Οι καλύτερες ταινίες του αυστραλιανού cinema

“What fresh hell is this?”
26 Απριλίου 2016 09:12
Οι καλύτερες ταινίες του αυστραλιανού cinema

Θα ξεκινήσω αυτό το κείμενο προτρέποντάς σας να παραδεχτείτε ότι η Αυστραλία είναι η πιο ενδιαφέρουσα και παράξενη χώρα του κόσμου και οι Αυστραλοί, ο πιο «cool» λαός. Η Αυστραλία είναι τόσο «cool» που αν ήταν συμμαθητής μου στο σχολείο θα έκλεβα σοκολάτες από το μπακάλικο της γειτονιάς μου για να της αποδείξω πόσο πολύ θέλω να γίνω φίλος της. Θα έκλεβα τα τσιγάρα της μάνας μου και θα της τα πήγαινα ως δώρο για να με συμπαθήσει και να με βάλει στην παρέα της. Θα την άφηνα να κλωτσίσει με μύτο την καινούρια μου μπάλα του μπάσκετ και να της κάνει καρούμπαλο και θα της έδινα το χαρτζιλίκι μου χωρίς να με τραμπουκίσει. Τόσο πολύ τη γουστάρω.

Με τον ίδιο αρρωστημένο τρόπο γουστάρω και τον κινηματογράφο της Αυστραλίας. Αν εξαιρέσεις τα “ozploitation films”(συμπεριλαμβανομένου και του πρώτου Mad Max), τα οποία κατά τη γνώμη μου δε βλέπονται με τίποτα γιατί τα περισσότερα είναι πειραματικά και χωρίς κάποιο σκοπό (διασκέδαση, προβληματισμός, αμφισβήτηση, ενημέρωση κτλ), εκτός από τη φτηνή και τις περισσότερες φορές χωρίς φαντασία πρόκληση, όλες οι υπόλοιπες ταινίες που ξεφύγαν έστω και λίγο από τον γεωγραφικό αποκλεισμό της Αυστραλίας αποτελούν θησαυρούς τους οποίους αξίζει να ανακαλύψετε. Να τονίσω ότι δεν θα αναφερθώ στα Mad Max και στον Peter Jackson γιατί κάτι μου λέει ότι θα ασχοληθούμε εκτεταμένα στο μέλλον.

Ο αυστραλιανός κινηματογράφος λοιπόν, είναι στενά συνδεδεμένος με το περιβάλλον, τα καιρικά φαινόμενα, τους Αβορίγινες, τις απέραντες ερημικές και απειλητικές εκτάσεις που δεν συγχωρούν τα λάθη, τη μοναξιά, τη βία ως φαινόμενο που πηγάζει από την αποξένωση και με ένα κλίμα παγανιστικού μυστικισμού και συμβολικής λατρείας ή φόβου της μάνας-γης. Έτσι λοιπόν και οι ταινίες που θα αναφέρω παρακάτω παρουσιάζουν τα παραπάνω χαρακτηρηστικά τα οποία δεν τα συναντάς στον mainstream κινηματογράφο άλλων χωρών, και τις κάνουν να ξεχωρίζουν. Δεν ξέρω αν αυτά τα χαρακτηριστικά είναι αρκετά ώστε να δημιουργήσουν σχολή ή κινηματογραφικό κίνημα, αλλά νομίζω ότι ο αυστραλιανός κινηματογράφος οφείλει να εκτιμηθεί ξανά στην ολότητά του και να βρει την θέση που του αξίζει δίπλα στις μεγάλες κινηματογραφικές σχολές και στα μεγάλα κινηματογραφικά κινήματα.

