Το Peacemaker είναι καλύτερο απ’ ότι νομίζεις | Review

Η μεγάλη καρδιά του James Gunn βρίσκει και πάλι τον τρόπο
22 Φεβρουαρίου 2022 09:06
Το Peacemaker είναι καλύτερο απ’ ότι νομίζεις | Review

Υπάρχει ένα ρητό που λέει ότι κάθε μεγάλος σκηνοθέτης κάνει ουσιαστικά μια ταινία. Ότι όλες οι δουλειές του είναι παραλλαγές του ίδιου πυρήνα, γύρω από τον οποίο περιστρέφεται ανήμπορος να ξεφύγει από την έλξη του, όπως τα μυγάκια γύρω από το φως της λάμπας. Σε αυτό που διαφωνώ είναι στο “μεγάλος”. Δεν είναι θέμα καλλιτεχνικού μεγέθους δηλαδή, αλλά περισσότερο προσωπικότητας. Ας πούμε ο Kubrick, ένας αδιαμφισβήτητα σπουδαίος της 7ης τέχνης, μοιάζει περισσότερο με έναν εξωτερικό παρατηρητή, έναν διανοούμενο της κάμερας που τη χρησιμοποιεί σαν μικροσκόπιο για να εξερευνήσει διάφορες ιδέες και καταστάσεις. Αυτή η διαπίστωση λοιπόν, αφορά κατά τη γνώμη μου σκηνοθέτες που μπορούν να κάνουν μόνο ένα σινεμά που πηγάζει απευθείας από μέσα τους. Κάθε ταινία, σε θεματικό επίπεδο, είναι προσωπική γι’ αυτούς σε βαθμό σχεδόν απόλυτο. Ένας τέτοιος μοιάζει να είναι ο James Gunn, ειδικότερα όταν καταπιάνεται με την υπερ-ηρωική μυθοπλασία.

Από τα Guardians, στο Suicide Squad και τώρα στο Peacemaker, οι δημιουργίες του Gunn μοιάζουν βγαλμένες από το ίδιο θεματικό καλούπι. Χαρακτήρες τσακισμένοι και κλειστοί, αποκλίνοντες losers που βρίσκουν μια οικογένεια, δηλαδή αγάπη και αποδοχή και μεταμορφώνονται. Η μουσική ενσωματωμένη σαν κανονικός αφηγητής που υπογραμμίζει κάθε σημαντική σκηνή. Το χιούμορ άτσαλο, εφηβικό, φλύαρο αλλά πάντα αποκαλυπτικό. Αυτή είναι η ιστορία του Gunn και ξέρει να την λέει καλά. Ακόμα και εδώ που ο ήρωας ήταν ένα “ναρκοπέδιο” προβληματικών θεμάτων, καταφέρνει κάτω από την καφρίλα και την ηλιθιότητα να βρει την ανθρωπιά του και να μας κάνει να συναισθανθούμε αβίαστα. Είχα αναφέρει στο αρχικό μου κείμενο για τα πρώτα τρία επεισόδια ότι είχε βουνό να ανέβει μπροστά του. Και το ανέβηκε.

Τελικά, αν υπάρχει κάτι που χαρακτηρίζει την δουλειά του σε ένα “κατασκευαστικό” επίπεδο, είναι η κατανόηση και η επιδεξιότητα στον χειρισμό των αφηγηματικών τόξων των χαρακτήρων του. Εδώ, σαν να έχει χρόνια τηλεόρασης από πίσω του, τα καταφέρνει εν τέλει ανέλπιστα καλά, τόσο με τον κεντρικό του ήρωα, όσο και με τους περισσότερους από τους υπόλοιπους της παρέας. Ο Gunn εκμεταλλεύεται την μεγαλύτερη διάρκεια της τηλεοπτικής φόρμας και “απλώνει” τους χαρακτήρες πολύ μεθοδικά, μέχρι να έρθει η κατάλληλη στιγμή να τους “ανοίξει” διάπλατα μέσα από την δράση και να τους οδηγήσει στην αλλαγή με έναν φυσικό τρόπο. Ο ίδιος ο Peacemaker, υποστηριζόμενος και από μια αποκαλυπτική ερμηνεία από τον John Cena, είναι νομίζω η απόλυτη ενσάρκωση του “ήρωα”, σε αυτό το ιδιαίτερο προσωπικό σύμπαν του Gunn. Είναι ένας χαρακτήρας που χαρακτηρίζεται και οδηγείται από αγνό, αμόλυντο συναίσθημα.

Όχι πολύπλοκες θεωρίες, όχι λογική ή διεισδυτικές αναγνώσεις, απλό συναίσθημα. Μέσα από αυτόν καθρεπτίζεται πιο καθαρά από οποιονδήποτε άλλον, όλη η κοσμοθεωρία του Gunn, στην οποία το επίκεντρο είναι οι διαπροσωπικές σχέσεις, η προσωπική φιλία, η αγάπη. Όταν στο τέλος γίνεται η ερώτηση στον Peacemaker γιατί πήρε μια συγκεκριμένη απόφαση στην κλιμάκωση του τελευταίου επεισοδίου, εκείνος απαντάει: γιατί ήξερα ότι αν έκανα το αντίθετο θα σας έκαναν κακό. Όχι πολιτικό επιχείρημα, όχι κάποια έξυπνα υπολογισμένη εκτίμηση της κατάστασης, όχι ένα τεκμήριο υψηλής ηθικής. Μόνο μια αυθόρμητη, συναισθηματοκεντρική ανάγνωση της πραγματικότητας. Κατά έναν τρόπο η σειρά καταφέρνει να δείξει την πιο αποκαρδιωτική πλευρά των ανθρώπων, χωρίς να χάνει την πίστη της σε αυτούς. Οι ήρωες του Gunn είναι μεγάλα παιδιά και ως τέτοια βλέπουν τον κόσμο και τον βιώνουν. Μεγάλα ανασφαλή παιδιά σε αναζήτηση αγάπης.

Δεν είναι όλα ρόδινα βέβαια. Νομίζω ο Vigilante αναδεικνύει ένα μοτίβο που αρχίζει να γίνεται λίγο μονότονο στα έργα του Gunn. Αυτό του κοινωνικά άγαρμπου χαρακτήρα, με την αυστηρά κυριολεκτική σκέψη, που χρησιμοποιείται κυρίως για να σπάει κάθε φορτισμένη σκηνή με την “αλλόκοτη” οπτική του. Στα Guardians ήταν ο Drax, εδώ είναι ο Vigilante, στο Suicide Squad ήταν… ο Peacemaker. Το θέμα εδώ είναι ότι, σε αντίθεση με τον Drax, ο Vigilante δεν ξεφεύγει ιδιαίτερα από αυτήν την ρηχή, μονόπλευρη φιγούρα, μοιάζοντας συχνά με ένα “εργαλείο”, με συγκεκριμένη χρησιμότητα μέσα στο πλαίσιο της ιστορίας, παρά με αληθινό χαρακτήρα. Αυτό είναι ένα θέμα που μπορεί να προκύψει όταν γράφεις ακολουθώντας πιστά τα εδραιωμένα αξιώματα της αφήγησης όπως κάνει ο Gunn. Τρεις πράξεις (ή πέντε), αφηγηματικά τόξα με συγκρούσεις και σημεία καμπής, κάθε σκηνή με συγκεκριμένο αφηγηματικό σκοπό κ.τ.λ.. Όλα αυτά, ακόμα και αν είναι έξυπνα διεκπεραιωμένα, μπορεί να στερήσουν τη “ζωή” από ένα έργο κάνοντάς το να μοιάζει “ψεύτικο”, λες και κατασκευάστηκε με ακρίβεια σε εργαστήριo. Ο Gunn έχει το ένστικτο και θεότρελη έμπνευση για μικρές στιγμές ώστε να αποφεύγει τέτοιες “παρενέργειες” αλλά εδώ, με τον Vigilante, θεωρώ ότι δεν τα κατάφερε.

Κοιτώντας την γενική εικόνα όμως, δε γίνεται να μην παραδεχτείς το Peacemaker. Πήρε έναν χαρακτήρα που ελάχιστοι ενδιαφέρονταν για να πει κάτι ουσιαστικό και όχι για να τον φέρει και στην τηλεοπτική αγορά. Δε μοιάζει με show για να πουλήσει φιγούρες ή ακόμα και συνέχειες. Μοιάζει με μια αυθεντική ιστορία, ειπωμένη με αγάπη και φροντίδα από τους δημιουργούς του. Ακόμα και αν η παιδιάστικη καφρίλα του πρωταγωνιστή αποτρέψει ορισμένους, από κάτω υπάρχει ένα έργο με μια μεγάλη καρδιά. Αυτή η καρδιά είναι του James Gunn, του πιο έξυπνου, ευαίσθητου και εμπνευσμένου “έφηβου” του Hollywood αυτή τη στιγμή.