Σαν σήμερα θυμάμαι να έχω αγοράσει γνωστά περιοδικά του χώρου και να χαζεύω με λαχτάρα τις φωτογραφίες του Resident Evil 3: Nemesis που είχε παρουσιαστεί στην E3 του 1999, δείχνοντας την Jill στα σοκάκια της πόλης να της επιτίθενται σκυλιά, ανατινάζοντας ένα κόκκινο βαρέλι. Θυμάμαι να ψάχνω στο Yahoo και να περιμένω με τις ώρες να κατέβει ένα quicktime βιντεάκι για να δω έστω μερικές σκηνές του ενός λεπτού από το νέο παιχνίδι με τον φοβερό Nemesis. Και φυσικά, όλη την παραφιλολογία που κάναμε στα διαλείμματα του σχολείου, τις προβλέψεις και το τι θα μπορούσαμε να περιμένουμε από την νέα περιπέτεια της Jill.
Το έχω ξαναπεί ότι ο λόγος που ασχολούμαι με τα video games μέχρι σήμερα οφείλεται στη σειρά Resident Evil και ειδικά στο Resident Evil 2 του 1998 που όπως ο T-virus μόλυνε τους κατοίκους της Racoon City, έτσι μόλυνε κι εμένα με το μικρόβιο του gamer. Στις μέρες μας μπορεί κάποιος να ακούει Resident Evil και να μην ανοίγει ρουθούνι. Εκείνη την εποχή όμως, ονόματα όπως Resident Evil, Final Fantasy ή Tomb Raider προκαλούσαν σεισμό στις gaming κοινότητες. Ήταν το νέο 'big thing' που οι πάντες μιλούσαν γι’ αυτό και περίμεναν σαν τρελοί.
Το Resident Evil 3 ωστόσο δεν προοριζόταν για κανονική συνέχεια της σειράς. Μάλιστα, κυκλοφόρησε σε πολύ μικρό χρονικό διάστημα, μόλις 1,5 χρόνο από το Resident Evil 2. Ο βασικότερος, όμως, λόγος της σύντομης κυκλοφορίας ήταν ότι σε 1,5 χρόνο το PlayStation 2 θα έκανε την εμφάνισή του και η Capcom ήθελε οπωσδήποτε ένα ακόμα Resident Evil παιχνίδι στην ήδη τεράστια εγκατεστημένη βάση του PS1, πριν να κάνει τη μετάβαση στη νέα γενιά. Η Capcom μετά το πρώτο Resident Evil και κατά τη διάρκεια του 2, ανέπτυσσε πολλαπλά spin-offs και το Nemesis έτυχε να είναι ένα από αυτά. Η ομάδα άλλωστε που επεξεργαζόταν το project δεν είχε την απαιτούμενη εμπειρία, γεγονός που έκανε τον πατέρα της σειράς, Shinji Mikami, να αναμειχθεί ενεργά, παρόλο που δούλευε ήδη στην πραγματική όπως έχει δηλώσει ο ίδιος συνέχεια του Resident Evil 2, το Code Veronica.
Έτσι, λοιπόν, κρίνοντας ότι μπορεί να σταθεί ως κανονική κυκλοφορία, επεξεργάστηκε κι από spin-off έγινε το τρίτο μέρος της σειράς. Το παιχνίδι υπέστη αρκετές αλλαγές για να φτάσει στα χέρια μας όπως το ξέρουμε. Ένα από τα αρχικά πλάνα για παράδειγμα ήθελαν για πρωταγωνιστή τον μισθοφόρο της Umbrella, Hunk, τον οποίο γνωρίσαμε ως τον κρυφό χαρακτήρα «4th Survivor» στο Resident Evil 2. Ας περάσουμε, όμως, στο σήμερα για να δούμε τι έχει να μας πει το remake ή μάλλον για να το θέσω καλύτερα η reimagined εκδοχή του Resident Evil 3.
Αρχικά να ξεκαθαρίσω όπως είχε πει και ο Σάκης πέρυσι στο review του Resident Evil 2, ότι δεν πρόκειται για μια πιστή μεταφορά του κλασικού παιχνιδιού απλά με ανανεωμένα γραφικά και μηχανισμούς, αλλά για ένα παιχνίδι που αφηγείται την ίδια ιστορία υπό διαφορετική σκοπιά, με αρκετές όμως προσθήκες και αλλαγές, τόσο στο ίδιο το σενάριο -στον τρόπο δηλαδή που παρουσιάζει τα γεγονότα και τους χαρακτήρες- όσο και στο gameplay. Όπως και στο Resident Evil 2, είχα την ίδια αίσθηση όσο έπαιζα ότι όλα ήταν τόσο οικεία κι όμως ταυτόχρονα όλα τόσο διαφορετικά, γεγονός που πολλές φορές με έκανε να χαμογελάσω με τον τρόπο που διαχειρίστηκαν χαρακτηριστικές στιγμές του παιχνιδιού που ήξερα και περίμενα να δω. Αυτό, όμως, που πέτυχε αδιαμφισβήτητα για ακόμα μια φορά η Capcom είναι η απόλυτη ισορροπία μεταξύ του παλιού και του νέου.
Πρακτικά αυτό σημαίνει ότι κράτησε όλα τα στοιχεία που αγαπήσαμε οι παλαιότεροι, τα εξέλιξε σε ασύλληπτο βαθμό και σε λεπτομέρεια και τα έκανε τόσο σύγχρονα, όσο θα άρμοζε σε μια οποιαδήποτε survival horror εμπειρία του 2020 που σέβεται τον εαυτό της και το κοινό στο οποίο απευθύνεται. Χωρίς φανφάρες, cheesy ατάκες των 90’s και φθηνές τακτικές επίκλησης τρόμου, κατάφερε να παραδώσει ένα ώριμο, προσγειωμένο και αυθεντικό παιχνίδι τρόμου, υπενθυμίζοντας στους ανταγωνιστές του -αλλά και σε εμάς- πως φτιάχνεται ένα πραγματικό survival horror game.
Η ραχοκοκαλιά, λοιπόν, της ιστορίας δεν έχει αλλάξει. Η πλοκή του Resident Evil 3 διαδραματίζεται 24 ώρες πριν την άφιξη του Leon και της Claire και 24 ώρες μετά τα γεγονότα του Resident Evil 2. Χρονικά βρισκόμαστε ακριβώς πάνω στο ξέσπασμα του ιού στη Racoon City, όπου μετά τα γεγονότα του πρώτου τίτλου, ο Chief Irons έχει διαλύσει την ειδική ομάδα S.T.A.R.S και οι Chris Redfield και Barry Burton έχουν φύγει από την Racoon City, αναλαμβάνοντας να ερευνήσουν ένα κρουαζιερόπλοιο-βιτρίνα της Umbrella με το όνομα Starlight που πλέει ακυβέρνητο στον Ατλαντικό. Παράλληλα, η Jill Valentine με τον Brad Vickers μένουν πίσω, κάνοντας τις απαραίτητες προετοιμασίες με σκοπό να εισβάλλουν μαζί με τους υπόλοιπους στα κεντρικά γραφεία της Umbrella στην Ευρώπη. Στο διάστημα αυτό όμως, ο ιός μέσω των ποντικών που έχουν ήδη γίνει ξενιστές μολύνουν όλη την πόλη και μέσα σε μια βδομάδα όλοι σχεδόν οι κάτοικοι έχουν μεταλλαχθεί σε ζόμπι.
Η Umbrella έχοντας σκοπό να τα παίξει όλα για όλα και να μην αφήσει κανένα μάρτυρα ζωντανό, εξαπολύει τα B.O.W.’s (Bio Organic Weapons) στους δρόμους της πόλης, εξολοθρεύοντας σχεδόν όλο το σώμα του στρατού και της αστυνομίας, ενώ παράλληλα στέλνει δύο τύπους Tyrant: τον T-00 με οδηγίες να ανακτήσει πίσω τον G-Virus από το μενταγιόν που είχε τοποθετήσει ο Birkin στη κόρη του Sherry, σκοτώνοντας επιπλέον όλους τους εναπομείναντες αστυνομικούς στο τμήμα, καθώς και τον Nemesis-T Type με μοναδική εντολή να εξολοθρεύσει όλα τα μέλη της ομάδας S.T.A.R.S. Το χάος βρίσκει την Jill σπίτι της, η οποία μετά από ένα απρόσμενο τηλεφώνημα προσπαθεί να μείνει ζωντανή και να δραπετεύσει από την καταδικασμένη πόλη.
Όλοι οι εχθροί και οι χαρακτήρες που γνωρίσαμε στο αρχικό παιχνίδι παρελαύνουν από τις οθόνες μας, όπως για παράδειγμα ο Carlos ή o Nikolai, αλλά και κάποιοι NPCs που είδαμε στο δεύτερο παιχνίδι, όπως ο ιδιοκτήτης του καταστήματος όπλων Robert Kendo, αλλά και ο αστυνομικός Marvin Branagh, τον οποίο συναντήσαμε πρώτη φορά στο τμήμα. Το ενδιαφέρον, ωστόσο, είναι ότι γινόμαστε μάρτυρες γεγονότων που ήδη έχουν πάρει το δρόμο τους στο Resident Evil 2, αλλά και για τις μοίρες χαρακτήρων που γνωρίσαμε ή βρήκαμε σκοτωμένους παίζοντας ως Leon και Claire. Δεν θα μπω όμως σε λεπτομέρειες για να τα ανακαλύψετε μόνοι σας. Το σίγουρο είναι ότι η Capcom έχει κρύψει αρκετά easter eggs που οι βετεράνοι της σειράς θα τα εκτιμήσουν δεόντως.
Όπως και στο Resident Evil 2, έτσι και εδώ έχουν προστεθεί ολόφρεσκες σκηνές, οι διάλογοι είναι πιο καλογραμμένοι και οι χαρακτήρες είναι αρκετά πιο σοβαροί, με ερμηνείες που εντυπωσιάζουν για τα δεδομένα ενός b-movie σεναρίου. Κάποια πράγματα κόπηκαν, κάποια προστέθηκαν και κάποια άλλαξαν κατά την άποψή μου προς το καλύτερο. Η διάρκεια είναι περίπου 10 με 12 ώρες ανάλογα το επίπεδο δυσκολίας που θα επιλέξετε. Αν όμως θέλετε την συμβουλή μου, μη παίξετε το παιχνίδι στο easy (assistant), επιλέξτε το normal επίπεδο. Αυτό σας το λέω γιατί στο easy είναι γελοιωδώς εύκολο. Σας δίνει τόνους πυρομαχικά και συμπληρωμάτων υγείας και οι εχθροί πέφτουν για πλάκα, γεγονός που δυστυχώς υπονομεύει την εμπειρία από survival horror σε εντελώς action. Πραγματικά είναι άλλη εμπειρία στο Easy και άλλη στο Normal. Το Easy κατά τη γνώμη μου δεν έπρεπε καν να υπάρχει ή έπρεπε να ξεκλειδώνει έστω μετά το πρώτο playthrough.
Αρκετές αλλαγές παρατηρούνται και στις τοποθεσίες. Κάποιες έχουν παραμείνει, έχουν αλλαχθεί και έχουν μεγαλώσει και κάποιες όπως το Clock Tower έχουν αφαιρεθεί. Δεν θα σας πω όμως ποιες, για να τις ανακαλύψετε μόνοι σας. Σίγουρα πάντως δεν θα νιώσετε σε καμία περίπτωση ότι κάτι λείπει. Βασικά είχα την εντύπωση μιας και το παιχνίδι διαδραματίζεται σε αρκετό βαθμό μέσα στην πόλη, ότι θα έβλεπα πιο ανοιχτούς χάρτες και περισσότερες τοποθεσίες από το αρχικό παιχνίδι. Ευτυχώς οι developers επέλεξαν ορθά να κρατήσουν τον κλειστοφοβικό χαρακτήρα, κάτι που αντανακλάται στα στενά σοκάκια και στους αρκετούς μπλοκαρισμένους δρόμους, με τους χάρτες να «ανοίγουν» μόνο μέσα σε κτίρια και στις διάφορες εγκαταστάσεις που θα επισκεφτείτε.
Με τον τρόπο αυτό αύξησαν κατά πολύ το αίσθημα του φόβου και του αναπάντεχου, σε βαθμό που πραγματικά δε ξέρεις τι μπορεί να σε περιμένει στην επόμενη γωνία. Όταν για παράδειγμα θα φτάσετε σε ένα υγρό και σκοτεινό σοκάκι όπου η μόνη σας διαφυγή είναι προς τα πίσω και νιώσετε τον πανικό που θα σας κατακλύζει βλέποντας να εισβάλλουν ξαφνικά ζόμπι και μπροστά, αλλά και πίσω σας, τότε θα καταλάβετε τι εννοώ. Η δομή των χαρτών και ο τρόπος με τον οποίο συνδέονται μεταξύ τους είναι αριστοτεχνικός και παρά την γραμμική υπόσταση, αφήνουν αρκετό αέρα στον παίκτη για να κινηθεί και να καταστρώσει την στρατηγική του. Βέβαια, δεν ξέρω κατά πόσο θα παραμείνετε ψύχραιμοι για να το κάνετε αυτό όταν θα κάνει την εμφάνισή του ο Nemesis…
Όπως και στο αρχικό παιχνίδι, ο Nemesis έχει ένα και μόνο σκοπό. Να σας κάνει τη ζωή δύσκολη! Και πιστέψτε με, το πετυχαίνει πανεύκολα! Ο Nemesis έχει υποστεί το μεγαλύτερο… extreme makeover και όχι δεν εννοώ μόνο στην εμφάνιση, αλλά και στον τρόπο που κινείται και συμπεριφέρεται μέσα στο παιχνίδι. Ήδη από τον αρχικό τίτλο οι δημιουργοί ήθελαν να κάνουν τον παίκτη να νιώθει σε πολύ μεγαλύτερο βαθμό (απ’ ότι στο RE2) ότι καταδιώκεται, έμπνευση την οποία άντλησαν από τον liquid-metal T-1000 στην ταινία «Εξολοθρευτής 2». Ένας δηλαδή σχεδόν ανίκητος villain που ο παίκτης ή θα έπρεπε να τρέξει ή αν ήταν τυχερός και είχε τα απαραίτητα να αντιμετωπίσει. Αν σας τρόμαζε η εμφάνιση του Mr. X στο 2 και το άκουσμα των βαριών βημάτων του καθώς σας πλησίαζε, τότε να είστε προετοιμασμένοι για αρκετά πιο έντονες στιγμές πανικού στο τρίτο μέρος. O Nemesis έτσι όπως τον έχουν σχεδιάσει τώρα, είναι για να το πω απλά ο «μπαμπάς» όλων των Tyrants που έχετε δει ποτέ οποιοδήποτε Resident Evil παιχνίδι.
Ακόμα κι από την original εκδοχή του, είναι πολύ πιο επιθετικός, πολύ πιο γρήγορος, αρκετά πιο απρόβλεπτος και δε θα σταματήσει για κανένα λόγο μέχρι να σας σκοτώσει. Θα σας κυνηγήσει ανελέητα, λυσσασμένα και μάλιστα αυτή τη φορά έχει φέρει και τα παιχνίδια του μαζί, όπως φλογοβόλα και ρουκετοβόλα που δεν τα είχε πριν. Ρουκετοβόλο για να είμαστε ειλικρινείς είχε, αλλά το βλέπαμε μόνο σε cut scenes, δεν το χρησιμοποιούσε πάνω μας καθώς παίζαμε! Το τρομακτικό της υπόθεσης είναι ότι οι εμφανίσεις του δεν είναι στημένες, αλλά εντελώς απρόβλεπτες. Δεν έχεις ιδέα πότε και που θα τον δεις μπροστά σου. Κι’ αυτή τη φορά μάλιστα δεν υπάρχει το ανατριχιαστικό εκείνο μουσικό theme που τον συνόδευε στο αρχικό παιχνίδι και ήξερες στο περίπου πότε να τον περιμένεις. Τώρα εκεί που περπατάς αμέριμνος θα τον δεις ξαφνικά μπροστά σου, σπάζοντας έναν τοίχο ή πηδώντας από ένα κτίριο πάνω σου ή θα ακούσεις τα βαριά του βήματα και να φωνάζει S.T.A.R.S. καθώς έρχεται καταπάνω σου.
Κι αν νομίζεις ότι με το τρέξιμο θα καταφέρεις να τον αποφύγεις και να γλιτώσεις, μάλλον είσαι γελασμένος. Εκτός ότι κινείται γρηγορότερα και σε προλαβαίνει ακόμα κι αν τρέχεις, εκτοξεύει τα πλοκάμια του και σε τραβά αλά Scorpion κοντά του! Σημαντικό συνεπώς ρόλο παίζει η κίνηση αποφυγής που όπως και οι υπόλοιποι μηχανισμοί που γνωρίσαμε (η στροφή 180 μοιρών) απαιτούν καλή εκμάθηση προκειμένου να επιβιώσεις, αφού μόνο με αυτόν τον τρόπο μπορείς να γλιτώσεις από τις επιθέσεις του, να προλάβεις να κρυφτείς σε ένα safe room ή αν έχεις τα απαραίτητα και τα… κότσια, να τον αντιμετωπίσεις. Το καλό είναι όπως και στο αρχικό παιχνίδι ότι σου αφήνει καλά «δωράκια» αν καταφέρεις (προσωρινά) να τον ρίξεις, όπως σφαίρες ή συμπληρώματα υγείας.
Εκτός από τις απρόβλεπτες, υπάρχουν και οι προγραμματισμένες αναμετρήσεις μαζί του, οι οποίες έχουν να κάνουν με τα διάφορα στάδια της μετάλλαξής του. Αν θυμάστε καλά στο αρχικό παιχνίδι η μετάλλαξή του λάμβανε μέρος προς το τέλος του παιχνιδιού. Αυτή τη φορά όμως συμβαίνει αρκετά νωρίτερα και η αντιμετώπισή του έχει εφαρμοστεί σε στυλ αρένας. Θα καταλάβεις πότε έρχεται αυτή τη στιγμή όταν το παιχνίδι αρχίζει κλασικά να σε γεμίζει με πυρομαχικά και συμπληρώματα υγείας κοντά σε ένα save point. Αρχικά με ξένισε αυτή η επιλογή αρένας, όμως σύντομα διαπίστωσα πως οι δημιουργοί δεδομένου της ευκινησίας του και… άλλων εκπλήξεων που θα ανακαλύψετε κι εσείς, δεν θα μπορούσαν να σας περιορίσουν σε έναν μικρό χώρο, όπως ένα δωμάτιο ή σε ένα απλό δρόμο. Ευτυχώς το περιβάλλον βοηθά πολύ στην αντιμετώπιση τόσο του ίδιου του Nemesis όσο και των υπόλοιπων εχθρών, αφού εκτός από τα κλασικά κόκκινα βαρέλια που σκάνε, έχουν προστεθεί και διάφορες πηγές ηλεκτρικής ενέργειας, όπως γεννήτριες που αν τις πυροβολήσουμε επιβραδύνουν τους εχθρούς, δίνοντάς μας έτσι την ευκαιρία να προγραμματίσουμε καλύτερα τις επιθέσεις μας.
Μιλώντας για εχθρούς, να περιμένετε όλους τους τύπους εχθρών που είχατε αντιμετωπίσει το 1999, όπως τα σκυλιά, τα αραχνοειδές, τα αγαπημένα hunters, αλλά και έναν νέο τύπο ζόμπι που στα κεφάλια τους έχουν ένα ένα σκληρό κέλυφος που πρέπει να σπάσει προκειμένου να εξοντωθούν, θυμίζοντας λίγο τα «χταποδοκαλάμαρα» του Resident Evil 4. Το ίδιο, όμως, σκληρό κέλυφος έχουν αυτή τη φορά και τα hunters. Θυμάστε στα παλιά παιχνίδια που τα hunters πηδούσαν πάνω σας και σας σκότωναν με τη μία ακόμα κι αν η ζωή σας ήταν στο fine; Ε, το ίδιο ακριβώς συμβαίνει κι εδώ ακόμα κι αν παίξετε στο Εasy! Ο αριθμός τους δεν είναι μεγάλος, όμως να ξέρετε ότι είναι αρκετά πιο απαιτητικά και η αντιμετώπισή τους απαιτεί προσοχή και καλό εξοπλισμό.
Δεδομένης της έτσι κι αλλιώς πιο action κατεύθυνσης που είχε το 3 σε σχέση με τα προηγούμενα, αυτή τη φορά οι developers φρόντισαν να ελαχιστοποιήσουν τους γρίφους. Δεν θα δείτε τους ίδιους γρίφους, δηλαδή κι αυτοί που θα δείτε δε θα σας κάνουν να καταναλώσετε για να το πω απλά πολύ φαιά ουσία. Το random του πράγματος που είχαν παλιά οι γρίφοι, περιορίζεται απλά στους διαφορετικούς κάθε φορά κωδικούς που έχουν τα χρηματοκιβώτια για να ανοίξουν και στο περιεχόμενο που βρίσκεται κάθε φορά εντός αυτών ή άλλων διάσπαρτων βαλιτσών. Επίσης, οι επιλογές προσέγγισης μιας κατάστασης που υπήρχαν στο αρχικό Resident Evil 3, όταν δηλαδή καλούμασταν τότε να αποφασίσουμε αν θα αντιμετωπίσουμε τον Nemesis ή θα κρυφτούμε ή τι θα χρησιμοποιήσουμε από το περιβάλλον εναντίων του, έχουν αφαιρεθεί. Κατά τη γνώμη μου καλώς προέβησαν σε αυτή την ενέργεια οι δημιουργοί, γιατί πραγματικά πλέον με τη νέα δομή που έχει το παιχνίδι και τις επιλογές που δίνονται στον παίκτη να αποφασίζει άμεσα και πολλές φορές ασυναίσθητα, πιστεύω ότι θα φρέναρε τη δράση.
Αν σας άρεσαν τα γραφικά του Resident Evil 2, τότε θα εκπλαγείτε ακόμα περισσότερο με τη βελτίωση στον οπτικό τομέα που έχει υποστεί το παιχνίδι χάρη στην φρεσκαρισμένη RE Engine. Δεν ξέρω πως τα κατάφεραν, αλλά αυτό που είδα στην οθόνη μου δεν μπορούσα να το πιστέψω. Οι φωτισμοί, οι σκιάσεις, τα textures, τα particle effects, τα πάντα έχουν βελτιωθεί αισθητά! Αν βάλουμε στην ίδια εξίσωση την 4K ανάλυση, τα 60fps και το ακόμα πιο βελτιωμένο HDR, τότε εύκολα αντιλαμβάνεστε ότι ο οπτικός τομέας είναι χωρίς υπερβολή ότι καλύτερο έχουμε δει σε οποιοδήποτε Resident Evil παιχνίδι. Σε αυτό φυσικά συμβάλει και ο ηχητικός τομέας, ο οποίος είναι εξίσου άρτια δουλεμένος, όπως ακριβώς και στο προηγούμενο παιχνίδι. Όταν θα ακούσετε το subwoofer να «αναστενάζει» στα βαριά βήματα του Nemesis ή τον βρυχηθμό του από μακριά, θα καταλάβετε πολύ καλά τι εννοώ...
Ακολουθήστε το Unboxholics.com στο Google News για να μαθαίνετε πρώτοι τα τελευταία νέα για τεχνολογία, videogames, ταινίες και σειρές. Ακολουθήστε το Unboxholics.com σε Facebook, Twitter, Instagram, Spotify και TikTok.