Βάλτε αυτό να παίζει στο background.
Στα βάθη της μακάβριας Valley of Defilement, η Maiden Astraea βρίσκεται εκεί για να βοηθήσει τους κατοίκους της περιοχής οι οποίοι βασανίζονται και πεθαίνουν από πανούκλα. Η Astraea είναι η Έκτη Αγία της Εκκλησίας, προστάτιδα της αγνότητας και της αθωότητας. Έχει ως μοναδικό επιθετικό και αμυντικό μηχανισμό τον Garl Vinland, έναν ιππότη που θα θυσιάσει τη ζωή του για να προστατέψει τη νεαρή και αθώα ψυχή. Πέρασα την ομίχλη του πιο σκοτεινού μέρους της κοιλάδας. Εδώ κείτονται δεκάδες νεκροί που κολυμπούν στο αίμα τους. Χέρια αναδύονται από το έδαφος, ζητώντας λύτρωση. Μολυσμένοι και χτυπημένοι από δυστυχία, στα υψηλότερα σημεία του βάλτου προσεύχονται. Η Astraea, καθισμένη στην άκρη ενός βράχου, βλέπει έναν ακόμη επίδοξο Slayer of Demons να πλησιάζει. Το κατάλευκο φόρεμά της είναι λουσμένο στο αίμα.
Το πρόσωπό της, σκυμμένο από θλίψη και απογοήτευση. Η απόγνωση διαγράφεται στα μάτια της. Ο Garl Vinland, με την θεόρατη στολή και το ταλαιπωρημένο του όπλο, σηκώνεται για μία ακόμη μάχη. Μόνο πάνω από το νεκρό κορμί του θα φτάσει κάποιος στην Astraea! Σε ένα στενό πέρασμα δίνουμε μια σφοδρή μονομαχία. Τα μέταλλα από τις πανοπλίες ακούγονται μέχρι την επιφάνεια της κοιλάδας. Μετά από ώρα, ο Garl Vinland, ο τελευταίος της φατρίας του, πέφτει νεκρός από το σπαθί μου. «Αγαπημένη μου Astraea, σε απογοήτευσα…» είναι οι τελευταίες λέξεις που βγαίνουν από το στόμα του πριν κλείσει για πάντα τα μάτια του. Επικρατεί σιωπή. Η Astraea έχασε τον φύλακα άγγελό της και τώρα είναι αντιμέτωπη με ένα κτήνος, ανήμπορη, αβοήθητη και καταδικασμένη. Σβήνει στα χέρια μου, λίγο πριν μου αφήσει την «πολυπόθητη ψυχή της». Είναι η στιγμή που ένιωσα πως είμαι το μεγαλύτερο, άπληστο κτήνος… Αν αυτό δεν είναι η τέλεια αλληγορία για τη σημερινή κοινωνία, τότε τι είναι;
Διανύαμε το τελευταίο έτος της προηγούμενης δεκαετίας όταν ήρθα «αντιμέτωπος» για πρώτη φορά με το Demon’s Souls. Ο τίτλος είχε ένα απίστευτο, σχεδόν αρνητικό, στάτους. Ένα στάτους που το ήθελε εμπειρία για λίγους, διεστραμμένα δύσκολο και αδύνατον να έχεις πρόσβαση σε αυτό, εφόσον κυκλοφορούσε μόνο σε Αμερική και Ασία και όχι στην Ευρώπη. Με τη βοήθεια του -τότε σωτήριου- region-free blu-ray του PlayStation 3, το Demon’s Souls έφτασε στα χέρια μου. Έτσι ξεκίνησε το ταξίδι μου σε ένα από τα σπουδαιότερα και σημαντικότερα franchises στην ιστορία του μέσου.
Η Bluepoint, γνωστή για τα εξαιρετικά remakes μεγάλων franchises, πήρε το task από την Sony και δημιούργησε ένα ολοκληρωτικό remake του Demon’s Souls, το οποίο κυκλοφόρησε ως αποκλειστικός τίτλος στο launch του PlayStation 5. Και αν θέλετε την άποψή μου, αυτό είναι το σημαντικότερο παιχνίδι του launch όλων των κονσολών νέας γενιάς.
Σε αυτό το κείμενο δε θα μπω σε ανατριχιαστικές λεπτομέρειες σχετικά με το παιχνίδι, μιας και θαρρώ πως οι περισσότεροι από εσάς το γνωρίζετε και είστε εδώ 1ον) για να μάθετε αν αξίζει κάποιος να επενδύσει τα χρήματα και το χρόνο του σε ένα remake τίτλου του 2009 και 2ον) αν το παιχνίδι της Bluepoint σέβεται και κρατάει σταθερά αναμμένη τη φλόγα του αριστουργήματος του Hidetaka Miyazaki και της FromSoftware.
Καταρχάς να ξεκαθαρίσω πως δεν είμαι μεγάλος fan των remakes. Θα τα «αποδεχτώ» και θα τα απολαύσω μόνο όταν γνωρίζω πως κάποιο επόμενο μεγάλο project του εκάστοτε franchise ετοιμάζεται και το remake δεν «τρώει» πόρους από το project και φυσικά όταν πρόκειται για ολοκληρωτικό remake, με νέα μηχανή γραφικών και όχι απλά enhanced υλικό. Στην περίπτωση του Demon’s Souls remake, τα δικά μου κριτήρια καλύπτονται και με το παραπάνω: το παιχνίδι αναπτύχθηκε από «τρίτο» στούντιο (Bluepoint), η βασική «μαμά» του franchise (FromSoftware) ετοιμάζει νέο τεράστιο project (The Elden Ring) και πράγματι μιλάμε για ένα remake που έχει φτιαχτεί από το μηδέν.
Θα μου επιτρέψετε να κάνω και μία αναφορά για όσους δεν έχουν ιδέα περί τίνος πρόκειται. Το Demon’s Souls, λοιπόν, είναι ένα action RPG με μάχες σε πραγματικό χρόνο. Σκοπός του παίκτη είναι να συλλέξει τις «ψυχές» των δαιμόνων (bosses) που βρίσκονται διάσπαρτοι στον κόσμο. Υπάρχει ένα κεντρικό hub, το Nexus και από εκεί ο παίκτης μπορεί να επιλέξει τον κόσμο που θα επισκεφτεί. Κάθε κόσμος έχει 3 ή 4 bosses, κλιμακωτής δυσκολίας, ωστόσο το ζουμί βρίσκεται στο ταξίδι μέχρι να φτάσεις στο boss. Το Demon’s Souls, ως το πρώτο παιχνίδι της σειράς που μας γνώρισε αυτήν τη συνταγή, είναι απολύτως απογυμνωμένο από «καλούδια» και προσφέρει μία καθαρή, γνήσια και σκληροπυρηνική εμπειρία για γερά στομάχια και για γερά νεύρα. Σίγουρα δεν είναι το παιχνίδι με το οποίο θα χαλαρώσετε και σίγουρα δεν είναι το παιχνίδι που απλά θα περάσετε την ώρα σας. Το Demon’s Souls, όπως και όλα τα “Souls” παιχνίδια, απαιτούν συγκέντρωση, αφοσίωση και πολλές φορές παίζουν με τα νεύρα σου. Παραδίδουν, όμως, ένα δίκαιο αποτέλεσμα που θα σε κάνει να κατηγορείς τον εαυτό σου και όχι τους μηχανισμούς.
Ένας μεγάλος μου φόβος -και νομίζω πολλών από εσάς- είναι το κατά πόσο πιστό στέκεται το remake στο αρχικό παιχνίδι, το οποίο κακά τα ψέματα ήταν τόσο χοντροκομμένο και σε σημεία «άτσαλο» που πρακτικά είχε μία πολύ ξεχωριστή ταυτότητα στο σύμπαν του franchise. Με ανακούφιση μπορώ να σας διαβεβαιώσω πως το launch παιχνίδι του PS5 κρατάει τη βασική ραχοκοκαλιά ανέγγιχτη και επί της ουσίας προσφέρει μία «copy-paste» εμπειρία σε επίπεδο περιεχομένου. Όλα, από τους χαρακτήρες, τις τοποθεσίες, το loot, τα bosses, τα μυστικά, τις παγίδες, είναι με ευλάβεια φερμένα στο σήμερα του remake. Πρακτικά οι παίκτες θα παίξουν το ίδιο παιχνίδι, με πολύ καλύτερα γραφικά, για τα οποία θα μιλήσω παρακάτω.
Βέβαια, πέραν του τεχνικού τομέα, υπάρχουν και μερικές ακόμη αναγκαίες αλλαγές, όπως είναι η νέα ενορχήστρωση της μουσικής και τα voice overs. Σε ό,τι αφορά το soundtrack, η Bluepoint αποφάσισε, λανθασμένα κατά την άποψή μου, να δώσει μία πιο «επική» υπόσταση στις συνθέσεις και έτσι, παρόλο που όλα τα μουσικά θέματα «πατάνε» ακριβώς πάνω στις νότες του αρχικού OST, ακούγονται λιγάκι διαφορετικά και σε σημεία αλλάζουν ελαφρώς τη ψυχολογία του παίκτη. Το πιο χαρακτηριστικό παράδειγμα είναι το theme της Maiden Astraea, το οποίο αφενός συνεχίζει να είναι «πανέμορφο», αφετέρου έχει χάσει τη χειρουργική λεπτομέρεια στα συναισθήματα κατά το άκουσμα. Από την άλλη, υπάρχουν και θέματα που το επικό στοιχείο τους ταιριάζει περισσότερο. Τα ίδια θα έλεγα και για τα voice overs. Οι ερμηνείες και οι φωνές των ηθοποιών είναι σε υψηλά επίπεδα, αλλά τολμώ να πω πως προτιμούσα τα πιο «ερασιτεχνικά» voice overs του αρχικού τίτλου, μιας και εξέπεμπαν κάτι πιο ανθρώπινο και πιο λυτό.
Τεχνικά, το remake φέρνει το…χάος! Δε μπορώ να περιγράψω εύκολα με λέξεις αυτό που αντίκρισα και πόσο συγκινημένος ένιωθα κάθε φορά που επισκεπτόμουν κάποια νέα περιοχή. Είναι αδιανόητα τα συναισθήματα να βλέπεις το «πως τελικά είναι» κάποιοι κόσμοι, μιας και η νέα μηχανή γραφικών έδωσε μία πολύ ρεαλιστική υπόσταση στον κόσμο του Demon’s Souls. Είδα το κάστρο της Boletaria έτσι όπως θα ήταν ένα πραγματικό κάστρο του μεσαίωνα, τις φυλακές της Latria πιο κλειστοφοβικές και πιο σκοτεινές από ποτέ, τα φλεγόμενα ορυχεία του Stonefang Tunnel να σε «ιδρώνουν» πριν καν μπεις να τα διασχίσεις.
Η λεπτομέρεια στους χαρακτήρες, στις πανοπλίες, στα bosses, στα NPCs και σε κάθε σπιθαμή του κόσμου είναι συγκλονιστική και θέτουν τόσο ψηλά τον πήχη, που μέχρι και η ίδια η FromSotware θα πρέπει να προσπαθήσει πολύ για να το ξεπεράσει στο επερχόμενο The Elden Ring. Και όλα αυτά σε ένα πεντακάθαρο δυναμικής 4K ανάλυσης στα εθιστικά 60fps, ακατέβατα! Για την ιστορία, υπάρχουν δύο επιλογές για τα γραφικά. Η Resolution προσφέρει native 4K στα 30fps και η Performance επιλογή που δίνει dynamic 4K στα 60fps. Ακόμη και άτομα που θέλουν «κρυστάλλινη» εικόνα και είναι διατεθειμένοι να θυσιάσουν το framerate, θα διαπιστώσουν πως το Performance Mode του Demon’s Souls είναι τόσο «καθαρό» και τόσο όμορφο που θα πρέπει να προσπαθήσεις πολύ για να παίξεις το παιχνίδι στα 30fps. Ειδικότερα για το είδος των Souls, που απαιτούν ακρίβεια και αμεσότητα στις κινήσεις, τα 60fps είναι μονόδρομος. Δε μπορώ να παραλείψω πως το παιχνίδι, ευτυχώς όχι σε καίρια σημεία, τερματίστηκε χωρίς λόγο, οδηγώντας με στο μενού του PS5. Ευελπιστώ πως αυτά θα διορθωθούν με επερχόμενα updates.
Δοκίμασα και το online μέρος του τίτλου, παρέα με τον αδερφό μου και μπορώ να πω πως έμεινα πολύ ικανοποιημένος. Αρχικά να σημειώσω πως ο τρόπος για να παίξεις παρέα με έναν φίλο σου είναι ίδιος και απαράλαχτος από τότε: ο ένας παίκτης πρέπει να βρίσκεται σε Human μορφή (να έχει πλήρη τη μπάρα υγείας του ή να έχει καταναλώσει Stone of Ephemeral Eye) και ο άλλος σε Soul μορφή. Ο δεύτερος, πρέπει να «αφήσει» μία μπλε επιγραφή με τη βοήθεια του Blue Eye Stone και ο πρώτος να τη δει και να τον «τραβήξει» στον κόσμο του. Βασική προϋπόθεση είναι οι δύο παίκτες να είναι logged-in στον ίδιο server. Μία νέα, ευχάριστη προσθήκη, είναι η επιλογή να θέσεις ένα password (τον οποίο πρέπει να έχουν ίδιο και οι δύο παίκτες μέσα από τα Settings) ώστε ο ένας να βλέπει μόνο τις επιγραφές του άλλου παίκτη, για πιο γρήγορη συνεννόηση.
Ακολουθήστε το Unboxholics.com στο Google News για να μαθαίνετε πρώτοι τα τελευταία νέα για τεχνολογία, videogames, ταινίες και σειρές. Ακολουθήστε το Unboxholics.com σε Facebook, Twitter, Instagram, Spotify και TikTok.