O μασκοφόρος δολοφόνος του ‘Scream’ επιστρέφει - REVIEW

Για 5η και… φαρμακερή φορά
19 Ιανουαρίου 2022 10:48
O μασκοφόρος δολοφόνος του ‘Scream’ επιστρέφει - REVIEW

Ένα από τα διασημότερα slasher horror franchise, το Scream αναβιώνει ή «νεκρανασταίνεται» (όπως το πάρει κανείς), μέσα από ένα 5ο φιλμ, τη σκηνοθεσία του οποίου υπογράφουν οι Matt Bettinelli-Olpin και Tyler Gillett. Το σενάριο επιμελήθηκαν οι James Vanderbilt και Guy Busick. Μετά την τέταρτη ταινία που παίχτηκε το 2011, το καινούργιο sequel μία δεκαετία μετά έρχεται να ανατροφοδοτήσει τον κινηματογραφικό τρόμο που σκόρπισε ένας από τους πιο γνωστούς μασκοφόρους δολοφόνους του σινεμά, τη χαρακτηριστική μορφή που εμπνεύστηκε ο Wes Craven.

Στο έργο αυτό που είναι αφιερωμένο στη μνήμη του Craven, κάνουν την εμφάνισή τους ήδη γνώριμες φιγούρες από τα προηγούμενα φιλμ, τις ο οποίες φυσικά υποδύονται οι: Neve Campbell, Marley Shelton, Courteney Cox, και David Arquette. Ωστόσο, υπάρχουν και οι νέες προσθήκες στο cast: Melissa Barrera, Mason Gooding, Jenna Ortega, και ο Jack Quaid.

Η υπόθεση του έργου τοποθετείται είκοσι πέντε χρόνια ύστερα από τους μακάβριους φόνους που συγκλόνισαν το Woodsboro. Και ενώ οι άνθρωποι εκεί νόμιζαν ότι είχαν αφήσει πίσω τους το παρελθόν, οι ανατριχιαστικές μνήμες από τη συνάντησή τους, με τον δολοφόνο “Ghostface” ξυπνούν, με τον πανικό και τη φρίκη να ξεχύνεται πάλι στη μικρή τους πόλη. Πλέον, κάποιος άλλος φαίνεται να έχει πάρει τη θέση του ανηλεούς δράστη και στο στόχαστρό του θα βρεθεί μια ανυποψίαστη ομάδα εφήβων. Θαμμένα μυστικά κινδυνεύουν να βγουν στην επιφάνεια. Και η ‘Sidney Prescott’ θα ξαναζήσει τον εφιάλτη που τη στοιχειώνει καιρό τώρα, στην προσπάθειά της να ανακαλύψει ποιος κρύβεται πίσω από όλο αυτό. Αξίζει να τονίσουμε ότι το παραπάνω project μπορεί να υπόσχεται ότι θα ικανοποιήσει τόσο τους παλιούς όσο και τους νέους φίλους του συγκεκριμένου σύμπαντος τρόμου, ωστόσο, δεν σταματά να αναμασά τετριμμένα μοτίβα δράσης που στερούνται πρωτοτυπίας και φρεσκάδας.

Έτσι, με αυτοαναφορικές ευκολίες ακυρώνει το καθεαυτού στοιχείο και την ουσία του τρόμου λειτουργώντας περισσότερο σαν χαμένο στοίχημα παρά σαν μία πολλά υποσχόμενη συνέχεια με αποτέλεσμα απλά να ακολουθεί την σύγχρονη τάση της άσκοπης επαναφοράς ή “ανακύκλωσης” ήδη επιτυχημένων franchises. Μπορεί το blockbuster του 1996 να ήταν ευρηματικό, και να πρόσφερε γενναίες δόσεις σασπένς και έντασης στο κοινό, παρ’ όλα αυτά, το πιο πρόσφατό του sequel δεν έχει καν το ίδιο καινοτόμο ύφος και προφανώς δεν κάνει καμία διαφορά. Να σημειωθεί ότι εν προκειμένω απουσιάζει ο παράγοντας του αστείου που υπήρχε στις δύο αρχικές ταινίες, όπου οι ήρωες συντηρούσαν από μεριάς τους και μία χιουμοριστική όψη του πράγματος, μία σημαντική παράλειψη που δεν περνάει και τόσο στα ψιλά γράμματα.

Το παρόν θέαμα δεν μοιάζει να κατανοεί κάτι τέτοιο, και αναλώνεται περισσότερο στο να περιπλέξει άσκοπα την ιστορία επιχειρώντας να δώσει σε αυτή έναν πιο σύνθετο ή επιτηδευμένα βαρύγδουπο χαρακτήρα. Σε πολλά σημεία υφίστανται νοηματικά κενά και αδέξιοι χειρισμοί της πλοκής, τους οποίους είναι δύσκολο να αγνοήσεις ειδικά εφόσον ανιχνεύεις πολλές σεναριακές αστοχίες. Τα splatter σκηνικά και η χρήση jump scares δεν λείπει, ενώ η αβεβαιότητα του ότι ο καθένας θα μπορούσε να είναι ο θύτης ρίχνει δυσανάλογα βαριά τη σκιά της στα τεκταινόμενα, σε βαθμό που να εξαντλείται αυτό ως concept και να κουράζει.

Το ιδιότυπο αυτό requel του Scream ακόμη και αν επιμένει στο ότι δεν ενδιαφέρεται για τους hardcore θιασώτες του είδους, παρ’ όλα αυτά δεν μπορεί να αντισταθεί στο δέλεαρ των εντυπωσιοθηρικών κόλπων και στον πειρασμό του να απευθυνθεί και σ’ αυτούς για να τους προσελκύσει, χωρίς όμως να καταφέρνει ιδιαίτερα να πείσει κάποιον ακόμη και έτσι.