Tales of Berseria Review

Tales of Berseria Review

31 Ιανουαρίου 2017 16:28
Ιστορία εκδίκησης...

Τα παιχνίδια της σειράς Tales χαρακτηρίζονται για τα όμορφα παραμύθια που έχουν να μας διηγηθούν μέσα από χαρούμενες και γεμάτο συναίσθημα στιγμές, ενδιαφέροντες πρωταγωνιστές, "ζεστούς" κόσμους σε συνδυασμό με μία αξιομνημόνευτη ιστορία. Αυτό τον κύκλο έρχεται να "σπάσει" η νέα κυκλοφορία της Bandai Namco με το Tales of Berseria, τουλάχιστον όσον αφορά την ιστορία. Αυτή την φορά, ο παίκτης, στο νέο κεφάλαιο της σειράς θα ζήσει ένα διαφορετικό, όχι τόσο γαλήνιο ταξίδι με κύριο θέμα την εκδίκηση και την προδοσία. Tα γεγονότα του παιχνιδιού λαμβάνουν χώρα στο παρελθόν του "Zestiria" κεφαλαίου, στην Holy Midgand Αυτοκρατορία, μία πολύ ισχυρή χώρα που κυβερνά τον κόσμο.

Πριν ξεκινήσω το ταξίδι μου στη νέα περιπέτεια της Velvet Crowe, το παιχνίδι με "καλωσόρισε" με το opening animated cinematic, παρουσιάζοντάς μου μία ματιά στην παιδική ηλικία της πρωταγωνίστριας και τους εφιάλτες που χαράχτηκαν στο μυαλό της. Μία νύχτα, με κόκκινο φεγγάρι, η Velvet Crowe μαζί με τον μικρότερο αδερφό της, Laphicet, έγιναν μάρτυρες της την καταστροφής του χωριού τους και του θανάτου των κατοίκων του από το Daemonblight, μία αρρώστια, ή καλύτερα κατάρα, που μεταμορφώνει τους ανθρώπους σε επικίνδυνα και τρομακτικά πλάσματα, κάνοντάς τους να χάσουν κάθε ίχνος της ανθρώπινης φύσης τους. Με τις ελπίδες επιβίωσης από τα δύο αδέρφια να είναι ελάχιστες, την ευθύνη διάσωσής τους αναλαμβάνει ο Artorius, ο άντρας της Celica, της μεγάλης αδερφής των δύο παιδιών. Απομακρύνοντας τα μικρά από το χωριό και έχοντας βεβαιωθεί για την ασφάλειά τους, ο Artorius αποφασίζει να επιστρέψει και πάλι στον κίνδυνο για να γλυτώσει από τον θάνατο την αγαπημένη του, κάτι το οποίο δυστυχώς δεν κατάφερε.

Δέκα χρόνια αργότερα, η Velvet μαζί με το μικρότερο αδερφό της και τον Artorius ζουν μία ήρεμη ζωή στο χωριό, απολαμβάνοντας τις μικρές χαρές της. Η Κόκκινη Νύχτα επιστρέφει και μεταμορφώνει πάλι για μία ακόμη φορά όλους τους κατοίκους σε αιμοδιψή τέρατα. Η δεκαεξάρχονη, πλέον, Velvet, μέσα στο φόβο και τον πανικό της, βρίσκει τη δύναμη και τρέχει να αναζητήσει το μικρό της αδερφό. Μετά από αρκετή ώρα εξερεύνησης, η πρωταγωνίστρια καταφέρνει και εντοπίζει τον Laphicet, όμως τα πράγματα εξελίσσονται διαφορετικά. Ο Artorius πετά την "μάσκα" του χαρούμενου κουνιάδου και θυσιάζει τη ζωή του μικρού αδερφού της για να ολοκληρώσει το τελετουργικό ονόματι "Advent", το οποίο θα φέρει μία πιο ειρηνική ζωή στον κόσμο, χωρίς εφιάλτες και τέρατα, εξαλείφοντας μία και καλή το Daemonblight. Αντικρίζοντας το θάνατο του αδερφού της, η πρωταγωνίστρια "πνίγεται" από θυμό και στενοχώρια και καταφέρνει να προσβληθεί από την παραπάνω "αρρώστια", όμως η όλη μετάλλαξή της είναι εντελώς διαφορετική, μεταμορφώνοντας μόνο το χέρι της, με αποτέλεσμα να της δοθεί η δύναμη να απορροφά άλλους Daemons.