Romper Stomper (1992, Geoffrey Wright)

Το Romper Stomper είναι μία από τις πρώτες ταινίες μίας άτυπης “skinhead exploitation” κινηματογραφικής σκηνής η απαρχή της οποίας έγινε στην Αγγλία το 1982 με το πολύ καλό “Made in Britain” του Alan Clarke. Λίγο πρίν το American History X, το Romper Stomper ασχολήθηκε με τους νέους της εργατικής τάξης της Αυστραλίας οι οποίοι βιώνοντας την καταπίεση της κοινωνίας και την μιζέρια της καθημερινότητας επιλέγουν να περιπλανηθούν στα επικίνδυνα μονοπάτια του νέο-ναζισμού και να εκφράσουν την οργή τους καταστρέφοντας και τρομοκρατώντας. Η ταινία δεν ξεφεύγει από τη συνταγή  που δημιούργησαν άλλες παρόμοιες ταινίες πριν από αυτή, στοχεύοντας στο σοκ και στα προφανή μηνύματα κατά του ρατσιμού, αλλά αυτό δεν μας ενοχλεί γιατί το κάνει αρκετά καλά και κεντρίζει το ενδιαφέρον μας. Γενικά, αν έχετε δει ένα “skinhead exploitation”, τα έχετε δεί όλα. Στην περίπτωση του Romper Stomper όμως, αξίζει να προσέξετε την καταπληκτική ερμηνεία του ανερχόμενου τότε Russel Crowe ως αρχηγού μιας ομάδας νεοναζί εγκληματιών καθώς και κάποιες σκηνές οι οποίες φανερώνουν την επιρροή που είχε το “A Clockwork Orange” στην πραγματοποίησή τους.

Chopper (2000, Andrew Dominik)

Το Chopper είναι ένα γκανγκστερικό δράμα με κωμικά στοιχεία, το οποίο βασίστηκε στην αυτοβιογραφία του πιο διαβόητου εγκληματία της Αυστραλίας και μετέπειτα τηλεμαϊντανού(!), Mark Brandon ”Chopper” Read. Κάτι σαν τον Πάσσαρη αλλά στο πιο επικοινωνιακό και πιο λειτουργικό του. Πρόκειται για μια ταινία που ανήκει στην ίδια κατηγορία με το Bronson του Winding Refn. Θεατρικότητα, νευρικοί μονόλογοι με κοντινά πλάνα της κάμερας στο πρισμένο πρόσωπο του Chopper Read, “σπινταριστό” μοντάζ, ακραίος ρεαλισμός μπλεγμένος με σουρεαλισμό και διασκεδαστικές υπερβολές. Πρωταγωνιστεί ο Eric Bana, ο οποίος για τις ανάγκες του ρόλου έβαλε 14 κιλα και καταδύθηκε στα σκοτεινότερα υπόγεια της ανθρώπινης ψυχής χαρίζοντάς μας έναν από τους πιο παρανοϊκούς και απειλητικούς ρόλους στην ιστορία του παγκόσμιου κινηματογράφου.

The Proposition (2005, John Hillcoat)

Το The Proposition είναι ένα αυστραλιανό western χωρίς ήρωες και αντιήρωες, αλλά γεμάτο κουρελιασμένα και ιδρωμένα ανθρώπινα σκουπίδια τα οποία καλούνται να πάρουν αποφάσεις σε διλλήματα ζωής ή θανάτου με τον πιο εχθρικό και αποπνικτικό ήλιο να τους σιγοβράζει το μυαλό. Πιο συγκεκριμένα, ένας διαβόητος αυστραλός εγκληματίας καλείται από τον, ανεπίσημο, σερίφη Stanley του εκπληκτικού Ray Winston να διαλέξει ποιο από τα δύο αδέλφια του και μέλη της συμμορίας του θα ζήσει και ποιο θα θυσιαστεί. Μαγευτικά τοπία αποσύνθεσης και θανάτου, αργόσυρτο σχεδόν τελετουργικό μοντάζ, εκπληκτικές ερμηνείες από όλους τους πρωταγωνιστές και με τον Nick Cave να συνθέτει ένα ενδιαφέρον soundtrack και να γράφει ένα αψεγάδιαστο σενάριο. Μία από τις λίγες φορές που απόλαυσα μία ταινία χωρίς να ταυτιστώ με κανέναν χαρακτήρα. Δείτε το με υπομονή. Μερικές σκηνές ίσως να μας σόκαραν αν ζούσαμε στο 1920.

