Resident Evil: Revelations 2

Οι εντυπώσεις μας από τα δύο πρώτα επεισόδια
06 Μαρτίου 2015 10:58
Resident Evil: Revelations 2

Η σειρά Resident Evil βρίσκεται τα τελευταία χρόνια σε φάση ανασχεδιασμού και ανανέωσης. Έτσι φανταζόμαστε και ελπίζουμε τουλάχιστον, μετά την κακή υποδοχή που επιφύλασσαν κοινό και κριτικοί στο έκτο μέρος της κεντρικής σειράς. Οι μηχανισμοί που απογείωσαν το Resident Evil 4 προσανατολίστηκαν, παιχνίδι με παιχνίδι, σε πολύ πιο action μονοπάτια και η σειρά άρχισε να μετατρέπεται σε μια άνοστη αλχημεία χωρίς την ξάστερη ταυτότητα του παρελθόντος. Μοιραία, έχασε το δρόμο της, θυμίζοντας περισσότερο μια “ασύνδετη” και κακή απομίμηση χολιγουντιανού μπλοκμπάστερ παρά τις αγαπημένες B movies τρόμου που ενέπνεαν κάποτε τον Mikami. Περισσότερο Michael Bay παρά Tobe Hooper ή Romero. Το τι σκοπεύει να κάνει η Capcom μάς είναι άγνωστο, καθώς επίσης και το πότε σκοπεύει να το κάνει, παρουσιάζοντας ένα έβδομο μέρος της σειράς.

Στο μεσοδιάστημα αυτό, ωστόσο, κυκλοφορεί στην αγορά το Resident Evil: Revelations 2, ένα spin-off επεισοδιακού χαρακτήρα που δανείζεται τη βασική ραχοκοκαλιά του gameplay των RE 4 και RE 5 αλλά προσθέτει και μικρές πρωτότυπες σχεδιαστικές πινελιές. Προτού προχωρήσω, οφείλω να πω πως το “2” στον τίτλο είναι ολίγον παραπλανητικό αφού το παιχνίδι δεν συνδέεται καθόλου με το προηγούμενο Revelations που είχε πρωτοκυκλοφορήσει για το 3DS το 2012 πριν κάνει την εμφάνισή του και στις οικιακές κονσόλες της εποχής. Όπως έχει τονίσει κατά καιρούς η Capcom, η σειρά Revelations αναφέρεται περισσότερο σε ένα γενικότερο concept παρά σε μια αυστηρή σεναριακή συνέχεια.

Ας περάσουμε, λοιπόν, στο παιχνίδι. Το Revelations 2 χωρίζεται σε 4 επεισόδια των €6 που κυκλοφορούν με απόσταση μιας εβδομάδας από τα τέλη του Φλεβάρη, μέχρι τις 18 Μαρτίου όπου θα ολοκληρωθεί η ιστορία. Το σενάριο θέλει την Claire Redfield και την Moira Burton –κόρη του Barry Burton- μέλη της οργάνωσης Terrasave, να απαγάγονται από αγνώστους και να ξυπνάνε σε μια εγκαταλελειμμένη φυλακή με ένα βραχιόλι στον καρπό που φαίνεται να αντιδρά στο φόβο που νιώθουν. Μην βιάζεστε, όμως, προς το παρόν αυτό το στοιχείο δεν έχει κανένα αντίκτυπο στο gameplay –για όσους πήγε το μυαλό τους στο sanity meter του Eternal Darkness- και όπως φαίνεται έτσι θα συνεχίσει μέχρι τέλους.

Η ιστορία αυτή που διαδραματίζεται ανάμεσα στα γεγονότα του RE 5 και του RE 6 είναι προσαρμοσμένη –φυσιολογικά- στις ανάγκες της επεισοδιακής δομής με την πλοκή και τα cliffhangers να κατέχουν πρωταγωνιστικό ρόλο. Ο ρυθμός είναι καλός, τα τεκταινόμενα ενδιαφέροντα και σε κρατάνε σε εγρήγορση, ενώ πολύ σημαντικό το γεγονός πως πάντα είναι ξεκάθαρος ο στόχος σου. Ξέρεις που θέλεις να πας και γιατί. Όπως είναι φυσικό, στα πρώτα δύο αυτά επεισόδια, στήνεται το σκηνικό για τη συνέχεια οπότε τα ερωτήματα που εγείρονται είναι πολύ περισσότερα από τις απαντήσεις χωρίς όμως να υπερφορτώνουν τον παίκτη. Αντιθέτως, ο τίτλος καταφέρνει και δημιουργεί μια ωραία ατμόσφαιρα μυστηρίου που θέλεις να εξερευνήσεις. Ακόμα και όταν η γραφή του πέφτει σε πολύ χαμηλά επίπεδα μέχρι και για τα δεδομένα της σειράς, ακόμα και αν πολλές ανατροπές φαντάζουν “φτηνές” ή προφανείς, το όλο πακέτο έχει μια παλιομοδίτικη γοητεία με όλα τα παραδοσιακά συστατικά ενός φτηνού γκροτέσκ μυστηρίου.