Έτσι, από εδώ και πέρα η Velvet κρατιέται στη ζωή για ένα μοναδικό λόγο: να πάρει εκδίκηση και να φέρει στη δικαιοσύνη το ψυχρό δολοφόνο του αδερφού της. Προδομένη και ασταθής, η πρωταγωνίστρια ξεκινά ένα μεγάλο ταξίδι με κινητήρια δύναμη το παραπάνω συναίσθημα, αλλά και τη βοήθεια διαφόρων ακόμη χαρακτήρων που θα συναντήσει στο δρόμο της και θα τη συντροφεύσουν στο όλο αιματηρό ταξίδι της.

Ομολογώ πως από την πλευρά της ιστορίας έμεινα τρομερά ευχαριστημένος. Όχι μόνο δίνεται η ευκαιρία στον παίκτη να ταξιδέψει σε μία πιο σκοτεινή και όχι τόσο ανάλαφρη περιπέτεια, αλλά μέσα από ψυχοφθόρα γεγονότα θα καταφέρει να μπει και ο ίδιος στη θέση της πρωταγωνίστριας και του σκοπού της. Παρόλα αυτά, αρκετές φορές κατάφερα να προβλέψω την εξέλιξη των γεγονότων, ενώ παρόλο που το κίνητρο της Velvet παραμένει αισθητά δυνατό, μετά από ένα σημείο αρχίζει να κουράζει ελέω υπερβολικών και επαναλαμβανόμενων ατακών.

Κατ' εμέ, αυτό που συνεχίζει και κρατά το ενδιαφέρον του παιχνιδιού μέχρι και το τέλος του είναι το party που συντροφεύει τη νεαρή κοπέλα. Κάθε χαρακτήρας κρύβει ένα επίπονο παρελθόν το οποίο ο παίκτης θα ανακαλύψει σιγά-σιγά καθώς προοδεύει στο παιχνίδι μέσα από σύντομους διαλόγους ανάμεσα στην παρέα και χρήση έξυπνης γραφής. Κάθε άτομο ξεχωριστά έχει τη δική του προσωπικότητα και ζει για το δικό του σκοπό, χωρίς να δανείζεται τα ιδανικά της Velvet. Πολλές φορές βρήκα τον εαυτό μου να κουράζεται και να δυσανασχετεί, μέσα από επαναλαμβανόμενα περιβάλλοντα, συχνή ανακύκλωση εχθρών, αλλά όπως είπα και παραπάνω, το party είναι αυτό που με "ώθησε" να συνεχίσω.

Στα του gameplay, το Tales of Berseria βαδίζει στα ίδια χνάρια με τους προκατόχους του, με μερικές ενδιαφέρουσες και ευπρόσδεκτες προσθήκες. Την επιστροφή του κάνει το διασκεδαστικό κατά την γνώμη μου, "Linear Motion Battle System", παρέχοντας πλήρη ελευθερία στον παίκτη ως προς τις κινήσεις του με ελεύθερη, καλής συμπεριφοράς, κάμερα, free run και μόνη προϋπόθεση πως κάθε κίνηση είναι συνδεδεμένη με το νέο Soul Gauge, μία μπάρα που καθορίζει ανάλογα με τις ψυχές που έχετε, το πόσες κινήσεις και combos θα καταφέρετε να συνδέσετε. Οι κινήσεις αυτές ονομάζονται «Artes» και χωρίζονται σε κατηγορίες όπως Martial, Hidden και Malak, με τη δύναμη του κάθε μαχητή να βασίζεται σε μία από αυτές. Η Soul Gauge μπάρα, λοιπόν, συνεχίζει να αυξάνεται μέσα στη μάχη μετά από την εξόντωση ή Stun ενός εχθρού και με αρκετούς ακόμη τρόπους. Μετά τη συγκέντρωση αρκετών ψυχών (συνήθως τρεις και πάνω) ο παίκτης μπορεί να ενεργοποιήσει τα Break Souls, τα οποία ουσιαστικά ξεκλειδώνουν τις πραγματικές δυνάμεις ενός χαρακτήρα. Για παράδειγμα στην περίπτωση της Velvet, το χέρι της μεταμορφώνεται και εκτός από μεγαλύτερες και σαφέστατα δυνατότερες κινήσεις, μπορεί να απορροφήσει ένα κομμάτι της ζωής του αντιπάλου και να χρησιμοποιήσει και μία mini super move για ακόμη περισσότερο damage.