Animal Kingdom (2010, David Michod)

Το Animal Kingdom είναι ένα γκανγκστερικό δράμα το οποίο βασίζεται σε πραγματικά γεγονότα. Μία οικογένεια εγκληματιών με αρχηγό την απειλητική σαν λέαινα Janine 'Smurf' Cody της Jacki Weaver, αναλαμβάνει να συντηρησει και ταυτόχρονα να μυήσει στις οικογενειακές πρακτικές τον αποξενομένο και ανήλικο ακόμα Joshua 'J' Cody, ο οποίος αναγκάζεται να φύγει από το σπίτι του μετά τον θάνατο της μητέρας του από υπερβολική δόση. Προσωπικά, τα τελευταία 6-7 χρόνια δεν έχω δει πιο σκληρό και τραχύ γκανγκστερικό δράμα. Τα επίπεδα του σασπένς και της έντασης μπορούν να συγκριθούν μόνο με παλιό καλό De Palma και γενικά η σκηνοθεσία άξιζε όλα τα βραβεία του κόσμου. Οι πρωταγωνιστές όλοι ανεξαιρέτως άψογοι, με την Jacki Weaver και τον Ben Mendelsohn να ξεχωρίζουν. Αποτέλεσε όχημα για τους πρωταγωνιστές και τον σκηνοθέτη για την είσοδό τους στα μεγάλα στούντιο του Hollywood.

Snowtown (2011, Justin Kurzel)

Το Snowtown ή Snowtown Murders είναι άλλο ένα crime drama με horror και thriller στοιχεία που βασίζεται και αυτό σε πραγματικά γεγονότα. Για την ακρίβεια πρόκειται για την ιστορία ενός από τους πιο διαβόητους κατά συρροή δολοφόνους της Αυστραλίας, τον John Bunting. Ο Bunting, ο οποίος είναι ένα από τα δύο κεντρικά πρόσωπα της ταινίας, μαζί με τους συνεργούς του έδρασε από το 1992 μέχρι το 1999 δολοφονώντας και εξαφανίζοντας τα πτώματα 11 ανθρώπων. Η ταινία εστιάζει στην αρρωστημένη σχέση που αναπτύσουν ο Bunting και ο δεκαεξάχρονος Jamie Vlassakis, ενώ παράλληλα προσπαθεί να εξερευνήσει τη διαταραγμένη προσωπικότητα του Bunting αλλά και του Jamie. Αυτό που ακολουθεί είναι ένα σοκαριστικό μίγμα σασπένς, βίας και παράνοιας που δεν σε αφήνει να πάρεις ούτε ανάσα. Η ερμηνεία του Daniel Henshall ως John Bunting ρεαλιστική, χαμηλόφωνη στο μεγαλύτερο μέρος της ταινίας και βοηθάει στη δημιουργία μίας έντονα απειλητικής και αποπνικτικής ατμόσφαιρα. Τέλος, η σκηνοθεσία δεν έχει να ζηλέψει σε τίποτα τα μεγάλα αμερικάνικα thrillers. Δείτε τη χωρίς διαλείμματα.

Wake in Fright (1971, Ted Kotcheff)

Τι να πρωτοπείς για το Wake in Fright του βουλγαροκαναδού σκηνοθέτη του First Blood και Weekend at Bernie’s(!); Θεωρείται από πολλούς ως η καλύτερη ταινία του Αυστραλιανού σινεμά και η ταινία η οποία έθεσε τις βάσεις για το κινηματογραφικό “new wave” της Αυστραλίας. Πολλές αυστραλιανές παραγωγές επηρεάστηκαν από τη γεμάτη θεματολογία της και τις τεχνικές απεικόνισης των απειλητικών τοπίων και των απέραντων έρημων εκτάσεων της Αυστραλίας. Πολλές ταινίες του Αυστραλιανού κινηματογράφου, ανάμεσά τους και τα Mad Max, χρωστάνε την ύπαρξή τους σε αυτό το στατικό, σχεδόν καθηλωμένο στο βάλτο της κόλασης road movie, της μίας ώρας και σαρανταοχτώ λεπτών. Η υποθεση με λίγα λόγια. Ο δάσκαλος (Gary Bond) του σχολείου μίας απομακρυσμένης και απομονομένης κοινότητας της αυστραλιανής επαρχίας αποφασίζει να ταξιδέψει στο Σίδνευ με ενδιάμεση στάση ένα απομονωμένο χωριό, για να περάσει τις καλοκαιρινές διακοπές με την κοπέλα του. Το ταξίδι του όμως αποδεικνύεται πιο δύσκολο απ’ ό,τι περίμενε. Στην πορεία αυτό που ακολουθεί είναι μία βίαιη και παρανοϊκή εκδοχή του “The Hangover” με έντονο κοινωνικό σχολιασμό και κριτική της αυστραλιανής κοινωνίας του 1970. Δεν θυμάμαι να έχω δει ταινία με πιο πυκνή θεματολογία από αυτή του Wake in Fright. Καταπληκτικές ερμηνείες από σχεδόν άγνωστους στο ευρωπαϊκό κοινό ηθοποιούς, σε μία ταινία που λίγο έλλειψε να χαθεί ολοκληρωτικά γιατί οι αυστραλιανοί σινεφίλ και ειδικοί περί κινηματογράφου θεώρησαν ότι η ταινία ήταν πολύ σκληρή, βίαιη και υπερβολική στην απεικόνηση της ζωής στην ερημική αυστραλιανή ύπαιθρο. Δειτε την γιατι είναι μία εμπειρία που όσοι αγαπούν το σινεμά πρέπει να βιώσουν. Δεν είναι άλλη μία καλή ταινία. Είναι ένα κοινωνικό γεγονός.

The Adventures of Priscilla, Queen of the Desert (1994, Stephan Elliot)

Στο εντελώς αντίθετο άκρο από αυτό της εχθρικής, επικίνδυνης και βίαιης κοινωνίας του Wake in Fright, έρχεται αυτό το υπερκινητικό, πολύχρωμο και οπτιμιστικό road movie, η Priscilla του Stephan Elliot, για να παρουσιάσει στο κοινό τη νέα αυστραλιανή κοινωνία της δεκαετίας του 1990. Μία κοινωνία δεκτική και μετριοπαθής, με αφοπλιστικό χιούμορ που δειλά-δειλά αρχίζει να εκφράζει την περιέργειά της και να εξερευνεί τα διάφορα σχετικά με τη διαφορετικότητα θέματα, τα οποία προκύπτουν στην πορεία της ανθρωπότητας. Η Priscilla είναι το λεοφωρείο το οποίο μεταφέρει τρεις transgender γυναίκες κατά μήκος και πλάτος της Αυστραλίας με αφορμή ένα cabaret show, διαδίδοντας ένα μήνυμα αγάπης και δεκτικότητας. Χωρίς διδακτισμούς και μαθήματα διαφορετικότητας και με σχεδόν ανύπαρκτα ξεσπάσματα θυμού και οργής από τους τρεις κεντρικούς χαρακτήρες, η ταινία επενδύει στους καλοδουλεμένους χαρακτήρες της, στο θεραπευτικό και πηγαίο ατακαδόρικο χιούμορ, στα φανταχτερά κοστούμια της για τα οποία κέρδισε και το όσκαρ, στην φανταστική εναλλακτική αισθητική της καθώς και στις καταπληκτικές κόντρα-ερμηνείες των macho Hugo Weaving, Guy Pearce και Terrence Stamp. Το Priscilla είναι μία πραγματικά και ουσιαστικά αστεία cult κωμωδία που καταρρίπτει στερεότυπα και δεν εκβιάζει το γέλιο με χαζοχαρούμενα σκετσάκια ή εξυπνακίστικες ατάκες. Δείτε την γιατί θα γελάσετε με την ψυχή σας και θα αισθανθείτε πραγματικά χαρούμενοι.

Angel Baby (1997, Michael Rymer)

Το Angel Baby είναι μία αρκετά προσωπική ταινία η οποία δεν ξέρω αν θα σας αρέσει και αν θα ταυτιστείτε. Την έχω συνδέσει με τα φοιτητικά μου χρόνια στην Κομοτηνή και πιο ειδικά με τον φίλο και «μέντορα» Β. και με τη συμφοιτήτρια και φίλη μου Μ. η οποία φοβόταν τη μαύρη μαγεία και έβλεπε κότες όποτε μεθούσε. Γενικά να πω ότι είναι μία πολυβραβευμένη ταινία στο φεστιβάλ του κινηματογραφικού ινστιτούτου της Αυστραλιας το 1995 και αναγνωρισμένη ως μία από τις καλύτερες ταινίες στην ιστορία του αυστραλιανού σινεμά. Πρόκειται για την ιστορία δύο ανθρώπων με σχιζοφρένεια, του Harry και της Kate, οι οποίοι γνωρίζονται κατά τη διάρκεια της θεραπείας τους και ερωτεύονται σχεδόν ακαριαία. Η ταινία είναι ένα αντισυμβατικό και ποιητικό love story με καταπληκτικούς διαλόγους, προσεγμένους χαρακτήρες, καθηλωτικές ερμηνείες από τον John Lynch και την Jacqueline McKenzie στους ρόλους του Harry και της Kate αντίστοιχα, ρεαλισμό και ειλικρινή αισθήματα. Eπιβάλλεται να αναφέρω και κάτι που ίσως ενδιαφέρει φοιτητές κοινωνικής εργασίας, ψυχολογίας και γενικά επαγγελματίες ψυχικής υγείας του μέλλοντος ή του παρόντος. Η ταινία αποτελλεί μία από τις πιο ρεαλιστικές απεικονίσεις του κόσμου των ψυχικά ασθενών στην ιστορία του παγκόσμιου κινηματογράφου μυθοπλασίας. Από τις ρεαλιστικές ακουστικές ψευδαισθήσεις μέχρι την θεραπευτική διαδικασία και από την χαοτική καθημερινότητα των ασθενών μέχρι τις υποτροπές, ο σκηνοθέτης μας αποδεικνύει ότι είτε έκανε μία από τις πιο ενδελεχείς και εις βάθος έρευνες στην ιστορία του σινεμά μυθοπλασίας, είτε είχε άμεση επαφή με τον κόσμο των ψυχικά ασθενών. Δείτε την από περιέργεια και γιατί θέλετε να ξεφύγετε από υπερβολές και στερεότυπα τύπου A Beautiful Mind, The Silence of the Lambs και One Flew Over the Cuckoo’s Nest.

Van Diemen’s Land (2009, Jonathan auf der Heide)

Η αληθινή ιστορία ενός διάσημου κατάδικου της Αυστραλίας, του Ιρλανδού Alexander Pearce, ο οποίος το 1822 παρέα με άλλους εφτά φυλακισμένους καταφέρνουν να αποδράσουν και στην πορεία προς την ελευθερία τους να χαθούν στα ανεξερεύνητα ακόμα εδάφη της βρετανικής αποικίας-φυλακής με το όνομα Van Diemen’s Land, σημερινής Ταζμανίας. Πρόκειται για μία ταινία που στην ουσία εστιάζει στον αγώνα των πρώτων αποίκων της Αυστραλίας για επιβίωση στα εχθρικά και αχαρτογράφητα εδάφη μίας αφιλόξενης περιοχής και στα όρια τα οποία είναι διατεθειμένος να ξεπεράσει ο άνθρωπος προκειμένου να καταφέρει επιβιώσει (σας θυμίζει κάτι;). Σκληρή και ρεαλιστική ταινία με σοκαριστικές σκηνές τις οποίες θα θυμάστε για αρκετό καιρό, καθώς και εκπληκτική φωτογραφία και εντυπωσιακά τοπία. Σημαντικό στοιχείο της ταινίας ο μινιμαλισμός στους διαλόγους και οι, σημαντικές για την ατμόσφαιρα της ταινίας, σιωπές. Δεν θα αποφύγω την ιεροσυλεία και θα πω ότι το πρόσφατο The Revenant έχει πολλά κοινά στοιχεία με το Van Diemen’s Land, χωρίς βέβαια να υπαινίσσομαι κάτι. Σε όσους τους άρεσε το The Revenant θα τους αρέσει και το Van Diemen’s Land.

Rabbit-Proof Fence (2002, Phillip Noyce)

Τρία κοριτσάκια με καταγωγή από την φυλή των Αβορίγινων, τα οποία απήγαγε το Αυστραλιανό κράτος από τις οικογένειές τους για φυλετικούς λόγους, δραπετεύουν από το «λευκό» ορφανοτροφείο-φυλακή, το οποίο τις εκπαίδευε ώστε στο μέλλον να εργαστούν ως οικιακοί σκλάβοι σε σπίτια λευκών, και ξεκινούν ένα ταξίδι κατά μήκος του “rabbit-proof fence” για να βρουν τον λευκό πατέρα τους. Ο πατέρας τους εργάτης του αυστραλιανού κράτους το οποίο στην προσπάθεια του να προστατεύσει τις σοδειές από τα κουνέλια χτίζει ένα φράχτη και διαχωρίζει τα χρήσιμα από τα αχρείαστα και επικίνδυνα. Όλος ο κόσμος γνωρίζει για τον ρατσισμό στην Αμερική και για τον θεσμό της δουλείας στον αμερικάνικο νότο. Λίγοι όμως γνωρίζουν ότι στην Αυστραλία ο θεσμός της δουλείας ήταν βαθιά ριζωμένος ακόμα και μέχρι τη δεκαετία του 1970. Η υπόθεση της ταινίας μπορεί να είναι φανταστική αλλά τόσο τα ιστορικά γεγονότα όσο και ο φράχτης είναι αληθινά. Το αυστραλιανό κράτος απήγαγε mixed-race παιδιά για φυλετικούς λόγους και τα εκπαίδευε σαν σκλάβους. Η ταινία θα λειτουργούσε καλύτερα αν ο συμβολισμός για τον ρατσισμό ήταν λιγότερο προφανής, αλλά νομίζω ότι σε μεγάλες στουντιακές ταινίες που απευθύνονται σε μεγάλο κοινό οι συμβολισμοί οφείλουν να είναι ξεκάθαροι και να τους καταλαβαίνουν όλοι αλλιώς καταλήγουν να είναι ελιτίστικες, χωρίς βέβαια αυτό να μειώνει το κύρος και το γενικό επίπεδο της παραγωγής. Η ταινία κατατάσσεται στις καλύτερες αυστραλιανές παραγωγές όλων των εποχών και μεταξύ άλλων συμμετέχει και ο, κάτι σαν εθνικό σύμβολο συμφιλίωσης, Αβορίγινας ηθοποιός και συγγραφέας David Gulpilil. Σας προτείνω να δείτε τις ταινίες The Tracker και Charlie’s Country στις οποίες πρωταγωνιστεί. Γιατί να δείτε το Rabbit-Proof Fence; Γιατί είναι μία οσκαρικού επιπέδου ταινία, προσεγμένη σε όλους τους τομείς, σχετικά mainstream και σίγουρα δεν θα χάσετετε τον χρόνο σας.

Ευχαριστώ για τον χρόνο σας και μην ξεχνάτε, περιμένω να διαβάσω στα σχόλια τις δικές σας αγαπημένες αυστραλιανές ταινίες καθώς και θέματα και προτάσεις για μελλοντικά κείμενα.