Στο 'The Girl with a Bracelet' δύσκολα ξεχωρίζει ποιος είναι ένοχος και αθώος

Στήνεται μία αμείλικτη δίκη χωρίς "μελό" υπερβολές
19 Ιουλίου 2021 11:47
Στο 'The Girl with a Bracelet' δύσκολα ξεχωρίζει ποιος είναι ένοχος και αθώος

Το The Girl with a Bracelet (πρωτότυπος τίτλος: La Fille au bracelet) είναι ένα βραδυφλεγές σε ένταση γαλλικό δικαστικό-ψυχολογικό δράμα, την σκηνοθεσία του οποίου υπογράφει ο Stéphane Demoustier, έχοντας επιμεληθεί παράλληλα και το σενάριο μαζί με τους Ulises Porra και Gonzalo Tobal, με την Melissa Guers να ηγείται του cast.

Παίζουν επίσης οι ηθοποιοί: Roschdy Zem, Chiara Mastroianni, Anaïs Demoustier, Annie Mercier, Pascal Garbarini, Paul Aïssaoui-Cuvelier, Carlo Ferrante, Anne Paulicevich, και η Victoria Jadot.

Ο κεντρικός άξονας του έργου περιστρέφεται γύρω από την ‘Lise’ (Guers), μία 18χρονη η οποία κατηγορείται για τον ειδεχθή φόνο της καλύτερής της φίλης. Μέχρι να έρθει η ημέρα της δίκης της ζει σε κατ’ οίκον περιορισμό, έχοντας οριστεί από το δικαστήριο για όλο αυτό το διάστημα να φοράει συνεχώς ένα ηλεκτρονικό βραχιόλι εντοπισμού. Όταν λοιπόν, έρχεται η στιγμή να κριθεί η αθωότητά της, η ίδια μοιάζει σαν να «απασφαλίζει» με απίστευτη ψυχραιμία. Από το εδώλιο του κατηγορουμένου απαντάει σχεδόν ανέκφραστα, αποστασιοποιημένα, και μηχανικά στις αμείλικτες ερωτήσεις που της απευθύνει η άτεγκτη εισαγγελέας και ο δικαστής, αποκαλύπτοντας για εκείνη πράγματα που φέρνουν τους δικούς της εξαπίνης και τους ενόρκους σε θέση που να δυσκολεύονται να αποφασίσουν.

Εκ πρώτης όψεως, ο τίτλος του φιλμ ενδεχομένως να παραπλανεί κάπως το κοινό, νομίζοντας ότι αναφέρεται σε κάποια κοπέλα με ένα πολύτιμο κόσμημα, ωστόσο σύντομα αντιλαμβάνεται κανείς για τί επρόκειτο στην πραγματικότητα. Ο δημιουργός εδώ μας παραδίδει μία ταινία που διατηρεί το σασπένς της μέχρι τέλους, ναι μεν με αργή ροή αρχικά αλλά με ένα στιβαρό σενάριο που δεν καταφεύγει σε ευκολίες και εντυπωσιοθηρικούς πύρινους δικανικούς λόγους, ούτε αφήνει χώρο για νοηματικά κενά.

Αντιθέτως, η τραγικότητα της υπόθεσης, το μυστήριο, η αίσθηση της αβεβαιότητας και του αδιεξόδου υπηρετούνται κατάλληλα χωρίς μελοδραματοποιημένες υπερβολές, δομώντας συγκροτημένα και μετρημένα μία σχεδόν ασφυκτική, κλειστοφοβική ατμόσφαιρα σε μία ψυχρή δικαστική αίθουσα, με τον ίδιο τον δέκτη να αμφιταλαντεύεται αρκετές φορές και να αναλογίζεται διαρκώς αν έχει διαβλέψει όντως σωστά το τί έγινε τελικά όσον αφορά στο έγκλημα.

Οι πτυχές της όλης ιστορίας έρχονται στο φως σταδιακά και οι πινελιές που προστίθενται στον καμβά δίνουν χώρο ώστε να αναπνεύσει, να τοποθετηθεί τόσο η μεριά της εναγόμενης όσο και εκείνη των οικείων του θύματος, με έμφαση στο πώς εκτυλίσσεται η διαδικασία εντός του δικαστηρίου με τα πειστήρια να προκαλούν σοκ ή έκπληξη στους «παρευρισκόμενους» και στον εκάστοτε δέκτη.

Αυτό που σίγουρα αιχμαλωτίζει την προσοχή του δέκτη και κερδίζει τον σεβασμό και το ενδιαφέρον του είναι η αριστοτεχνική ερμηνεία της νεαρής Melissa Guers που κάνει αβίαστα δικό της τον πρωταγωνιστικό ρόλο της ταινίας, ανταποκρινόμενη άψογα στην πρόκληση να μπερδέψει ή ακόμη να διχάσει τον θεατή για το εάν είναι αθώα ή ένοχη αν και ο επίλογος ενδεχομένως συμβολικά να βάζει μία τελεία στο συγκεκριμένο ζήτημα.

Ως ‘Lise’, υποδύεται ένα άτομο που φαίνεται σαν ένας ασυναισθηματικός άνθρωπος με φλεγματικότητα η οποία φαντάζει εξωφρενική ορισμένες φορές, σαν να λείπει από πάνω από αυτό το κορίτσι κάθε ίχνος συγκίνησης, φόρτισης ή αγανάκτησης. Δεν σπάει σχεδόν ποτέ, με μοναδική εξαίρεση ίσως το φινάλε όπου αφήνει να πέσει για λίγο η αδιαπέραστη πανοπλία της ώστε να πει κάτι πολύ σημαντικό και καθοριστικό λίγο πριν συσκεφθούν και αποφανθούν οι κριτές.

Ποιός όμως διέπραξε την δολοφονία της κολλητής της ‘Lise’ αν δεν το έκανε αυτήν; Είναι λοιπόν, ένοχη ή όχι; Πόσο ορθή είναι η κρίση μας; Πόσο αδιαμφισβήτητη και κοινώς αποδεκτή είναι η ηθική μας; Είμαστε πλήρως απαλλαγμένοι από συντηρητικές αντιλήψεις, προκαταλήψεις, και κοινωνικά στερεότυπα όταν τίθεται θέμα απόδοσης δικαιοσύνης; Ή μήπως σπεύδουμε να κρίνουμε με γνώμονα αυτά;

Το τέλος του The Girl with a Bracelet, όπως προαναφέρθηκε, παρέχει μία ελευθερία αποκωδικοποίησης του τί έγινε, ώστε ο θεατής να διαλέξει εκείνος πώς θα το ερμηνεύσει ως δικαίωση ή ατιμωρησία.