Μετά από αρκετές ώρες στο παιχνίδι ο παίκτης θα ξεκλειδώσει και τα Mystic Artes, κινήσεις που αποτελούν ουσιαστικά τις Super τεχνικές των χαρακτήρων με εξαιρετικό ποσοστό ζημιάς και ένα σύντομο και διασκεδαστικό cinematic. Κάθε χαρακτήρας του party φέρει τις δικές του επικίνδυνες Mystic Artes, ενώ για την αποφυγή της μονοτονίας, ο παίκτης κατά την διάρκεια της μάχης μπορεί ανά πάσα ώρα και στιγμή να αλλάξει μαχητή μέσα στην κάθε αναμέτρηση ταχύτατα και χωρίς προϋποθέσεις, έχοντας να επιλέξει ανάμεσα σε 6 άτομα συνολικά. Μία ακόμη νέα προσθήκη για το νέο κομμάτι της σειράς είναι το Code Red Daemon Hunting. Σε αυτό, ο παίκτης θα αντιμετωπίσει τρομερά δύσκολους εχθρούς και θα έχει ως κέρδος "Potentites", χρήσιμα κομμάτια πανοπλίας που προσθέτουν έξτρα ικανότητες στους χαρακτήρες.

Ιδιαίτερα ευχαριστημένος έμεινα και από τον τομέα του gameplay. Ο παίκτης καθώς προοδεύει στο παιχνίδι θα καταλάβει περισσότερα για το όλο σύστημα μάχης του παιχνιδιού μέσα από τυπικά Tutorials. Σίγουρα, δεν μπορώ να πω πως κάθε αναμέτρηση είναι μοναδική, ενώ δεν συνάντησα και κάποιο τρομερό επίπεδο δυσκολίας. Αυτό συνέβη διότι το παιχνίδι ανταμείβει σωστά την έξυπνη χρήση των κινήσεων. Δηλαδή, κάθε σχεδόν εχθρός κρύβει μία αδυναμία σε συγκεκριμένα στοιχεία της φύσης και χρησιμοποιώντας τις ανάλογες κινήσεις, η μάχη γίνεται περισσότερο διασκεδαστική αποφεύγοντας το απλό -επιτρέψτε μου- μασάρισμα κουμπιών, προσθέτοντας μία δόση στρατηγικής. Επομένως, ο παίκτης που εκμεταλλεύεται τις αδυναμίες των εχθρών του ανταμείβεται περισσότερο. Θετικό το γεγονός πως το παιχνίδι επιτρέπει την ταχύτατη εναλλαγή χαρακτήρων μέσα στην μάχη, δίνοντάς μου την ευκαιρία να χρησιμοποιήσω τις κινήσεις και το στυλ μάχης του κάθε μαχητή του party χωρίς περιορισμούς.

Δυσαρεστημένος έμεινα σε αρκετά σημεία από τον κόσμο του παιχνιδιού. Ενώ η εταιρία αποφάσισε να δώσει ένα πιο "σκοτεινό" και ώριμο τόνο στην ιστορία, το ίδιο δεν μπορώ να πω πως πραγματοποιήθηκε και στα περιβάλλοντα. Στενά, χαρούμενα περιβάλλοντα, με αόρατους τοίχους και linear μονοπάτια ποικίλης χλωρίδας αποτελούν τον κόσμο του Berseria κεφαλαίου, ενώ υπάρχει και έλλειψη εξερεύνησης παρόλα τα κουραστικά dungeons που θα συναντήσει ο παίκτης, τα οποία μετά τα πρώτα δέκα λεπτά τους συνεχίζουν να επαναλαμβάνονται μέχρι και το τέλος τους με τους ίδιους σχεδόν εχθρούς και διαδρόμους. Όσον αφορά τη διάρκεια του παιχνιδιού, τουλάχιστον, στο δικό μου playthrough, το ρολόι συγκέντρωσε 50 ώρες με τυπική εξερεύνηση του κόσμου.

Την εξερεύνηση την κάνουν ελαφρώς πιο ευχάριστη τα collectibles. Αυτά, έρχονται με τη μορφή σεντουκιών, τα οποία για να τα ξεκλειδώσετε θα πρέπει να συγκεντρώσετε τις απαραίτητες μαγικές σφαίρες που θα βρείτε διάσπαρτες στον κόσμο του παιχνιδιού και ως αντάλλαγμα θα λάβετε διάφορα αξεσουάρ για τους χαρακτήρες σας που θα επηρεάζουν την εμφάνισή τους (σκουλαρίκια, καπέλα, γυαλιά ηλίου κλπ). Υπέροχο σχεδιασμό συνάντησα στις διάφορες πόλεις του παιχνιδιού, με όμορφη αρχιτεκτονική κτιρίων, όπου μέσα σε αυτές υπάρχουν NPCs οι οποίοι προσφέρουν διασκεδαστικά mini-games με διάφορες αμοιβές με κοσμητικά αντικείμενα.

Από το παιχνίδι δεν θα μπορούσαν να λείψουν και τα αμέτρητα όπλα, οι πανοπλίες και τα διάφορα αντικείμενα αναπλήρωσης ζωής για την ενδυνάμωση της Velvet και της παρέας της. Κάθε αντικείμενο που βρίσκετε θα μπορείτε να το κάνετε Enchance, δηλαδή να αυξήσετε το ποσοστό ζημιάς που προκαλείτε ή δέχεστε. Τα μόνα που επηρεάζουν την εμφάνισή των μαχητών είναι τα όπλα και όχι οι πανοπλίες, αλλά χάρις τις επιπλέον στολές που θα βρείτε από τα παραπάνω που ανέφερα, αυτό δεν αποτελεί ιδιαίτερο πρόβλημα. Θετικά επίσης βρήκα και τα προαιρετικά side quests, χωρίς το παιχνίδι να αναγκάζει τον παίκτη να προβεί στην ολοκλήρωσή τους. Βέβαια, αυτά, εκτός από Gald (το ψηφιακό νόμισμα που χρησιμοποιεί το παιχνίδι), πολλές φορές προσφέρουν σημαντικές πληροφορίες για τον κόσμο του παιχνιδιού και την κατάσταση που βρίσκεται κάθε πόλη ή χωριό. Μιλώντας στους κατοίκους κάθε περιοχής, ο παίκτης μπορεί να μάθει περισσότερα για τα έθιμα του εκάστοτε τόπου και πολλές φορές το παρελθόν που κρύβει πίσω του.

Όσον αφορά τον τεχνικό τομέα, Tales of Berseria δεν εκμεταλλεύεται τη δύναμη της τρέχουσας γενιάς, με γραφικά εποχής PlayStation 3, που είναι λογικό αν αναλογιστούμε πως ο τίτλος κυκλοφορεί και για την προαναφερθείσα κονσόλα για την αγορά της Ιαπωνίας. Ακόμη, έχουμε να κάνουμε με ένα μέτριο draw distance, ενώ καθ’ όλη τη διάρκεια ενασχόλησής μου με το παιχνίδι δε συνάντησα κάποια frame drops ή bugs. Επιπροσθέτως, όμορφο σχεδιασμό βρήκα και στο σχεδιασμό των χαρακτήρων, την ώρα που εξαιρετικό βρήκα το voice acting, ειδικά στο Ιαπωνικό Dub με το κατάλληλο πάθος στις φωνές ανάλογα με την κατάσταση. Φυσικά διαθέσιμη υπάρχει και η επιλογή για αγγλικό voice over.

Πολλές φορές, πριν ή μετά από μία μάχη, ο παίκτης θα συναντήσει ένα animated cutscene, ύφους anime, κάτι το οποίο εγώ προσωπικά απόλαυσα και βρήκα σωστά εκτελεσμένο. Όσον αφορά τη μουσική, εδώ έχουμε όμορφα θέματα που ντύνουν σωστά τη μάχη ανάλογα με τις συνθήκες και την ένταση της κάθε σκηνής. Αν εξαιρέσουμε, όμως, μερικά κομμάτια που θα χαράχθηκαν στη μνήμη μου, στο σύνολό του η μουσική επένδυση δεν έχει κάτι αξιομνημόνευτο.

Συνοψίζοντας : Το Tales of Berseria αποτελεί ένα διαφορετικό ταξίδι, με σαφέστατα πιο σκοτεινή και ώριμη προσέγγιση σε σχέση με τους προκατόχους του. Όμορφη γραφή στους χαρακτήρες και ιδιαίτερη προσωπικότητα για τον κάθε ένα ξεχωριστά, απολαυστικό και ελεύθερο gameplay, εξαιρετικό voice acting, ποικιλία σε όπλα και πανοπλίες κάνουν τη νέα περιπέτεια της Velvet Crowe, απολαυστική. Αν εξαιρέσουμε τα προβλήματα που φέρει το παιχνίδι όσον αφορά τον "στενό" κόσμο του, τα επαναλαμβανόμενα περιβάλλοντα και την συχνή ανακύκλωση εχθρών, το Tales of Berseria είναι μία καλή επένδυση για τους σκληροπυρηνικούς fans της σειράς, ενώ αποτελεί και μία καλή ευκαιρία για όσους θέλουν να εισέλθουν στον κόσμο της για πρώτη φορά. Εγώ προσωπικά, για όποιον δεν έχει κάποια σχέση με τα εν λόγω παιχνίδια θα πρότεινα να περιμένει για κάποια μελλοντική πτώση τιμής.
Box Art
Tested on : PS4
Developer : Bandai Namco Studios
Publisher : Bandai Namco Entertainment
Distributor : Bandai Namco Entertainment Greece
Available for : PS3, PS4, PC
Release date : 2017-01-27