Τα αποφθέγματα του Kafka που εμφανίζονται συχνά πυκνά και απ’ ότι φαίνεται προσπαθούν να συνδέσουν με πομπώδες και σοβαροφανή τρόπο το έργο του μεγάλου λογοτέχνη με τις θεματικές του παιχνιδιού, είναι κατά την άποψή μου το κερασάκι στην τούρτα σ’ αυτή τη διασκεδαστικά κακογραμμένη και υπερβολική ιστορία των δύο πρώτων επεισοδίων. Επίτηδες, δεν θέλω να αποκαλύψω σχεδόν τίποτα συγκεκριμένο από το σενάριο διότι η δική μου άγνοια, νομίζω συνέβαλλε αρκετά στην ευχαρίστηση του παιχνιδιού. Στην τελική, η μεγαλύτερη επιτυχία του είναι ότι αναμένω με ενδιαφέρον τη συνέχεια. Οπότε σε αυτόν τον τομέα, σημειώστε -μέχρι στιγμής-, νίκη, με την υποσημείωση ότι όλα αυτά είναι βάση προσδοκιών και αναλογιών. Όποιος αρχίσει να το παίρνει πιο σοβαρά απ’ ότι του αρμόζει, είναι δεδομένο πως θα απογοητευτεί οικτρά. Αλλά πότε το κάναμε αυτό στα Resident Evil για να το κάνουμε τώρα;

Εξάλλου το παιχνίδι είναι ξεκάθαρο ως προς τις –παραδοσιακές- προθέσεις του και από την τυπολατρία που επιδεικνύει στο παικτικό κομμάτι. Παραμένει έτσι, το παιχνίδι που διαμάντια και ρουμπίνια είναι κρυμμένα χωρίς κανέναν προφανή λόγο στα ταβάνια και τα πατώματα, ιατρικά herbs βρίσκονται το ίδιο “άκυρα” διασκορπισμένα και ψεκάζονται για ίαση, σφαίρες και κάθε λογής αντικείμενα κρύβονται πίσω από μια λάμψη και... γενικότερα δεν ενδιαφέρεται καθόλου να εντάξει στο πλαίσιο του κόσμου του, όλα τα συστημικά του μέρη. Εμένα δεν με πειράζει αυτό. Αντιθέτως μου εγείρει και μια μικρή νοσταλγία. Σε αυτά τα σημεία είναι ένα κλασικό Resident Evil και το ότι φαίνεται λίγο παρωχημένη η φιλοσοφία του δεν με εμπόδισε να το ευχαριστηθώ.

Καθαρά στα του gameplay τώρα, κάθε επεισόδιο είναι χωρισμένο στα δύο. Το ένα μισό ακολουθεί τις Claire και Moira και το άλλο μισό δυο άλλους χαρακτήρες που ακολουθούν τα ίχνη τους –που δεν θα αποκαλύψω- και μοιράζονται παρόμοια χαρακτηριστικά στο gameplay. Το παιχνίδι είναι προσανατολισμένο στο co-op αλλά με έναν συμπαθητικά διαφορετικό και “ασύμμετρο” τρόπο. Από τους δύο χαρακτήρες ο ένας είναι καθαρά προσανατολισμένος για μάχη (Claire) με γεμάτο οπλοστάσιο, ενώ ο άλλος για εξερεύνηση του περιβάλλοντος και υποστήριξη (Moira) με έναν φακό και έναν λοστό. Έτσι, η Moira, μπορεί να τυφλώνει τους εχθρούς με τον φακό της ανοίγοντας ένα παραθυράκι για επίθεση, να αναζητά κρυμμένα αντικείμενα -πάλι με τον φακό της- και να ξεκλειδώνει κιβώτια –με ένα mini game που γρήγορα γίνεται βαρετό βέβαια-.

Όλη αυτή η δυναμική είναι στημένη με αρκετά καλή ισορροπία και δεν είναι “αγγαρεία” να παίζεις οποιονδήποτε από τους δύο. Τα ίδια πάνω-κάτω ισχύουν και για το άλλο δίδυμο χαρακτήρων που μάλιστα, προσθέτει και μια ωραία συνεργατική stealth πινελιά. Σε αυτό, ο χαρακτήρας που παίζει τον αντίστοιχο ρόλο της “Moira”, μπορεί να αντιλαμβάνεται τους εχθρούς ως περιγράμματα κάτι που σχεδόν επιβάλλει την επικοινωνία μεταξύ των παικτών και τη συνεργασία. Έχει γίνει δηλαδή συνειδητή προσπάθεια να ενθαρρυνθεί αυτή η διαδικασία μέσω ορισμένων έξυπνων σεναρίων και στον σχεδιασμό των εχθρών και, φυσικά, στο level design όπου υπάρχουν σημεία που μπορεί να πάει μόνο ο ένας.

Τώρα, αν κάποιος δεν έχει την παρέα για co-op –το παιχνίδι υποστηρίζει μόνο split screen co-op και όχι online-, η τεχνητή νοημοσύνη στέκεται πολύ καλά και πολύ σπάνια γίνεται εκνευριστική. Αντιθέτως μάλιστα, μετά από κάποιες αναβαθμίσεις, είναι και χρήσιμη. Πέρα από αυτά, το κλασικό gunplay των Resident Evil παραμένει το ίδιο απολαυστικό και εθιστικό, κάτι που γίνεται φανερό και στο Raid Mode που επιστρέφει ανανεωμένο με περισσότερες επιλογές. Στο campaign πάντως, πολλές φορές το παιχνίδι δεν το αναδεικνύει με τον καλύτερο τρόπο και αυτό διότι το level design δεν καταφέρνει πάντα να προσφέρει το κατάλληλο δημιουργικό χώρο για ενδιαφέροντα σενάρια. Ιδιαίτερα στο πρώτο επεισόδιο που η δράση εκτυλίσσεται κυρίως σε κλειστούς διαδρόμους, το παιχνίδι μπορεί να κερδίζει σε ατμόσφαιρα αλλά κατά την άποψη μου, χάνει στο gameplay.

Από την άλλη, όταν στο δεύτερο μέρος “ανοίγουν” λίγο οι χώροι τα πράγματα βελτιώνονται αλλά εκεί αρχίζει να χωλαίνει στο ρυθμό κάνοντας μια-δυο “κοιλιές”. Δυστυχώς εκείνον τον αριστουργηματικό ρυθμό του RE 4, δεν μπορεί να τον ξαναπροσεγγίσει ούτε η ίδια η Capcom. Τέλος, τεχνικά το παιχνίδι φωνάζει “crossgen” από μακριά, με το αποτέλεσμα να μην είναι άσχημο αλλά σε καμία περίπτωση να μην εντυπωσιάζει. Ιδιαίτερα τα κλασικά ρομποτικά animations της σειράς, χτυπάνε πλέον στο μάτι. Στα θετικά είναι πως τουλάχιστον την ατμόσφαιρά του, την μεταδίδει μια χαρά.

Συνοψίζοντας...

Για τα €6 που ζητάει το κάθε επεισόδιο, το περιεχόμενο που προσφέρει το Revelations 2 είναι χορταστικό. Τα τρίωρα campaigns του δεν πρόκειται να φέρουν καμία επανάσταση στο είδος αλλά παραμένουν διασκεδαστικά και απολαυστικά με ορισμένες καλές σχεδιαστικές ιδέες στο co-op, ένα στιβαρό gameplay και μια έξυπνη δομή. Στον πυρήνα του παραμένει ένα κλασικό Resident Evil της “μετά-Resident-Evil-4” εποχής που κάνει με επαγγελματική συνέπεια τη δουλειά του αλλά δε φαίνεται να έχει φιλοδοξίες για κάτι “διαφορετικό” πέρα από μικρές πινελιές πρωτοτυπίας. Επιπλέον, η ιστορία των πρώτων δύο αυτών επεισοδίων, χωρίς να ξεφεύγει από την camp φύση της σειράς, παρουσιάζει ένα ενδιαφέρον μυστήριο που θα ήθελα να συνεχίσω να εξερευνώ μέχρι να πάρω απαντήσεις. Και φυσικά, δεν πρέπει να ξεχνάμε και το εθιστικό Raid Mode που ανεβάζει κατακόρυφα το χρόνο ενασχόλησης. Εν τέλει, τα επόμενα 2 επεισόδια καλούνται να ανεβάσουν λίγο τον πήχη στη συνέπεια του level design, να κλιμακώσουν ομαλά τα τεκταινόμενα και, φυσικά, να προσφέρουν μια ικανοποιητική λύση του μυστηρίου. Ακόμα και να μην τα κάνουν αυτά όμως, μου είναι αδύνατο να μην προτείνω το Revelations 2 σε όλους του οπαδούς της σειράς. Για τους υπόλοιπους, τα ξαναλέμε σε δύο εβδομάδες με μια ολοκληρωμένη, πλέον, άποψη.

Το κείμενό βασίστηκε στην PS4 έκδοση.

Tags: