Resident Evil: Revelations 2 - Review

Resident Evil: Revelations 2 - Review

17 Μαρτίου 2015 15:52
Λίγο hardcore, λίγο casual και ο Kafka μου

Το παρακάτω κείμενο αποτελεί μια συνέχεια του προηγούμενου, στο οποίο ανέφερα τις εντυπώσεις μου από τα δύο πρώτα επεισόδια και δεν μπορεί να σταθεί αυτόνομα ως μια ολοκληρωμένη άποψη για το παιχνίδι. Οπότε όσοι δεν έχετε διαβάσει το πρώτο μέρος και ενδιαφέρεστε, ξεκινήστε από εκεί. Για όσους δε θέλουν να το διαβάσουν για τον “Α” ή “Β” λόγο, ας πω πολύ συνοπτικά πως είχα συνοδεύσει τις θετικές μου εντυπώσεις με κάποιες επισημάνσεις για τα επεισόδια που θα ακολουθούσαν. Αυτό που ευχόμουν λοιπόν, για το Resident Evil: Revelations 2 ήταν να ανέβαζε λίγο τη συνέπειά του στο καλό level design και αν μπορούσε, να κλιμακώσει και να καταλήξει κάπου σεναριακά που να μην σε αφήνει “ξεκρέμαστο”. Αν τα έκανε αυτά, θα πετύχαινε σε απόλυτο βαθμό το σκοπό του. Και ποιος είναι αυτός; Έτσι όπως το βλέπω εγώ, είναι ένα fan service, μια δήλωση της Capcom στο κοινό που έχει ακολουθήσει πιστά τη σειρά: “ξέρουμε τι σας αρέσει, ορίστε, απολαύστε” και όλο αυτό με τη μοντέρνα προσθήκη ενός ασύμετρου co-op που αφήνει χώρο και σε ένα πιο casual κοινό να μπει στο κλίμα και να γευτεί τους ιδιαίτερους καρπούς του ιστορικού franchise: τους απολαυστικούς μέσα στην “χάρτινη” υπόσταση χαρακτήρες με τις χοντροκομμένες ατάκες, τις “βουτηγμένες” μέσα στην cult υπερβολή ιστορίες για θανατηφόρους ιούς και την “παραμορφωτική” ανθρώπινη ύβρις που τις υποκινεί, το υψηλών παλμών μελετημένο gameplay που εναλλάσσεται με την εξερεύνηση, τους αλλόκοτους αλλά απλούς γρίφους και φυσικά, τη μεθοδική διαχείριση πόρων –inventory, πυρομαχικά.

Παρόλο που, συνήθως, τα spin-offs προσφέρονται για πειραματισμό και εξερεύνηση, νομίζω στη συγκεκριμένη περίπτωση, ήταν ένα ασφαλές ποντάρισμα, χωρίς μεγάλα ρίσκα για την ιαπωνική εταιρεία. Είτε hardcore, είτε casual, υπάρχει κάτι για όλους και με έναν ωραίο και έξυπνο τρόπο. Ας μην παρασέρνομαι όμως σε γενικόλογα. Πάμε να δούμε συγκεκριμένα που επιτυγχάνουν και που όχι, τα τελευταία δύο επεισόδια του τίτλου. Το τρίτο επεισόδιο είναι κατά την άποψή μου το καλύτερο και πιο ολοκληρωμένο σαν εμπειρία, από τα τέσσερα. Και αυτό διότι εισάγει στο μείγμα το στοιχείο των γρίφων και της εξερεύνησης, που τόσο έχει λείψει τελευταία στη σειρά. Το μέρος των ClaireMoira που είναι και αισθητά μεγαλύτερο από όλα τα υπόλοιπα του παιχνιδιού, έχει μέσα του όλα όσα έχουν κάνει τη σειρά τόσο αγαπητή. Ένα ατμοσφαιρικό και “άβολο” setting, γρίφους ενταγμένους μέσα στην γκροτεσκ φιλοσοφία του, αγωνιώδης δράση και σωστές εναλλαγές. Ναι, το αιματοβαμμένο σφαγείο και οι λοιπές περιοχές δεν διεκδικούν κάποιο βραβείο πρωτοτυπίας ούτε σαν ιδέα, ούτε στη συγκεκριμένη αποτύπωσή τους, αλλά τουλάχιστον κάνουν μια χαρά τη δουλειά τους και νομίζω η ελαφρώς κλισέ τους αύρα συμβάλλει σε αυτό το παλιομοδίτικο ύφος που είχα επισημάνει και στα πρώτα δύο επεισόδια.

