King Arthur: Legend of the Sword Review

Ο μεσαιωνικός κόσμος του Guy Ritchie
31 Μαΐου 2017 09:34
King Arthur: Legend of the Sword Review

Δε χρειάζονται συστάσεις για τον Guy Ritchie. Ο άνθρωπος μπορεί να ανακατασκευάσει έναν παραδοσιακό θρύλο σε μία μετανεωτερική αφήγηση όπου φυσικά δε θα μπορούσε να λείπει η cockney accent και το ιδιότυπο αγγλικό χιούμορ, συνδυασμένο με γενναίες δόσεις αλήτικου lifestyle και όλα αυτά μέσα σε ένα μεσαιωνικό setting. Και έτσι όπως βλέπεις να ξεδιπλώνεται στο πρόσωπο του Charlie Hunnam η φιγούρα του Βασιλιά Αρθούρου σε εκδοχή του «κακού παιδιού», όλο και κάτι σου θυμίζει  από το «Δυο Καπνισμένες Κάννες» ή το «Snatch» αυτό το αγέρωχο προκλητικό στυλάκι του τύπου «τρέχει κάτι;». Όλο και κάπως μέσα στην πλοκή περιπλέκονται σκηνικά με συμμορίες, νταηλίκια, αθυροστομίες, κυνηγητό και το κυρίαρχο μοτίβο του καλού και του κακού χαρακτήρα επενδύεται με έναν vintage μανδύα, με μία σαιξπηρική πινελιά δομώντας μία υποβλητική ατμόσφαιρα που θυμίζει και κάτι από τις κακόφημες  συνοικίες και τα στενά σοκάκια του παλιού Λονδίνου.

Η εξιστόρηση του μύθου ξεφεύγει από την πεπατημένη, απορρίπτοντας τα αρχετυπικά και κομφορμιστικά καλούπια του απόλυτα άμεμπτου ηθικής ήρωα, ώστε ο θεατής να εκπλήσσεται ευχάριστα από την αλλαγή ρότας που δίνεται στο σενάριο, καθώς και από μία αναπάντεχη guest-star εμφάνιση. Ο δικαιούχος και νόμιμος κάτοχος του Excalibur, δεν έχει τίποτε από την αβρότητα ή τον ιπποτισμό της συμβατικοποιημένης χολιγουντιανής κόπιας του κεντρικού πρωταγωνιστή.

Αλλά θα μπορούσε να τον δει κανείς ως ένα ατίθασο παιδί του δρόμου, ένα αλάνι ετοιμόλογο, με τσαμπουκά και σπιρτόζικο βλέμμα, που ψάχνεται για καβγά και φασαρίες. Αναθρεμμένος μέσα σε οίκο ανοχής και έχοντας ως  προέκτασή της φύσης του την απατεωνιά, τολμάει να έρθει αντιμέτωπος με προκλήσεις του μεσαιωνικού υποκόσμου, καταφέρνοντας να κινείται με ακαταπόνητη ενεργητικότητα και ευελιξία μέσα στα δικά του «χωράφια». Ίντριγκες, σκευωρίες και αψιμαχίες συνθέτουν τον βίο του, όμως εκείνος με τσαγανό σκαρφίζεται  πάντα τρόπους να ανταπεξέλθει στις αντιξοότητες γιατί ξέρει να επιβιώνει. Είναι fighter  εδώ που τα λέμε…

Μέσα από τις απωθημένες μνήμες του υποσυνείδητου και τα γεμάτα γρίφους όνειρά του προσπαθεί να ξεδιαλύνει  στο μυαλό του την θολή εικόνα από το παρελθόν του, αρνούμενος παράλληλα να αποδεχθεί τον τελεολογικά προδιαγεγραμμένο προορισμό του. Αγνοώντας αρχικά τις καταβολές του, αντιλαμβάνεται πια πως εκείνος που οικειοποιήθηκε δια της βίας την εξουσία του πατέρα του, ο Βόρτιγκερν,  είναι αυτός που λυσσαλέα επιδίδεται στην αναζήτηση του γνήσιου διαδόχου του στέμματος για να τον εξολοθρεύσει, και να καρπωθεί το μεγαλείο του βασιλείου του “Londinium”.  Ο Αρθούρος επιστρέφει στη γενέτειρά του όπου με πυγμή διεκδικεί τα κυριαρχικά του δικαιώματά. Τραβώντας από τον βράχο το μαγικό σπαθί που του κληροδότησε ο πατέρας του, και κραδαίνοντάς το ενάντια στον ορκισμένο του εχθρό, αρχίζει να αποκτάει επίγνωση της δύναμης του όπλου που κρατάει στα χέρια του.

Με τη βοήθεια μίας ικανότατης μάγισσας από μία αρχαία κέλτικη φυλή,  και μίας ομάδας παρανόμων που μάχονται το αμείλικτο καθεστώς του κάλπικου βασιλιά, η δράση εκτυλίσσεται μέσα από τις  χαρακτηριστικές καταιγιστικές σεκάνς και τα πλάνα του σκηνοθέτη, σε μία ασθμαίνουσα ατμόσφαιρα αδρεναλίνης, σε ένα πέπλο αποκρυφιστικού μυστηρίου και καταδίωξης σε πυκνά δάση με υπερφυσικά πλάσματα. Οι αντοχές όλων δοκιμάζονται. Η πάλη μεταβαίνει από το ανθρώπινο στο υπερβατικό επίπεδο και τούμπαλιν. Η κλαγγή των σπαθιών ακούγεται απόκοσμη σε μία ερεβώδη τελετουργική απόδοση της τελικής σύγκρουσης μεταξύ του Αρθούρου και του αδυσώπητου αντιπάλου του.

Το σκηνικό έρχεται να πυρπολήσει η αποκάλυψη που άρει τη μέχρι τώρα σύγχυση που επικρατούσε γύρω από τον θάνατο του Ούθερ, του προγόνου του Αρθούρου. Οι γωνίες λήψης, η παιγνιώδης και σαρκαστική διάθεση, η άκαυτη ακόμη φυσιογνωμία του Charlie Hunnam, όπου συναντιούνται από τη μία ο νεανικός και ατίθασος  αυθορμητισμός, η χύμα γλώσσα και η ευθύτητα, και από την άλλη η ιδιάζουσα αρρενωπότητά του με το σθένος του. Ο Jude Law, με ένα πονηρό μειδίαμα στα χείλη, το πανούργο βλέμμα, την ωριμότητα και το αινιγματικό προφίλ του ασκεί μία άλλου είδους έλξη, που αποπνέει ένα μυστήριο. Ο συγκερασμός αυτών των δύο εκ δια μέτρου αντίθετων όψεων καθιστά και ενδιαφέρον τον μίτο της υπόθεσης.

Η λαϊκές διηγήσεις και η επική κουλτούρα του φανταστικού που περιστρέφονται και γύρω από το εκτόπισμα του Βασιλιά Αρθούρου ανέκαθεν μαγνήτιζαν το κοινό, ειδικά εκείνο που σμιλεύτηκε μέσα από το θέαμα της τριλογίας του «Άρχοντα των Δαχτυλιδιών», και που θα σπεύσει να κάνει τις αναμενόμενες συγκρίσεις. Βεβαίως, ο Guy Richie δεν μένει σε δοκιμασμένες συνταγές. Εξάλλου, δεν είναι και από τα άτομα που εφησυχάζουν. Δεν του αρέσει απλά να επαναπαύεται σε ένα κοκτέιλ δράσης και κρότων με φολκλορικές συνδηλώσεις και γοτθική αισθητική, αλλά στην εναλλακτική αυτή διασκευή επιταχύνει το ρυθμό, προεκτείνει τη φαντασία του θεατή και βαθμιαία πλάθει μία ναι μεν ρετρό εποχή αλλά με έναν άλλο αέρα, ένα εθιστικό ταξίδι με αλλεπάλληλες κλιμακώσεις και ευρηματική οπτική.

Τα εντυπωσιακά CGI καρέ, τα ειδικά εφέ, το ιδιαίτερο ύφος στο μοντάζ, η μουσική υπόκρουση ενός ωραίου soundtrack, η επιμέλεια της φωτογραφίας από τον John Mathieson συνηγορούν σε αυτό. Η cliffhanger πάσα που δίνεται για το τέλος είναι το στήσιμο της Στρογγυλής Τραπέζης  στο Camelot και τους πολεμιστές που δίνουν όρκο στον νέο τους ηγεμόνα, τον οποίο πλαισιώνουν ενώ στέκονται περιμετρικά της. Ίσως να είναι και ένας υπαινιγμός για μελλοντική συνέχεια.

Βρείτε την ταινία στο IMDB