεμβρίου 2021 11:05
Το Parallel Mothers είναι ένα συγκινητικό γράμμα από τον Almodóvar και την Penélope Cruz | Review

Δύο χρονια μετά το Dolor y Gloria, o Pedro Almodóvar επιστρέφει με το ιδιαίτερο κοινωνικό μελοδράμα Parallel Mothers (πρωτότυπος τίτλος: Madres paralelas) επιλέγοντας για ακόμη μία φορά ως μούσα του την Penélope Cruz που για αυτήν της την ερμηνεία δικαίως απέσπασε το αντίστοιχο βραβείο στο 78ο Φεστιβάλ της Βενετίας, ενώ δίπλα της εμφανίζεται και η Milena Smit. Το cast συγκροτούν επιπλέον οι: Aitana Sánchez-Gijón, Israel Elejalde, Julieta Serrano, Rossy de Palma, Adelfa Calvo και ο Pedro Casablanc.

Η υπόθεση εστιάζει σε δύο άγαμες επίτοκες γυναίκες, την ‘Janis’ και ‘Ana’ οι οποίες θα γνωριστούν στον θάλαμο ενός νοσοκομείου όπου και επρόκειτο να γεννήσουν. Η μία είναι μεσήλικας και δεν μετανιώνει για την απόφασή της να γίνει γονιός, ενώ η άλλη είναι έφηβη και φοβισμένη. Οι δύο αυτές ηρωίδες θα αναπτύξουν ένα ισχυρό δέσιμο ανάμεσά τους καθώς κάθε μια τους καλείται να διαχειριστεί με τον δικό της τρόπο τον ρόλο της ως μητέρα.

Καταρχάς, αξίζει να σημειωθεί ότι πρόκειται για ένα στοχαστικό έργο, μία διεισδυτική ματιά πάνω στο μητρικό ένστικτο, το ιστορικό τραύμα, τη συλλογική και ατομική μνήμη, την ενσυναίσθηση, την αλληλοϋποστήριξη, το δικαίωμα αυτοδιάθεσης του γυναικείου σώματος, την έμφυλη ταυτότητα, τις βαθιές πληγές που αφήνει στον ψυχισμό ενός ανθρώπου η προσβολή της γενετήσιας αξιοπρέπειάς του και η κακοποίησή του. Συν τοις άλλοις, καταδεικνύονται οι κοινωνικές πιέσεις, οι ανισότητες, η τοξική αρρενωπότητα και τα συντηρητικά στερεότυπα που εξακολουθούν να υφίστανται μέχρι σήμερα καταπνίγοντας από κάθε άποψη την ανεξαρτησία του ατόμου.

Ο Ισπανός δημιουργός αγκαλιάζει και πάλι συμπονετικά τη γυναίκα είτε είναι ανύπαντρη είτε όχι. Είτε είναι νέα είτε λιγότερο νέα. Επίσης ενσκήπτει τρυφερά, με κατανόηση και πάνω από τη μητέρα χωρίς περιορισμούς, χωρίς επικρίσεις, και αναδεικνύει τη μοναδικότητα κάθε μιας από τις βασικές γυναικείες φιγούρες που σκιαγραφεί. Για τις ηρωίδες, το μονοπάτι προς την ωριμότητα και τη λύτρωση είναι μακρύ, δύσβατο, γεμάτο προκλήσεις και διασταυρώνεται με ανείπωτη οδύνη, ενώ η συγχώρεση, η κάθαρση και η αυτογνωσία κατακτώνται σταδιακά και επίπονα μέσα από την συνειδητοποίηση και τον προσωπικό αγώνα.

Ταυτόχρονα, όμως ο Almodóvar διαλέγει να εντάξει σε αυτήν την περίτεχνη αφήγηση και το στοιχείο του παρελθόντος, βγάζοντας από τα σκοτεινά “ερμάρια” του μυαλού παλιές θύμησες και γεγονότα μίας αλλοτινής, ταραχώδους εποχής για την Ισπανία. Έμμεσα αποτίνει φόρο τιμής σε πατεράδες και γιους που κατέληξαν να είναι απόντες όχι από επιλογή αλλά γιατί πάλεψαν εναντίον του φασισμού,  γιατί έχασαν τη ζωή τους στον Ισπανικό Εμφύλιο και έπεσαν γενναία στο εκτελεστικό απόσπασμα στερούμενοι πρόωρα την οικογένειά τους.

Οι μοίρες των δύο κύριων χαρακτήρων αν και εκ πρώτης όψεως φάνταζαν να κυλούν παράλληλα χωρίς να περιμένει κανείς να συναντηθούν, εντούτοις εντελώς απροσδόκητα βρίσκουν ως κοινό σημείο επαφής ένα κρίσιμο ηθικό δίλημμα, συγκλονιστικές αποκαλύψεις, το ανθρώπινο βίωμα, και τη θέληση να σταθεί κανείς ξανά στα πόδια του, μόνος του εκτιμώντας ωστόσο, πάντα τη συντροφιά ενός αληθινού φίλου και σύμμαχου. Σύμπτωση ή πεπρωμένο η σύνδεσή τους; Αυτό αφήνεται στην κρίση του θεατή.

Ο Almodóvar επιστρατεύει το οικείο, τη συγκίνηση, τον εξομολογητικό τόνο και τη γνήσια ουμανιστική του διάθεση καθώς παρακινεί τον θεατή να βρει το κουράγιο και να ανταμώσει με όσα τον στοιχειώνουν, να συμφιλιωθεί μαζί τους και να εξέλθει ανανεωμένος, πιο δυνατός και αποφασισμένος από αυτή τη διαδικασία.

Η φωτογραφία του Jose Luis Alcaine, η παλέτα με τα ζωντανά χρώματα όπου κυριαρχεί πολύ το πορφυρό και το πορτοκαλί, και η μουσική επένδυση της ταινίας από τον Alberto Iglesias συνεισφέρουν στο τελικό υποβλητικό αποτέλεσμα της όλης μυθοπλασίας, υπηρετώντας την ίδια στιγμή τις αρετές που διαπερνούν και αυτό το κινηματογραφικό εγχείρημα του μετρ του ισπανικού συναισθηματικού σινεμά.

Το φινάλε του Parallel Mothers επισφραγίζεται με μία σεκάνς που σε παροτρύνει να αναλογιστείς για όσα είδες και να παραδεχτείς πως η ιερότητα και η ζεστασιά της μητρικής αγκαλιάς δεν εξαρτάται απαραίτητα από τη βιολογική, τη γονιδιακή σχέση. Ουσιαστικά, έχει να κάνει με την ικανότητα μίας γυναίκας να αντέξει τραγικές καταστάσεις, να αγαπήσει, να διεκδικήσει, να νοιαστεί, να φροντίσει, και να προστατέψει ό,τι θεωρεί πολύτιμο και ως αναπόσπαστο κομμάτι της που το πλαισιώνει μία σημαντική ιστορική κληρονομιά.