Και από τη στιγμή που είναι παραπάνω από ικανοποιητικά από λειτουργικής απόψεως, τα κλισέ αυτά δεν πρόκειται να πειράξουν κανέναν. Κατά τα άλλα, το μόνο που προσωπικά δεν μου έκανε καμία αίσθηση είναι η κλιμάκωση με ένα τυπικό και συνηθισμένο boss, με το λαμπιρίζον αδύνατο σημείο και τις συγκεκριμένες επιθέσεις του. Ακόμα χειρότερα, όμως, στο τέλος αυτής της μάχης, κλήθηκα να πάρω σχεδόν ενστικτωδώς μια απόφαση που απ’ ότι φαίνεται, καθόρισε το αν θα δω το “καλό” ή το “κακό” τέλος της ιστορίας. Εκτός του ότι το παιχνίδι δεν σε ενημερώνει, δεν σου “μεταφέρει” με κάποιον τρόπο τη σημασία της στιγμής και της επιλογής, αυτή η επιλογή καθ’ αυτή δεν έχει μια ιδιαίτερα πιστευτή νοηματική σύνδεση με τα γεγονότα του τέλους.

Αν θεωρήσουμε ότι εκείνη η επιλογή μου βοηθά έναν χαρακτήρα να ξεπεράσει μια προσωπική του αδυναμία που στη συνέχεια τον βοηθά για να καταλήξει στο “καλό” τέλος, τότε το ένα από τα δύο έξτρα επεισόδια που δίνονται μαζί με το season pass, αναιρεί όλη αυτή την υπόθεση. Εκτός, τέλος, αν πάλι θεωρήσουμε πως το έξτρα επεισόδιο λαμβάνει χώρα μόνο στην διακλάδωση εκείνης της επιλογής. Ξέρω, σας μπέρδεψα αλλά είμαι πολύ προσεκτικός στο να μην δώσω κάποιο spoiler, εξ' ού και τα μισόλογα. Άμα αποφασίσετε να το παίξετε, θα με καταλάβετε. Το δια τάυτα είναι πως από τη μία θα μπορούσε να γίνει πιο ξεκάθαρη αυτή η επιλογή την ώρα του gameplay -που απλά φαντάζει σαν ένα συνηθισμένο QTE- και από την άλλη θα έπρεπε να έχει πολύ μεγαλύτερη συνοχή σεναριακά.

Περνώντας τώρα στο δεύτερο μέρος του τρίτου επεισοδίου, έχουμε τη δραματική εισαγωγή ενός νέου τέρατος που αποτελεί και τη μεγαλύτερη απειλή του παιχνιδιού αλλά και μια καλοδεχούμενη ποικιλία στα περιβάλλοντα αφού σπάει για πρώτη φορά η δομή των δυο πρώτων επεισοδίων που ήθελε το δεύτερο μέρος κάθε επεισοδίου να διαδραματίζεται στις ίδιες περίπου περιοχές. Μπορεί τελικά να είναι ελαφρώς κατώτερο του εξαιρετικού αντίστοιχου των Claire-Moira αλλά σίγουρα έχει και αυτό τις στιγμές του. Πριν προχωρήσω στο πολύ σημαντικό τελευταίο επεισόδιο, θέλω να κάνω μια μικρή επισήμανση για το gameplay και το σύστημα μάχης που ίσως θα έπρεπε να έχω κάνει από το πρώτο κείμενο. Παρόλο που φαίνεται και είναι απαρχαιωμένο για τα τωρινά στάνταρντ με το γνωστό δυσκίνητο χειρισμό και τις...γυριστές κλωτσιές, διαθέτει μια εθιστική απλότητα που το κάνει απολαυστικό, τουλάχιστον σε μένα.

