Speak No Evil Review: Ένα αμερικάνικο remake που δικαιολογεί την ύπαρξή του
Την τελευταία φορά που ο σκανδιναβικός κινηματογράφος μάς έδωσε μια αληθινά σπουδαία ταινία τρόμου, είχαμε 2008. Το σουηδικό Let the Right One In του Tomas Alfredson, ενθουσίασε το διεθνές κοινό και τον παγκόσμιο τύπο, ενώ οι φίλοι Αμερικάνοι που ζήλεψαν την επιτυχία του, έσπευσαν τάχιστα (μέσα σε μια διετία) να στήσουν το χολιγουντιανό του remake. Δεκατέσσερα χρόνια μετά, η πορεία του δανέζικου Speak No Evil του Christian Tafdrup, στάθηκε ανατριχιαστικά παρόμοια.
Αφού απέσπασε εγκωμιαστικές κριτικές όπου κι αν προβλήθηκε και πριν καν εκπνεύσουν δύο χρόνια από τότε που ολοκλήρωσε την πορεία του στις αίθουσες ανα την υφήλιο, το Hollywood έτρεξε να παραδώσει τη δική του version, δια χειρός του βρετανού σκηνοθέτη James Watkins, γνωστού από το Eden Lake.
Αυτό που παρουσιάζει, βέβαια, μεγαλύτερο ενδιαφέρον στην υπόθεση δεν είναι ότι αποκτήσαμε και πάλι remake μια σκανδιναβικής horror επιτυχίας, αλλά ότι και αυτό το remake, όπως το Let Me In του Matt Reeves, στέκεται πολύ κοντά στο ύψος και την ποιότητα του πρωτότυπού του. Αν ο Reeves όμως, έμεινε γενικά πιστός στο σεναριακό όραμα του Alfredson παίζοντας μόνο με τη σειρά της αφήγησης των γεγονότων και παραλείποντας ένα μικρό αμφιλεγόμενο plot twist, ο Watkins παίρνει πολύ πιο τολμηρές πρωτοβουλίες.
Το Speak No Evil του 2024 μας αιφνιδιάζει με ένα διαφορετικό φινάλε έκπληξη, που δίχως να ξεφεύγει από το νιχιλιστικό και νοσηρό πνεύμα του αυθεντικού, καταλήγει να μετουσιώσει το εγχείρημα σε ένα φιλμ με δικό του λόγο ύπαρξης και όχι απλώς σε μια στείρα αγγλόφωνη επανάληψη. Κρίμα που δεν μπορούμε να γίνουμε πιο συγκεκριμένοι λόγω spoiler.
Όσον αφορά το setup του, βέβαια, η ταινία του Watkins παραμένει πιστή στο αρχικό concept: Ένα ζευγάρι Αμερικανών που ζει και εργάζεται στο Λονδίνο, παραθερίζει ανέμελο με την κόρη του σε καλοκαιρινό θέρετρο της Ιταλίας, όπου και γνωρίζεται με την επίσης τριμελή οικογένεια ενός Βρετανού γιατρού. Η φιλία των δύο οικογενειών γρήγορα ανθίζει και σύντομα οι πρώτοι θα δεχτούν την πρόσκληση των δεύτερων, να περάσουν ένα διήμερο στην απομονωμένη φάρμα τους στην αγγλική επαρχία.
Εκεί τα πράγματα αρχίζουν να παίρνουν αμήχανη τροπή, καθώς οι Βρετανοί οικοδεσπότες εκδηλώνουν μια ολοένα και πιο παράξενη συμπεριφορά προς τους φιλοξενούμενούς τους. Παράλληλα, ο μικρός γιος των βρετανών, που αντιμετωπίζει προβλήματα ομιλίας, μοιάζει να προσπαθεί να μοιραστεί ανεπιτυχώς ένα οικογενειακό μυστικό μαζί τους.
Πέρα από ένα διαφορετικό φινάλε στην ιστορία, ο Watkins αποφασίζει να δώσει και ένα διαφορετικό τόνο στην προσέγγισή του. Αποτίοντας φόρο τιμής στο σινεμά του Wes Craven, παραδίδει ένα θρίλερ που παίζει με τα νεύρα και τις προσδοκίες του θεατή με πιο προφανείς μεθόδους από την διακριτική ανησυχία την οποία έχτιζε ο Tafdrup στις δύο πρώτες πράξεις του, για να μας οδηγήσει στη ζοφερή κορύφωσή του.
Το ζήτημα της αστικής ευγένειας που κρατά τους φιλοξενούμενους δέσμιους και ανίκανους να αντιδράσουν στο ένστικτο της αυτοσυντήρησης που τους φωνάζει να τρέξουν μακριά, εξερευνάται κι εδώ, όμως προτεραιότητα του σκηνοθέτη μοιάζει να μην είναι το κοινωνικό σχόλιο. Εκεί που ο Tafdrup επέλεγε την αποστασιοποίηση για να αναδείξει την αμηχανία της κατάστασης ο Watkins επιλέγει να προκαλέσει τη συναισθηματική εμπλοκή του θεατή. Παραδόξως, αυτή η “αμερικάνικη” λογική λειτουργεί εξίσου καλά και προσφέρει μια ταινία τρόμου πιο “φιλική προς το κοινό”, χωρίς όμως αυτό να φτηναίνει το τελικό αποτέλεσμα και να βάζει φρένο στις μοχθηρές προθέσεις του.
Οι φοβερές ερμηνείες, επίσης, του cast, θα μπορούσαν να αποτελούν από μόνες τους ένα λόγο για να ξαναδούμε τη συγκεκριμένη ιστορία στο σελιλόιντ. Ο James McAvoy, με την εμπειρία του Split, πλάθει με ευκολία έναν ακόμα αξιομνημόνευτο villain, ενώ η Mackenzie Davis που γίνεται χωρίς κόπο η καρδιά του φιλμ, μας υπενθυμίζει για μια ακόμα φορά όλους τους λόγους που δεν χορταίνουμε να τη βλέπουμε στη μικρή ή τη μεγάλη οθόνη.
Εν τέλει, το remake του Speak No Evil, μπορεί να μη διαθέτει την τρομακτική επίδραση του αυθεντικού που χωνόταν ύπουλα κάτω από το δέρμα του θεατή, είναι όμως μια εμφανώς καλοδουλεμένη ταινία τρόμου που θα κάνει το θεατή να περάσει καλά στην αίθουσα και παράλληλα μια ενδιαφέρουσα και πάνω από όλα διαφορετική ανάγνωση του πρωτότυπου μύθου.
Ακολουθήστε το Unboxholics.com στο Google News για να μαθαίνετε πρώτοι τα τελευταία νέα για τεχνολογία, videogames, ταινίες και σειρές. Ακολουθήστε το Unboxholics.com σε Facebook, Twitter, Instagram, Spotify και TikTok.