Δε στηρίζεται στην αληθοφάνεια αλλά στη στοχευμένη χρήση των μηχανισμών για να δημιουργήσει ένα συγκεκριμένο gameplay που έχει ισορροπία, έχει επιλογές και βάθος και που εν τέλει, χαρίζει αυτή την ιδιαίτερη προσωπικότητα που χαρακτηρίζει τη σειρά. Μια προσωπικότητα που δεν θα μπορούσε ποτέ να προκύψει από ένα δυτικό studio, με την σχεδιαστική σοβαροφάνεια που πολλές φορές τα χαρακτηρίζει. Και –για να επιστρέψω- η επιτυχία του Revelations 2 είναι πως ενώ δε στερείται δράσης, δε μπορώ να το χαρακτηρίσω ως “action game”. Είναι αυτό το υβρίδιο αγωνίας-δράσης-επιβίωσης που, εδώ, σε αντίθεση με άλλους πρόσφατους τίτλους της σειράς, δίνεται με σωστές αναλογίες και κυρίως, συνοχή. Ωραία, τα έβγαλα από μέσα μου, πάμε παρακάτω.

Το τέταρτο επεισόδιο είναι το πιο αμφιλεγόμενο. Όχι για το κλείσιμο της ιστορίας που παραδόξως δεν είναι καθόλου άσχημο, αλλά γιατί δεν έχει την ίδια ισορροπία στα μέρη του με τα προηγούμενα. Το μέρος των ClaireMoira είναι βαριά ένα 20λεπτο και στην ουσία είναι ο επίλογος των γεγονότων του τρίτου επεισοδίου. Το ότι είναι μικρό, κοιτώντας την ολοκληρωμένη εικόνα και ροή του παιχνιδιού δε φαντάζει αφύσικο, αυτό το μικρό μέρος όμως, είναι το χειρότερο όλου του παιχνιδιού, ως μια κακοφτιαγμένη και κλισέ –με την κακή έννοια τώρα- σκηνή απόδρασης. Ευτυχώς, το δεύτερο μέρος είναι μεγάλο και ισορροπεί την κατάσταση τόσο με την ποιότητά του όσο και με την ποσότητα. Και εδώ εισάγεται μια νέα ιδέα στο gameplay αλλά αυτό που πραγματικά λάμπει είναι το σκηνικό που σίγουρα θα ενθουσιάσει τους φανατικούς. Δεν επεκτείνομαι για να μην χαλάσω την έκπληξη.

Στα του σεναρίου, η ευχάριστη έκπληξη των πρώτων επεισοδίων, συνεχίζεται μέχρι τέλους. Αρχικά, το παιχνίδι δίνει απαντήσεις σχεδόν σε όλα τα ερωτήματα που εγείρει ακόμα και αν αυτές δεν είναι πάντα κάτι το ιδιαίτερο. Ωστόσο είναι φανερή η προσοχή που έχει δοθεί στο σενάριο και στο τέλος, νιώθεις πως παρακολούθησες μια ιστορία με αρχή, μέση και τέλος, έστω με το camp ύφος της. Μάλιστα χρησιμοποιεί σχετικά επιτυχημένα και συμβολισμούς τους οποίους χτίζει στο σύνολο της εμπειρίας του. Παραδεχτείτε το, έχετε εντυπωσιαστεί! Ανάπτυξη χαρακτήρων μην περιμένετε όμως, με αποκορύφωμα την Claire που αν την αντικαταστήσεις ακόμα και με...ένα όρθιο ξύλο, δεν θα επηρέαζε καθόλου την ιστορία.

Τα δύο τέλη είναι κατά τη γνώμη μου εξίσου ικανοποιητικά και το ένα από αυτά μάλιστα, κάνει την ανάμιξη του Kafka επιτυχημένη μέσα στην γενικότερη αφέλειά της, με μια τελευταία πραγματικά εύστοχη ατάκα που είναι ίσως το αποκορύφωμα του παιχνιδιού. Τέλος, αν αγοράσεις το season pass ή τη retail έκδοση του παιχνιδιού, αποκτάς πρόσβαση σε δύο έξτρα επεισόδια. Και τα δυο ρίχνουν λίγο παραπάνω φως στην πορεία κάποιων χαρακτήρων και παρόλο που είναι πολύ προχειροφτιαγμένα, είναι ευπρόσδεκτα ως επιπλέον υλικό. Το ένα προσανατολίζεται αποκλειστικά σε action ενώ το άλλο σε stealth.

Το δεύτερο είναι και το πιο ενδιαφέρον τόσο για την αλλόκοτη ιστορία που διηγείται και τη σημασία της για τον χαρακτήρα του όσο και γιατί έχει μια συμπαθητική σχεδιαστική ιδέα παρόλο που μένει “κολλημένο” μέχρι το τέλος σε τελείως απλοϊκά stealth σενάρια και δεν την αναπτύσσει ούτε στο ελάχιστο. Για την ιστορία πάντως, αυτή η ιδέα θέλει έναν δεύτερο χαρακτήρα –που μπορεί να ελέγχει και ένας δεύτερος παίκτης- να είναι πρακτικά αόρατος στους εχθρούς και να μπορεί να εξερευνεί το χώρο και να κατευθύνει τον παίκτη. Τη βρήκα αρκετά ενδιαφέρουσα γιατί σε αφήνει να σχεδιάσεις τις κινήσεις σου και να αναπτύξεις μια στρατηγική έχοντας πλήρη γνώση του χώρου που θα κινηθείς, οπότε είναι κρίμα που μένει σε νηπιακό επίπεδο μέχρι τέλους. Ίσως στο μέλλον.

Συνοψίζοντας : Το Revelations 2 μου άρεσε. Τόσο απλά και “μπακαλίστικα”. Πέρασα 15 ώρες μαζί του –μη υπολογίζοντας το Raid Mode- χωρίς να χάσω το ενδιαφέρον μου, ούτε για το gameplay ούτε για την ιστορία που διηγείται. Αυτό σημαίνει πως διαπρέπει σε όλους του τομείς; Σε καμία περίπτωση. Ωστόσο κάνει τα πράγματα με έναν προβλεπόμενο αλλά “στιβαρό” τρόπο. Δείχνει “δεμένο” σαν εμπειρία με συνοχή στα επιμέρους στοιχεία του gameplay του, έχει νέες ιδέες, δεν έχει τεχνικά προβλήματα –χωρίς να είναι κάτι το εντυπωσιακό οπτικοακουστικά-, έχει εναλλαγές και –ευτυχώς- καταλήγει κάπου. Δεν θα φέρει τα πάνω – κάτω, ούτε διεκδικεί δάφνες προοδευτισμού και φιλοδοξίας αλλά συστήνεται ως το “πιο” Resident Evil από τότε που το RE 4 πέρασε την σειρά σε μια νέα εποχή. Εμμένω, λοιπόν, πως για τους φανατικούς είναι μια σίγουρη αγορά. Για τους υπόλοιπους, είναι ένα καλό παιχνίδι, σε μια προσιτή τιμή και αν αποφασίσετε να του δώσετε μια ευκαιρία, νομίζω δε θα απογοητευτείτε.
Box Art
Tested on : PS4
Developer : Capcom
Publisher : Capcom
Available for : PC, PS4, PS3, Xbox One, Xbox 360
Release date : 2015-03-20
Tags: